ΚΩΣΤΑ ΜΠΟΤΟΠΟΥΛΟΥ

 

Οι ευρωπαϊκές εκλογές ήλθαν και παρήλθαν, τα αποτελέσματα δεν ήταν δραματικά, η συμμετοχή και η συνειδητοποίηση μεγάλωσαν μέσα στην κρίση, η οποία δεν είναι πια καθημερινά παρούσα αλλά συνεχίζεται, στο πίσω πλάνο, αθόρυβα, διαφορετικά. Η Ευρωπαϊκή Ένωση προχωρά, με τον τρόπο της, σαν κάβουρας που κανείς δεν ξέρει αν έχει και αν ποτέ θα χρησιμοποιήσει τις δαγκάνες του.

Ας δούμε πώς μοιάζει, αυτή τη στιγμή, πριν από τη δοκιμασία της πράξης, ο δρόμος μπροστά:

■ Υπάρχουν «δύο Ευρώπες» … αλλά είναι άνισες. Η πολυσυζητημένη μάχη για την «ψυχή της Ευρώπης» έλαβε χώρα στις 28 κάλπες και είχε νικητή: τους υποστηρικτές της συνέχισης του ευρωπαϊκού πολιτικού σχεδίου. Οι παραδοσιακές μεγάλες δυνάμεις -συντηρητικοί και σοσιαλιστές- υποχώρησαν σχεδόν παντού, αλλά οι λαϊκιστικές -αντιευρωπαϊκές δυνάμεις νικήθηκαν σχεδόν παντού: η Βρετανία δεν μετράει, η Πολωνία και η Ουγγαρία έχουν από καιρό πάρει το δρόμο τους, η μόνη, αλλά μεγάλη, ανατροπή ήρθε από την Ιταλία. Οι κοινωνίες εξέφρασαν χαμηλή σχετικά εκτίμηση για τα φιλευρωπαϊκά κόμματα και τους ενωσιακούς θεσμούς, αλλά δεν έκαναν, ούτε αυτή τη φορά, το βήμα της απόρριψης. Στο Συμβούλιο, στη νέα Επιτροπή και στο νέο Κοινοβούλιο υπάρχουν δυνάμεις αντίστασης στην ενοποίηση και στα κοινά σχέδια, δεν μπορούν όμως να μπλοκάρουν την ετερόκλητη πλειοψηφία του νέου στάτους κβο. Ειδικά για την Επιτροπή, η επιβίωση του θεσμού του Spitzenkandidat (της λήψης υπόψη του αποτελέσματος των ευρωεκλογών για την ανάδειξη του προέδρου), παρά τον κατακερματισμό, και παρά την ανοιχτή αντίθεση μεγάλων χωρών, δίνει μια δυνατότητα περαιτέρω πολιτικοποίησης, που έμεινε στη μέση στην περίοδο Γιουνκέρ, και σχηματισμού ισχυρότερων πυρήνων υποστήριξης του ευρωπαϊκού κοινού συμφέροντος. Εντός του Κοινοβουλίου, η σύμπραξη Σαλβίνι-Λεπέν δίνει στους αντιευρωπαϊστές την ισχυρότερη ομάδα της ιστορίας (73 βουλευτές), αλλά παραμένουν μόλις πέμπτοι, με ελάχιστα εργαλεία στα χέρια τους και με άλλες ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις να τους αμφισβητούν την πρωτοκαθεδρία. Τίποτα δεν θα είναι εύκολο να προχωρήσει, αλλά αν υπάρξει συνεργασία και πολιτική βούληση όλα μπορούν να προχωρήσουν.

■ Το κατακερματισμένο «κέντρο» … είναι σοσιαλιστικό. Μέσα από τη νέα κατανομή δυνάμεων εντός του «μπλοκ της λογικής» –που δεν θα έπρεπε, και αυτή τη φορά, να αποδειχθεί και μπλοκ της ατολμίας–, η τάση είναι: από τις παρυφές προς το κέντρο. Εντός του Λαϊκού κόμματος έχουμε την υπόρρητη επικράτηση της κεντρώας τάσης – παρά τον μη ιδιαίτερα κεντρώο, και γι’ αυτό καταδικασμένο, επικεφαλής του-, την απομόνωση του Όρμπαν και τη απόκρουση κάθε συμμαχίας με τους ακροδεξιούς. Οι Σοσια­λιστές διατήρησαν τη δεύτερη θέση, βρήκαν ένα νέο σύμβολο στο πρόσωπο του Σάντσεθ (ο Αντόνιο Κόστα, για πολλούς λόγους, δεν μπορούσε να παίξει αυτόν το ρόλο) και, κυρίως, «πήδηξαν στο τρένο» των καινούργιων μεγάλων θεμάτων, που έστειλαν ως ορμητικό μήνυμα οι ψηφοφόροι και συγχρόνως ως αίτημα για προτεραιότητες της νέας θητείας: κλιματική αλλαγή και μετανάστευση. Όντας στο κέντρο του κέντρου, απαλλαγμένοι από το τελευταίο βαρίδι που τους έσπρωχνε προς μια ψευδεπίγραφη «Αριστερά» (τον Τσίπρα), με την ατζέντα εκ των πραγμάτων στα χέρια τους (με την κρίση, τυπικά τουλάχιστον πίσω μας, η «κοινωνική Ευρώπη» ξαναπαίρνει τα πάνω της), με τον Φρανς Τίμερμανς να συνεχίζει τις καλές του επιδόσεις στην Αντιπροεδρία της Επιτροπής με ακόμα καλύτερες στη μάχη των ευρωεκλογών και εντός των νέων οργάνων, οι Σοσιαλιστές, παρότι φθαρμένοι σε εθνικό επίπεδο, έχουν όλα τα χαρτιά στα χέρια τους σε ευρωπαϊκό. Πόσο μάλλον που είναι εκ φύσεως κοντά σεπολλά με τις ανερχόμενες πανευρωπαϊ­κά δυνάμεις, τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους, και, αν βρουν τα κανάλια συνεννόησης και συνεργασίας, θα μπορούσαν να κάνουν να προχωρήσει,υπό πολύ πιο αντίξοο συσχετισμό δυνάμεων, το «κεντροαριστερό άλμα» που δεν κατάφεραν οι πρόγονοί τους της δεκαετίας του 1980 με τις 12 σοσιαλιστικές κυβερνήσεις στα 15 μέλη της τότε Κοινότητας.

■ Το στοίχημα της ανάπτυξης είναι παρόν … αλλά μετέωρο. Η οικονομία υπήρξε σε αυτές τις ευρωεκλογές λιγότερο προβεβλημένο και λιγότερο κρίσιμο στοίχημα, καθώς η κρίση κούρασε και υποχώρησε στο μυαλό των ψηφοφόρων, νέα θέματα ήρθαν μπροστά (στάση έναντι του Τραμπ, απόκρουση των εντός των τειχών λαϊκιστών, κλιματική αλλαγή) και ένα είδος μοιρολατρίας –ότι η ζωή δεν μπορεί να βελτιωθεί πολύ αλλά και ότι η ζωή δεν είναι μόνο τα χρήματα– μοιάζει να επικρατεί στην Ευρώπη. Αυτά όλα ισχύουν, αλλά δεν σημαίνουν ότι το στοίχημα της ανάπτυξης έπαψε να είναι το θεμέλιο των πάντων και ο ανεμοδείχτης για τις επιτυχίες ή τις αποτυχίες που μας περιμένουν τα επόμενα χρόνια. Το στοίχημα αυτό ξεκαθάρισε, ή και άλλαξε περιεχόμενο μέσα από τις ευρωεκλογές, και αυτό είναι, κατά τη γνώμη μου, μία από τις θετικότερες συνέπειες τους. Πλέον ξέρουμε ότι η ανάπτυξη θα είναι χωλή –στην πραγματικότητα, δεν θα υπάρξει ανάπτυξη– αν δεν κινηθεί και στα ακόλουθα τρία επίπεδα: να είναι «βιώσιμη», υπό την έννοια της λήψης υπόψη σε κάθε μέτρο και κάθε απόφαση του περιβαλλοντικού παράγοντα και γενικότερα της ποιότητας ζωής· να είναι «κοινή», υπό την έννοια της απομάκρυνσης από τα αποσπασματικά, εθνικά ή τομεακά, σχέδια και τη σύνθεση σε ένα πολιτικό πρόγραμμα για όλη την Ένωση, και όχι μόνο την Ευρωζώνη, με αιχμές την έρευνα, την καινοτομία και τον πολιτισμό· και να είναι «κοινωνική», ταγμένη δηλαδή στην αντιμετώπιση των μεγάλων ανισοτήτων που γιγαντώθηκαν κάτω από την τριπλή επίδραση της παγκοσμιοποίησης, της τεχνολογικής έκρηξης και του λαϊκισμού. Η Ευρώπη που έρχεται δεν έχει την πολυτέλεια να μη συγκροτήσει μια πραγματική «οικονομική διακυβέρνηση», στην οποία, αναγκαστικά, δεν θα συμμετέχουν όλες οι χώρες, αλλά η οποία, υποχρεωτικά, θα πρέπει να έχει ως σκοπό την ευημερία όλων των πολιτών. Δεν δικαιούται, επίσης, να μείνει άπραγη μπροστά στις μεγάλες ανισότητες και να μην πάρει θετικά μέτρα τουλάχιστον για τη μισθολογική ισότητα ανδρών και γυναικών, την ευκολότερη ένταξη των νέων στην αγορά εργασίας, και μάλιστα υπό συνθήκες μεγαλύτερης κινητικότητας, και την αποκοπή μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων από την πρόσβαση στην τεχνολογία και στον τρόπο ζωής που συνδέεται άρρηκτα με αυτήν.

■ Υπάρχουν οι συνθήκες για τη διαφορά … αλλά πιθανότατα θα μείνουν όλα ίδια. Όπως είχε γίνει και πριν πέντε χρόνια, αλλά με ακόμη εντονότερο τρόπο –οι πολίτες έστειλαν καθαρότερο μήνυμα κι επέτρεψανστο λύκο να βρεθεί ακόμα πιο κοντά στο κοτέτσι–, όλοι οι «παίκτες» και οι διαμορφωτές γνώμης στο ευρωπαϊκό παιχνίδι έχουν συνείδηση ότι το ποδήλατο πρέπει να κινηθεί πιο γρήγορα και προς άλλη κατεύθυνση, αλλιώς θα πέσει. Κατά την προεκλογική καμπάνια δεν συζητήθηκαν, και ίσως ορθώς, για να μην τρομάξουν τους πολίτες και να μη δώσουν μια αίσθηση εσωστρέφειας, ζητήματα θεσμικών αλλαγών και πολιτικών αλμάτων. Κι όμως και τα δύο αυτά είναι πιο απαραίτητα από ποτέ. Ένα πιο πολιτικό πρόγραμμα και μια πιο δεμένη ομάδα από πλευράς Επιτροπής. Παραμερισμός, εκτός από τα λεγόμενα «εθνικά θέματα», που δεν μπορούν να είναι παραπάνω από ένα ή δύο για κάθε χώρα, των «ιδιαιτεροτήτων» εντός Συμβουλίου και, σε κάθε περίπτωση, μηδενική αντοχή έναντι κάμψεων του ευρωπαϊκού κράτους δικαίου. Μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ των πολιτικών ομάδων πέριξ του «νέου κέντρου» στο Κοινοβούλιο για την προώθηση και ιεράρχηση κοινών στόχων. Πόσο πιθανό είναι να γίνουν όλα αυτά; Γίνεται άραγε ο κάβουρας αετός; Αλλά τουλάχιστον τα μάτια είναι στραμμένα προς τα επάνω.

 

Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι Συνταγματολόγος, πρώην ευρωβουλευτής.