Π.Κ. Ιωακειμίδης
Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο) υιοθέτησε ομολογουμένως μια αυστηρή θέση απέναντι στην Τουρκία σε υποστήριξη της Κύπρου στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της οποίας παρανόμως δραστηριοποιείται η Τουρκία διεξάγοντας γεωτρήσεις για την ανεύρεση φυσικού αερίου, κλπ. Πέραν της λεκτικής καταδίκης η Ένωση εξετάζει το ενδεχόμενο να λάβει μέτρα ενάντια στην Τουρκία και μάλιστα “στοχευμένα μέτρα” (targeted measures), μια φράση που συνήθως υπονοεί κυρώσεις οικονομικού ή πολιτικού χαρακτήρα. Θα υιοθετήσει όμως η Ένωση όντως κυρώσεις ενάντια στην Τουρκία; Η εκτίμησή μου είναι ότι μάλλον είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνει κάτι τέτοιο, να υιοθετηθούν δηλαδή ουσιαστικές κυρώσεις που θα πονέσουν την Τουρκία, πολύ περισσότερο που η υιοθέτησή τους σε πρώτη φάση απαιτεί ομοφωνία στο Συμβούλιο. Και εδώ θα πρέπει να καταλάβουμε τα όρια και την περιπλοκότητα στη σχέση Ευωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας. Και τα όρια αυτά φωτίζονται από τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων (GAC) της ΕΕ στα οποία αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι “επιβεβαιώνεται η υψηλή σημασία που η Ένωση αποδίδει στη σχέση της με την Τουρκία, ένας εταίρος-κλειδί” (key partner). Και η “υψηλή σημασία” της σχέσης υπογραμμίζεται μεταξύ άλλων από το γεγονός ότι η Τουρκία φιλοξενεί στο έδαφός της 4 εκ. πρόσφυγες και μετανάστες που σχεδόν όλοι τους θέλουν να περάσουν στις χώρες μέλη της Ένωσης (μέσω Ελλάδας κατά κανόνα).
Το γεγονός ότι δεν γίνεται κάτι τέτοιο οφείλεται στη γνωστή Συμφωνία/Δήλωση Ένωσης – Τουρκίας. Εάν η Άγκυρα αποφασίσει “να καταγγείλει” τη Συμφωνία όπως έχει γνωστοποιήσει στην Ένωση ότι θα κάνει στην περίπτωση κυρώσεων, τότε η Ένωση και οι χώρες μέλη της θα βρεθούν αντιμέτωπες με νέα μείζονος σημασίας προσφυγική/ μεταναστευτική κρίση. Όθεν και η διαφαινόμενη απροθυμία για την υιοθέτηση ουσιαστικών κυρώσεων. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι η Κύπρος και η Ελλάδα “θα είναι μόνες στην περίπτωση ενός θερμού επεισοδίου” όπως ισχυρίστηκε πρόσφατα ο Υπουργός Άμυνας Ε. Αποστολάκης. Πρώτα απ’ όλα σε μια τέτοια περίπτωση Κύπρος ή/και Ελλάδα μπορούν να ζητήσουν την ενεργοποίηση της ρήτρας αμοιβαίας συνδρομής της ΕΕ (άρθ. 42,7 της Συνθήκης της Λισσαβώνας). Η ρήτρα αυτή υποχρεώνει τα κράτη μέλη της Ένωσης (και όχι την Ένωση την ίδια ως θεσμό) να συνδράμουν Κύπρο ή Ελλάδα με όλα τα μέσα, διπλωματικά, διοικητικά, στρατιωτικά. Και ήδη η Γαλλία, χώρα-κλειδί της ΕΕ, δήλωσε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ότι είναι παρόθυμη να συνδράμει την Κύπρο ακόμη και με στρατιωτικά μέσα.
Αλλά καλό και επιβεβλημένο είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι, όσο χρήσιμη κι αν είναι η συνδρομή της Ένωσης, δεν πρόκειται να λύσει τα προβληματα στην περιοχή μας. Πολύ περισσότερο που τα όρια της Ευρωτουρκικής σχέσης δεν επιτρέπουν (και δεν πρέπει) στην Ένωση “να στριμώξει την Τουρκία” μέχρι του σημείου της ολικής ρήξης. Η ριζική αντιμετώπιση των προβλημάτων στην ΑΟΖ της Κύπρου έχει ως αφετηριακή προϋπόθεση την επίλυση του Κυπριακού προβλήματος στη βάση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας. Αλλά δυστυχώς για την επίλυση αυτή δεν γίνεται καμιά συστηματική προσπάθεια εδώ και δύο χρόνια περίπου, από το ναυάγιο στο Κραν Μοντανά το 2017.
———————————–
Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.