Πέτρος Στάγκος*
H κυβέρνηση οργάνωσε, στα τέλη του περασμένου μήνα, ένα διεθνές, διαδικτυακό συνέδριο με θέμα «Ανθρώπινα δικαιώματα στο εργασιακό περιβάλλον». Υψηλά ιστάμενοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι και εμπειρογνώμονες, από την Ελλάδα, από άλλες χώρες και διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς, υπό την επίνευση του ίδιου του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη, φώτισαν ο καθένας με τον τρόπο του το πόσο επιζήμιες για την αποδοτικότητα της ιδιωτικής οικονομίας, την ατομική ευημερία και την κοινωνική συνοχή είναι οι διακρίσεις σε βάρος ατόμων που ανήκουν σε πληθυσμιακές ομάδες με συγκεκριμένα, ταυτοτικά χαρακτηριστικά. Είναι στο περιβάλλον της εργασίας όπου οι διακρίσεις εναντίον αυτών των προσώπων ξεδιπλώνουν με ένταση τον αποκλεισμό από την απόλαυση θεμελιωδών δικαιωμάτων: το σεβασμό της προσωπικότητας και της αξιοπρέπειας, την προστασία της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, τις δίκαιες συνθήκες εργασίας, το δικαίωμα στην υγεία κλπ. Η ρητορεία των έγκριτων συνέδρων για το πολιτικά και νομικά ανεπιθύμητο των διακρίσεων ειδικά με βάση τον φύλο, ακόμη ειδικότερα ανέδειξε τις αξεπέραστες μέχρι σήμερα διακρίσεις που υφίσταται η κοινότητα των ΛΟΑΤΚΙ+ συνανθρώπων μας. Όμως, σε μεγάλη χρονική γειτνίαση με το συνέδριο της κυβέρνησης, η «Ευρώπη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», το Συμβούλιο της Ευρώπης δηλαδή, για τις διακρίσεις (λόγω φύλου) που ένα μεγάλο μέρος του γυναικείου πληθυσμού υφίσταται στον εργασιακό στίβο έθετε την Ελλάδα, καθώς και ακόμη δεκατρείς ευρωπαϊκές χώρες, μπροστά στις νομικές και πολιτικές ευθύνες της.
Πράγματι, στις 29 Ιουνίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κοινωνικών Δικαιωμάτων που εδρεύει στο Στρασβούργο, έδωσε στη δημοσιότητα 15 αποφάσεις της που κηρύσσουν την παραβίαση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη από τις 14 εκ των εν λόγω χωρών, εξαιτίας της άνισης μεταχείρισης από την άποψη της αμοιβής που υφίστανται οι γυναίκες με πανεπιστημιακά πτυχία έναντι των ανδρών εργαζομένων όταν ασκούν την ίδια ή παρόμοια μ’ αυτούς εργασία. Οι αποφάσεις εκδόθηκαν κατόπιν προσφυγών που άσκησε εναντίον των 15 χωρών η διεθνής ΜΚΟ University Women Europe (UWE). Ο ΕΚΧ είναι το ισοδύναμο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για τα κοινωνικά δικαιώματα. Η ΕΕΚΔ ασκεί την εποπτεία εφαρμογής του Χάρτη αλλά, σε αντίθεση με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, οι αποφάσεις της, ενώ είναι νομικά δεσμευτικές, δεν είναι εκτελεστές στην εσωτερική έννομη τάξη.
Η Ελλάδα ήταν μεταξύ των χωρών στις οποίες καταλογίστηκαν οι περισσότερες παραβιάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη: δεν έχει θεσπίσει μέτρα για να μειώσει την απόσταση των αμοιβών των γυναικών από εκείνες των ανδρών· δεν εγγυάται τη διαφάνεια κατά τον καθορισμό των αμοιβών των γυναικών εργαζόμενων· δεν έχει εγκαθιδρύσει ανεξάρτητη διοικητική αρχή στην οποία να μπορούν να προσφεύγουν όσες/οι εργαζόμενες/οι θεωρούν ότι υφίστανται άνιση μεταχείριση στις εργασιακές τους σχέσεις· δεν έχει θεσπίσει ποσοστώσεις υπέρ των γυναικών στις διευθυντικές θέσεις των ιδιωτικών και δημόσιων επιχειρήσεων.
Η υποχρέωση της κυβέρνησης να συμμορφωθεί στην απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχει πλέον δρομολογηθεί. Η Επιτροπή των Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης θα επιτηρεί τη διαδικασία συμμόρφωσης. Η ευρωπαϊκή απόφαση σε βάρος της χώρας είναι μια πρώτης τάξης ευκαιρία, για την κυβέρνηση, σκύψει με προσοχή πάνω από τις υποδείξεις που έχουν διατυπωθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αποδείξει ότι ξεπερνά τα όρια της ρητορείας όταν δήλωνε, δια στόματος του πρωθυπουργού, στο διεθνές συνέδριο του περασμένου Ιουνίου, ότι «στον πολιτισμό μας δεν έχουν θέση οι διακρίσεις λόγω φύλου». Εξάλλου, η ευρωπαϊκή νοηματοδότηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των κοινωνικών όπως και των ατομικών, μακράν του να τροφοδοτεί με νομικά επιχειρήματα ιδιωτικές επιθυμίες των ανθρώπων (το «έχω δικαίωμα» να μην πληρώνω φόρους και δημόσια βάρη, να ρυπαίνω το πεζοδρόμιο του σπιτιού μου, και οτιδήποτε άλλο παρόμοιο), εμπλουτίζει τη δημοκρατία εντός του κάθε εθνικού κράτους. Αρκεί η κυβέρνησή του να την αντιμετωπίζει χωρίς την προκατάληψη της εθνικής παντογνωσίας και αυτάρκειας.
* Ο Πέτρος Στάγκος είναι καθηγητής του ευρωπαϊκού δικαίου στη Νομική Σχολή της Θεσσαλονίκης, πρόεδρος του ΔΣ του Κέντρου Ερευνών του ΑΠΘ για τον ευρωπαϊκό νομικό πολιτισμό και μέλος της Ευρωπαϊκής επιτροπής κοινωνικών δικαιωμάτων στο Συμβούλιο της Ευρώπης.