ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΑΡΑΪΤΙΔΗ
Πρέσβη επί τιμή
Το συνεχώς ογκούμενο ρεύμα παράτυπης μετανάστευσης που έχει ως αφετηρία την Τουρκία και ως προορισμό την Ελλάδα, με την έκταση που έχει λάβει, τις συνέπειες που επιφέρει κυρίως στα νησιά μας του Αιγαίου και τα πολλαπλά προβλήματα που δημιουργεί στη διαχείριση του από τις ελληνικές αρχές έχει ήδη προσλάβει τη μορφή δραματικού προβλήματος με άλλη εξέλιξη.
Tο ζήτημα προκλήθηκε από την χρόνια και επιδεινούμενη εμπόλεμη κατάσταση στη Μέση Ανατολή και την αναπόφευκτη μαζική φυγή των θιγόμενων πληθυσμών προς την Τουρκία με στόχο την μετάβαση και εγκατάσταση τους σε κεντρικές ευρωπαϊκές χώρες, κυρίως μέσω ελληνικού εδάφους.
Είναι αληθές ότι το φαινόμενο αυτό υπάρχει από αρκετών ετών και παρά τις δυσκολίες που δρομολογούσε η χώρα μας κατόρθωνε να το ελέγχει, τουλάχιστον σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην προκαλεί μείζονος τάξεως επιπτώσεις. Από την άνοδο όμως στην εξουσία της προηγούμενης κυβέρνησης, το ζήτημα παρουσίασε αύξηση και αλματώδη επιδείνωση. Οι τότε ιθύνοντες με φωτεινή εξαίρεση τον έμπειρο και σώφρονα κύριο Μουζάλα, το αντιμετώπισαν χωρίς κατάλληλη προετοιμασία, με ανεδαφικά κριτήρια πολιτικού ρομαντισμού και ιδεοληπτική προσέγγιση προς ανάδειξη συνεπούς αριστεροφροσύνης. Έτσι διακηρύχθηκε και ετέθη σε εφαρμογή η περιβόητη πολιτική των «ανοικτών συνόρων» που μετέτρεψε μεγάλες περιοχές της Ελλάδας σε καταυλισμούς μεταναστών και δη εγκλωβισμένων καθώς πολλές χώρες της Βόρειας Ευρώπης εσφράγισαν τα σύνορα τους, αρνούμενες ακόμα και τη συμμόρφωση σε σχετικές αποφάσεις της ΕΕ.
Το χειρότερο όλων, όμως, είναι ότι υποτιμήθηκε τελείως ο ρόλος της Τουρκίας η οποία ενεργούσα καιροσκοπικά και υστερόβουλα αποφάσισε ως χώρα διέλευσης των ροών να επωφεληθεί της ευκαιρίας για να ασκήσει πίεση και εκβιαστική πολιτική τόσο προς την ΕΕ για απόσπαση κονδυλίων όσο και προς την Ελλάδα και την Κύπρο για πρόκληση εκφοβισμού και εν γένει για εξαναγκασμό Ελλάδας και Κύπρου να προσέλθουν σε συνομιλίες υπό το κλίμα, τους όρους και το πλαίσιο θέσεων της τουρκικής γραμμής.
Έτσι η Τουρκία απέκτησε τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί το μεταναστευτικό ζήτημα ως μέσο προβολής και ενίσχυσης των στόχων της ακολουθώντας κατά περίσταση αφ’ ενός το δόγμα της «στρόφιγγας» με αυξομοίωση των προς Ελλάδα και Κύπρο ροών και αφετέρου το δόγμα της «μέγγενης» οσάκις επιθυμεί, και δυστυχώς το επιθυμεί παγίως, να πιέσει ασφυκτικά τους δύο πόλους του ελληνισμού. Και ενώ μέχρι προσφάτως η μέγγενη λειτουργούσε χωρίς να ομολογείται, τώρα αναγγέλλεται ρητώς και δημοσίως από την Τουρκική ηγεσία ως επικρεμάμμενη απειλή, προφανώς για να είναι πλέον αποτελεσματικός ο όλος εκβιασμός.
Ενόψει της κατάστασης αυτής, η αντίδραση μας πρέπει να είναι επείγουσα και δραστική, με την λήψη κάθε πρόσφορου μέτρου. Και η εφαρμογή των μέσων αντίδρασης πρέπει να είναι αποφασιστική. Υπό την έννοια αυτή, ορθώς συνεκλήθη προσφάτως το ΚΥΣΕΑ και καλώς ανακοινώθηκαν τα υιοθετηθέντα μέτρα.
Ο απειλούμενος μεταναστευτικός κατακλυσμός επιτάσσει τη συντόμευση της διαδικασίας επί των αιτημάτων ασύλου, την καλύτερη δυνατή φύλαξη των συνόρων, στον Έβρο και στο Αιγαίο και την εξέταση της δυνατότητας να χαρακτηριστεί η Τουρκία ως ασφαλής Τρίτη χώρα ώστε να διευκολύνονται οι επανεισδοχές όσων δεν δικαιούνται να παραμένουν στην ελληνική επικράτεια. Επίσης χρήσιμη θα ήταν και η προσπάθεια συνεννόησης με την Τουρκία έστω και υπό δυσμενείς οιωνούς.
Επιπλέον θα ήταν σκόπιμο να ελεγχθεί η δράση των εμπλεκόμενων στο θέμα ΜΚΟ και να προσεχθεί και ο ρόλος των αντιπροσώπων διαφόρων διεθνών οργανισμών οι οποίοι επιδεικνύουν μία τάση διαρκούς δικαιολόγησης των κινήσεων της Τουρκίας.
Συμπερασματικά το μεταναστευτικό ζήτημα έχει πλέον καταστεί πρόβλημα εθνικής ασφάλειας. Και ενώπιον τέτοιων προβλημάτων, παράλληλα με το σεβασμό των αρχών του ανθρωπισμού, επιβάλλεται η εφαρμογή άμεσων και εν ανάγκη αυστηρών μέτρων.