Γράφει η ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ Ε. ΜΠΟΤΣΙΟΥ

Αν. Καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας και Διεθνούς Πολιτικής

& Διευθύντρια του Κέντρου Ελληνικής και Διεθνούς Ιστορίας (ΚΕΔΙΣ)

του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

 

Η κοινή εξωτερική πολιτική δεν είναι το ισχυρότερο σημείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.). Εύλογα, ίσως, αφού θα αποτελούσε τον ύστατο τομέα εκχώρησης εθνικής κυριαρχίας. Το γνωρίζουμε από την ιστορία της. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση θεμελιώθηκε πάνω στην συνδιαχείριση των πρώτων υλών του πολέμου και της βιομηχανίας (άνθρακα και χάλυβα), αλλά γρήγορα εγκαταλείφθηκαν οι παράλληλες προσπάθειες για αμυντική και πολιτική ένωση. Οι Ευρωπαϊκές Κοινότητες στράφηκαν στην οικονομία και την πιο ρεαλιστική βήμα προς βήμα ολοκλήρωση. Από τη δεκαετία του 1970 τα μείζονα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής αποφασίζονταν στο νέοδιακρατικό όργανο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, δηλαδή από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων.

Η ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική παρέμεινε έκτοτε περισσότερο διακρατική και λιγότερο κοινή. Ιδιαίτερα σε κρίσεις που απαιτούν άμεση παρέμβαση, χωρίς την πολυτέλεια της κοινής μακροπρόθεσμης αποτροπής. Από την πετρελαϊκή κρίση του 1973 μέχρισήμερα, η Ε.Ε. εμφανίζεται διχασμένη και αμήχανη. Χαρακτηριστική περίπτωσησυνιστά ο πόλεμος στη Συρία. Μολονότι επί οκτώ χρόνια σκορπά τη φρίκη απειλώντας γεωπολιτικά κοντινές μας περιοχές, κοινή ευρωπαϊκή πολιτική δεν υπάρχει, πέρα από αόριστες επικλήσεις σε ευρωπαϊκές αξίες και διστακτικές απειλές.

Για άλλη μια φορά, η Ε.Ε. φορτώνει την ευθύνη στις ΗΠΑ. Και παρότι οι λοιδωρίες για τις αντιφατικές πολιτικές του Αμερικανού Προέδρου έχουν την τιμητική τους, η Ρωσία και η Τουρκία,οι οποίες εμπλέκονται άμεσα στο συριακό χάος, νιώθουν άνετα να κουνούν το δάχτυλο στην Ευρώπη. Ο Πρόεδρος της Τουρκίας εγκαλεί δημόσια διπλωμάτες και υπουργούς και απαιτεί αναθεώρηση συνόρων, ενώ η Ρωσία, που έχει κάνει μόνη της αναθεώρηση συνόρων στην Κριμαία, προειδοποιεί π.χ. τους Έλληνες ότι μπορεί να εγκαταλειφθούν από τις ΗΠΑ χάριν της Τουρκίας,  όπως οι Κούρδοι.

Ένας λόγος που κάνει την Ε.Ε. εκμεταλλεύσιμη είναι ότι βλέπει τον πόλεμο μέσα από το στενό πρίσμα του μεταναστευτικού-προσφυγικού. Παγιδευμένη στο φόβο ανόδου αντιευρωπαϊκών-ακροδεξιών κομμάτων, ταμπουρώνεται στα σύνορά της αρνούμενη να εξηγήσει στους πολίτες άβολες αλήθειες. Όπως, για παράδειγμα, ότι οι προσφυγικές-μεταναστευτικές ροές θα συνεχιστούν όσο κρατά ο πόλεμος, όσα χρήματα και αν δώσει η Ε.Ε. στην Τουρκία για να κρατήσει δήθεν μακριά τους απελπισμένους και τους τζιχαντιστές. Ο πόλεμος πρέπει να τελειώσει. Επίσης, η κοινή μεταναστευτική πολιτική για την είσοδο, την κατανομή, τον επαναπατρισμό, αλλά και την αφομοίωση δεν μπορεί να περιμένει άλλο.

Ακόμη χειρότερα, το μεταναστευτικό-προσφυγικόμοιάζει συχνάπρόσχημα. Εν όψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ξαναεμφανίστηκαν κωλύματα που εμποδίζουν διάφορες χώρες να επιβάλουν διαμέσου Ε.Ε.άμεσες κυρώσειςστην Τουρκία: εθνικές εμπορικές σχέσεις, ενεργειακές συνεργασίες, πωλήσεις οπλισμού κ.ά. Οι σημερινές κυρώσεις αφορούν κυρίως μελλοντικά έργα, όταν όλα θα έχουν κριθεί.Δικαίως, επομένως, χώρες σαν τη δική μας, πιο εκτεθειμένες στις συνέπειες του πολέμου, δίνουν έμφαση στη εθνική τους άμυνα και στην σχέση με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και μεμονωμένες χώρες της Ε.Ε.

Η αμερικανική πολιτική στη Συρία είναι διάστικτη από λάθη, αντιφάσεις και διαψεύσεις. Η ανοχή στις πρόσφατες τουρκικές επιθέσεις απειλούν την αξιοπιστία της. Όμως, η Ε.Ε. απέχει πολύ ακόμη και από αυτό το επίπεδο.

 

Πηγή: Tα Νέα 19-20/ Οκτωβρίου 2019