Του Γεωργίου Σαββαΐδη
Είναι προφανές ότι η επίσκεψη Erdogan στα Κατεχόμενα της Κύπρου δεν ήταν απλή φιέστα, ούτε επετειακού, ούτε απλώς τουρκικού εσωτερικού χαρακτήρος. Είχε αναμφισβήτητα στρατηγικό στόχο μηνύματος και επιβολής προς κάθε κατεύθυνση: τις ΗΠΑ, την ΕΕ, την Ελλάδα, την Κύπρο και την ευρύτερη περιφέρεια από την Ανατ. Μεσόγειο και την Μ. Ανατολή μέχρι τον Καύκασο.
Συνισταμένη του μηνύματος ότι η τουρκική εισβολή και κατάκτηση του 1974 δημιούργησε τετελεσμένα και δεδομένα επί του πεδίου, δηλ. γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές μεταβολές σεισμικού (ή καλύτερα τεκτονικού) χαρακτήρος, οι οποίες από τούδε και στο εξής θα πρέπει να αναγνωρισθούν και να υιοθετηθούν και θεσμικά από όλους, με επίκεντρο τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή και στις εξελίξεις.
Γεννάται το ερώτημα: Εάν τα προαναφερόμενα έχουν ακρίβεια ή έστω αληθοφάνεια, τώρα τα αντιληφθήκαμε; Η προϊούσα αμερικανική στρατηγική αναδίπλωση, η μείωση του παρεμβατικού πολιτικού τους ενδιαφέροντος, η έλλειψη ουσιαστικής πολιτικής ομοφωνίας στο πλαίσιο της ΕΕ, σε σχέση με την μεταχείριση μιας διαρκούς διεκδικητικής και αναθεωρητικής Τουρκίας (και δη στις παρυφές του ευρωπαϊκού συνόρου), η αμφίθυμη, για να χρησιμοποιήσει κανείς τον επιεικέστερο όρο, στάση της Ρωσίας αναφορικά με τις τουρκικές φιλοδοξίες στην ευρύτερη πάντα περιοχή, δεν μας προειδοποίησαν, δεν μας κινητοποίησαν προς κάθε εκμεταλλεύσιμη κατεύθυνση;
Για να είμαστε δίκαιοι η απάντηση είναι επί της αρχής καταφατική (ναι το αντιληφθήκαμε και έγκαιρα μάλιστα), αλλά με πολλούς αστερίσκους ως προς το αποτέλεσμα και την μετάδοση των προειδοποιήσεων και των μηνυμάτων μας.
Υπάρχουν όμως μερικοί παράγοντες που χαρακτηρίζουν διαχρονικά το Κυπριακό πρόβλημα, ειδικά μετά το 1974, και οι οποίοι είναι αξεπέραστοι από οποιαδήποτε Ελληνική και Κυπριακή ηγεσία. Ας αναφέρουμε μερικούς στρατηγικού κατά βάσιν χαρακτήρος:
Πρώτον ότι η αποδοχή της ομοσπονδιακής λύσεως στο Κυπριακό πρόβλημα επεβλήθη, ως μέγιστη παραχώρηση της ελληνοκυπριακής πλευράς, το 1977, ζώντος του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου ο οποίος ανέλαβε και το μέγιστο πολιτικό βάρος της εν προκειμένω. Εάν δεν το είχε πράξει ο ίδιος, είναι εντελώς απίθανο ότι θα το έπραττε ο οποιοσδήποτε διάδοχός του.
Δεύτερον ότι στρατιωτική εκδίωξη της Τουρκίας από τα Κυπριακά εδάφη είναι και θα είναι αδύνατη στο προβλεπτό μέλλον και για τούτο επιβάλλεται πολιτική λύση, στο πλαίσιο συμβιβασμού, χωρίς εκπτώσεις από το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Τρίτον ότι λύση δύο κρατών στην Κύπρο είναι αδιανόητη για την οποιαδήποτε κυβέρνηση Ελλάδος και Κύπρου. Τυχόν έμμεση η συγκεκαλυμμένη αποδοχή της θα επανέφερε το Κυπριακό στην δεκαετία του 1950, με βάση την τότε τουρκική απαίτηση για διχοτόμηση της νήσου.
Τέταρτον ότι η Τουρκία, γνωρίζοντας όλα τα ανωτέρω, θα παίξει τα επόμενα χρόνια με αντοχές Μαραθωνίου, για να επιβάλει στους πάντες τα desiderata της. Ο Κυπριακός χώρος της είναι πολύ μικρός αλλά ζωτικός για να χωρέσει τους σχεδιασμούς της. Αποτελεί όμως αναμφισβήτητα μέρος της αλυσίδας των επιδιώξεών της. Οι χώρες της περιοχής το γνωρίζουν καλά, ορισμένες πληρώνουν και το τίμημα, αλλά θα πρέπει να κινητοποιηθούν (και κυρίως) οι τρίτοι.
Τα προεκτεθέντα απαιτούν γενικώτερα θεσμική παρέμβαση σε επίπεδο και forum Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Απαιτείται άμεση πλέον καταγγελία, παραπομπή και ανάσχεση των τουρκικών επιδιώξεων και μεθοδεύσεων, αναφορικά με το τι πολιτικό μέλλον επιφυλάσσει η διεθνής κοινότης για την Κύπρο, με βάση τις αποφάσεις του ιδίου του οργάνου αυτού που είναι επιφορτισμένο με την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια παγκοσμίως. Το ζήτημα των Βαρωσίων αποτελεί μέρος της συνολικής εικόνας.
Η πρωτοβουλία ανήκει στην ελληνική και κυπριακή διπλωματία και με την ανάλογη προετοιμασία προς την κατεύθυνση των πέντε μονίμων μελών του ΣΑ/ΟΗΕ. Εκεί θα μετρηθεί και η βαρύτητα και η ειλικρίνεια των φραστικών υποστηρίξεων, οι οποίες είναι απολύτως αναγκαίες να μετουσιωθούν σε πράξη από τους δυναμένους προς τούτο.
Απαιτείται η έκδοση ψηφίσματος που να επιβεβαιώνει την ανάγκη μετεξελίξεως του Κυπριακού κράτους βασισμένου σε ομοσπονδιακή μορφή με μία κυριαρχία και με σεβασμό των δικαιωμάτων των δύο κοινοτήτων σε συλλογικό και ατομικό επίπεδο και ασφάλεια για όλους.
Η έκδοση ενός παρόμοιου ψηφίσματος, στο οποίο να απορρίπτεται κάθε άλλη μορφή λύσεως, θα επενεργήσει μεσοπρόθεσμα και ως ανασχετικός παράγων για μονομερείς αναγνωρίσεις του σημερινού τουρκικού ψευδοκράτους και για όσο χρόνο (πιθανώς μακρό) θα συνεχίζεται το σημερινό απαράδεκτο status quo στην Κύπρο.
Γεώργιος Σαββαΐδης
Πρέσβης ε.τ., πρώην Γ. Γ. ΥΠΕΞ