του ΚΩΣΤΑ ΣΗΜΙΤΗ
Πρώην πρωθυπουργού
Η έναρξη της συζήτησης σε θεσμικό επίπεδο για την εξέλιξη της ευρωπαϊκής ενοποίησης είχε ορισθεί για το τέλος του 2017. Τότε θα είχαν ολοκληρωθεί οι εκλογικές διαδικασίες στη Γερμανία, στη Γαλλία αλλά και σε άλλες χώρες της Ένωσης. Οι νέες πια κυβερνήσεις θα διέθεταν την εντολή να χειριστούν τα εκκρεμή για καιρό προβλήματα. Η συζήτηση άρχισε όμως προτού σχηματισθεί στη Γερμανία νέα κυβέρνηση. Αιτία ήταν κατά κύριο λόγο η ομιλία του Γάλλου προέδρου Μακρόν στις 26 Σεπτεμβρίου για την «επανίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης» αλλά και η ομιλία του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζ. Κ. Γιούνκερ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την «κατάσταση της Ένωσης».
Οι περισσότερες χώρες, δεν έχουν ακόμη διατυπώσει θέσεις. Περιμένουν την εξέλιξη της συζήτησης για να εκφρασθούν. Τα κύρια θέματα έχουν πάντως επισημανθεί στη δημόσια συζήτηση εδώ και χρόνια.
Θα αναφερθώ σε μερικά κύρια ερωτήματα.
- Πρόοδος της ευρωπαϊκής συνεργασίας σε όλους τους τομείς ή περιορισμός της διεύρυνσης της Ένωσης σε μερικά βασικά θέματα όπως είναι η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και η αμυντική συνεργασία; Σε πολλές χώρες υπάρχουν πολιτικές παρατάξεις, που θεωρούν αναγκαία την ύπαρξη ενός εθνικού χώρου, όπου ευρωπαϊκές παρεμβάσεις δεν θα είναι δυνατές. Στελέχη π.χ. της ελληνικής κυβέρνησης συζητούν τη δυνατότητα δημιουργίας τράπεζας, η οποία δεν θα υπάγεται στην εποπτεία ούτε της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ούτε της Τράπεζας της Ελλάδος.
Αυτή η εθνικολαϊκιστική νοοτροπία που υποστηρίζει τον περιορισμό της Ένωσης σε ένα εξαιρετικά περιορισμένο κύκλο θεμάτων παραβλέπει ότι λόγω της στενής σύνδεσης/αλληλεξάρτισης των οικονομιών και των κοινωνιών σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο αυτόνομες πολιτικές για κοινά προβλήματα δεν είναι πια δυνατές. Η κλιματική αλλαγή, η μετανάστευση, οι κερδοσκοπικές τακτικές στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, η προστασία των προσωπικών δεδομένων είναι θέματα που αποδεικνύουν την ανάγκη της ευρωπαϊκής αλλά και της παγκόσμιας συνεργασίας. Ένα από τα πρώτα θέματα στο οποίο αποφασίστηκε ευρωπαϊκή συνεργασία ήταν η αλιεία. Θέμα χωρίς κοινό ενδιαφέρον θα νόμιζε κανείς. Όμως υπήρξαν συνεχείς συγκρούσεις μεταξύ των κρατών με αλιευτικούς στόλους που είχαν ως αποτέλεσμα την εφαρμογή κοινών κανόνων. Η αγνόηση του περιβάλλοντος και ο εγωκεντρισμός στο σύγχρονο κόσμο δεν είναι δυνατά. Η εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας είναι ίσως το πιο χτυπητό παράδειγμα των αρνητικών συνεπειών που συνεπάγονται.
Ένα δεύτερο ερώτημα:
- Συνέχιση του υπάρχοντος πλαισίου για τη λειτουργία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης ή διαμόρφωση ενός νέου με την ολοκλήρωση της σημερινής ημιτελούς αρχιτεκτονικής, ώστε να είναι ταχύτερες και πιο αποτελεσματικές παρεμβάσεις δυνατές; Υπάρχουν πολλές και διαφορετικές προτάσεις. Σύμφωνα τις θέσεις που δημοσιεύθηκαν από Γάλλους και Γερμανούς οικονομολόγους «ένα ενιαίο νόμισμα με 18 διαφορετικά δημόσια χρέη που είναι αντικείμενο της ελεύθερης κερδοσκοπίας των αγορών, με 18 φορολογικά και κοινωνικά συστήματα, τα οποία ανταγωνίζονται το ένα το άλλο χωρίς περιορισμούς, δεν μπορεί να λειτουργήσει και δεν πρόκειται ποτέ να λειτουργήσει». Ισχυρίζονται επίσης ότι, τα μέτρα που έλαβε η Ευρωζώνη οδήγησαν «στην κοινωνικοποίηση των οφειλών των χρηματοδοτικών οργανισμών και των τραπεζών» πράγμα απαράδεκτο. Οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι εξαναγκάστηκαν να καλύψουν τις ζημιές και να πληρώσουν τα χρέη των τραπεζών. Η Νομισματική Ένωση δεν μπορεί κατά την άποψη των οικονομολόγων αυτών να εξασφαλίσει σταθερότητα χωρίς να υπάρξει ταυτόχρονα ένας κοινός οργανισμός για την μεταβίβαση πόρων σε χώρες που πάσχουν από οξύτατη έλλειψη ρευστότητας. Καταστάσεις οι οποίες υποχρεώνουν ένα κράτος μέλος να πάρει δρακόντεια μέτρα σε βάρος του πληθυσμού του, όπως συνέβη στην περίπτωση της Ελλάδας, θα πρέπει να αποτελούν εξαίρεση. Απαραίτητη είναι γι’ αυτό μια «ευρωπαϊκή εκτελεστική εξουσία», μια «οικονομική κυβέρνηση» με δικαίωμα επέμβασης στην δημοσιονομική πολιτική των κρατών μελών, με δικό της προϋπολογισμό, ώστε να είναι σε θέση να στηρίξει την ανάπτυξη και τις διαρθρωτικές μεταβολές. Η «οικονομική κυβέρνηση» θα επιλέγεται από τη Βουλή της Ευρωζώνης και θα λογοδοτεί σ’ αυτήν.
- Ως προς την ανεύρεση των αναγκαίων πόρων για τις ενωσιακές πολιτικές προτείνεται η θέσπιση ενός υψηλότερου ευρωπαϊκού προϋπολογισμού και η διαμόρφωση μια κοινής πολιτικής ανάπτυξης και απασχόλησης. Οι αναγκαίοι πόροι θα προέρχονται είτε από ποσοστό του φόρου εισοδήματος που καταβάλουν τα νομικά πρόσωπα σε κάθε κράτος μέλος ή από την θέσπιση φόρου επί των μεταβιβάσεων κεφαλαίων, π.χ. ενός ποσοστού 0,05%. Στόχος είναι η χρηματοδότηση επενδύσεων και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας με ανάπτυξη νέων τεχνολογιών. Αναγκαία θεωρείται επίσης η μετατροπή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, όπως το ΔΝΤ, το Ταμείο αυτό θα χρηματοδοτεί τα κράτη μέλη που παρουσιάζουν φαινόμενα οικονομικής κρίσης. Δεν θα τα εποπτεύει όμως όπως το ΔΝΤ.
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που έχει επισημανθεί από καιρό είναι το θέμα των διαφορών οικονομικού επιπέδου μεταξύ των κρατών μελών, ειδικότερα μεταξύ Βορρά και Νότου. Αναγκαία κρίνεται η ύπαρξη οικονομικής πολιτικής σύγκλισης, που θα στοχεύει στον περιορισμό των αναπτυξιακών διαφορών μεταξύ των κρατών μελών.
Η Γερμανία αλλά και άλλες χώρες αντιτίθενται σθεναρά σε όποιες προτάσεις σταθερής οικονομικής στήριξης σε κράτη μέλη. Θεωρούν ότι το θέμα αυτό αντιμετωπίζεται ήδη και θα ρυθμίζεται και μελλοντικά στα πλαίσια των ειδικών υφισταμένων προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως τα διαρθρωτικά προγράμματα. Επισημαίνουν ότι ορισμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, δεν απορροφούν όλα τα χρήματα που τους δίνονται. Θεωρούν επίσης ότι η χρηματοδότηση κρατών, είτε μέσω ενός ευρωπαϊκού προϋπολογισμού είτε ως στήριξη οικονομικά ασθενέστερων μελών, πρέπει να πραγματοποιείται μόνον με μηχανισμούς που εξασφαλίζουν τις αρχές του ελέγχου, της υπευθυνότητας και αιρεσιμότητας. Δεν είναι δυνατές οι ανέλεγκτες παροχές χρημάτων.
Η οικονομική πολιτική της Ένωσης δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στον περιορισμό των ελλειμμάτων των κρατών μελών. Η προσπάθεια αυτή, αν και αναγκαία, έχει ως συνέπεια να μη δίνεται η οφειλόμενη προσοχή σε προβλήματα ανάπτυξης, ανταγωνιστικότητας της Ένωσης και προώθησης τεχνολογικών καινοτομιών. Χρειάζεται λοιπόν να επανεξεταστούν οι κύριοι οικονομικοί στόχοι. Μόλις πρόσφατα π.χ. η Ένωση ασχολήθηκε με την ανάπτυξη της ρομποτικής τεχνολογίας, όταν η Κίνα προσπάθησε να αγοράσει μια από τις πιο αναπτυγμένες επιχειρήσεις του τομέα στη Γερμανία. Αποφασίστηκε να μην επιτραπεί η πώληση και επισημάνθηκε ότι θα πρέπει να διαμορφωθεί κοινή πολιτική για την υψηλή τεχνολογία.
Ως σημαντικοί στόχοι αναφέρονται συχνότατα η μείωση της ανεργίας και η κοινωνική δικαιοσύνη. Αλλά συγκεκριμένα μέτρα δεν λαμβάνονται. Ενδεικτικό είναι ότι η ίδια Επιτροπή σημειώνει ότι η πρόοδος που καταγράφεται είναι ισχνή σε σχέση με την ανεργία των νέων αν και πρόκειται για ένα από τα πιο σημαντικά θέματα.
Ας έρθω τώρα σε ένα από τα πιο κύρια προβλήματα. Είναι ο εφαρμοζόμενος τρόπος θεσμοθέτησης νέων κανόνων. Η αλλαγή των Συνθηκών αν και είναι απαραίτητη σε πολλά θέματα είναι ένα επίπονο εγχείρημα. Η τελευταία αλλαγή πραγματοποιήθηκε μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας το 2009. Ήταν το αποτέλεσμα διαπραγματεύσεων πολλών ετών. Αρχικά, το 2004, είχε συμφωνηθεί ένα νέο Σύνταγμα της Ένωσης. Οι Γάλλοι και οι Ολλανδοί το απέρριψαν όμως σε δημοψηφίσματα το 2005. Η ισχύουσα Συνθήκη επιβάλλει ομοφωνία για την τροποποίησή της. Σε ορισμένους τομείς εννέα χώρες κατ’ εξαίρεση μπορεί μέσω της λεγόμενης «ενισχυμένης συνεργασίας» να συμφωνήσουν νέους κανόνες για τις μεταξύ τους σχέσεις και προώθηση της ενοποίησης. Αυτό συνέβη όμως σε ελάχιστα και όχι ιδιαίτερα σημαντικά θέματα, ένα από αυτά αφορά την έκδοση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Η αμφισβήτηση του κανόνα ομοφωνίας θα ενταθεί. Οι προηγμένες χώρες θα επιμείνουν σε άρση του κανόνα της ομοφωνίας για θέματα που τις αφορούν ιδιαίτερα. Θέλουν να προχωρήσει ο πυρήνας της Ένωσης ταχύτερα προς την ενοποίηση.
Ανάγκη αλλαγής της υπάρχουσας πολιτικής και νομοθεσίας έχει επισημανθεί και στα εξής θέματα: Τα αναφέρω πολύ σύντομα. Είναι η ανάπτυξη κοινών στρατιωτικών δυνατοτήτων πέραν εκείνων που ήδη υπάρχουν και υπάγονται στο ΝΑΤΟ με την προώθηση της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Ένωσης μέχρι το 2025. Το πρόβλημα των προσφύγων και των μεταναστών. Η δημιουργία μιας κοινής αστυνομίας συνόρων-συνοριοφυλακής και ακτοφυλακής που έχει ήδη προχωρήσει. Η βελτίωση του υπάρχοντος μηχανισμού συγκέντρωσης πληροφοριών και συνεργασίας για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Η επέκταση των πεδίων της κοινής έρευνας και η ανάπτυξη της τεχνολογίας.
Στη Γαλλία αλλά και σε άλλες χώρες έχουν θέσει επίσης θέματα που αφορούν τη δημοκρατικότερη λειτουργία της Ένωσης. Θεωρούν ότι θα πρέπει οι πολίτες να έχουν αμεσότερη δυνατότητα έκφρασης των απόψεων προς τα όργανά της. Έχει προταθεί π.χ. η δημιουργία ενός κοινοβουλίου της ΟΝΕ. Θα αποτελείται από ευρωβουλευτές της Ευρωζώνης είτε από βουλευτές των εθνικών κοινοβουλίων των μελών της ΟΝΕ.
Η συζήτηση των θεμάτων αυτών είναι μάλλον πρόωρη. Προηγουμένως θα πρέπει να έχει ισχυροποιηθεί η δυναμική της ενοποίησης, ώστε να γίνει ευρύτερα αποδεκτό ένα νέο σύστημα διακυβέρνησης της Ένωσης. Μέχρι στιγμής π.χ. οι απόψεις για την σύνθεση και τον τρόπο εκλογής της βουλής της ΟΝΕ είναι πολλές και αντιφατικές.
Ριζοσπαστικότερη είναι η σκέψη το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να εκλέγεται απ’ ευθείας σε ευρωπαϊκές εκλογές με διακρατικές λίστες υποψηφίων. Θα δημιουργηθεί έτσι ένα ευρωπαϊκό κομματικό σύστημα και το Κοινοβούλιο δεν θα εκφράζει όπως σήμερα μόνο συμβουλές και γενικές εκτιμήσεις αλλά θα αποκτήσει άμεσο ρόλο στη λήψη των αποφάσεων. Θα δημιουργηθεί έτσι το βήμα, ώστε τα διάφορα κοινωνικά συμφέροντα να εκφρασθούν υπερβαίνοντας τα σύνορα κάθε κράτους.
Πληθώρα θεμάτων λοιπόν. Πληθώρα αντιδράσεων και απόψεων. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε να βάλει κάποια τάξη τον περασμένο Οκτώβριο για να δείξει ότι δεν αγνοεί το πρόβλημα. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου παρουσίασε ένα πρόγραμμα των κυρίων θεμάτων που θα συζητηθούν μέχρι τον Ιούνιο 2019. Η συζήτηση θα πραγματοποιηθεί είτε στο Συμβούλιο είτε σε ένα άτυπο σχήμα με συμμετοχή όλων των μελών ανάλογα με το θέμα. Το πρόγραμμα ονομάστηκε Leaders Agenda. Στη συνεδρίαση που θα πραγματοποιηθεί στις 14 Δεκεμβρίου θα εξετασθούν τα θέματα της άμυνας, της εργασίας και της ανάπτυξης, το προσφυγικό και η τραπεζική Ένωση. Το πρόγραμμα είναι αρκετά πυκνό για το πρώτο εξάμηνο του 2018.
Η εμπειρία έχει δείξει, ότι οι σχεδιασμοί αυτοί είναι χρήσιμοι, αλλά περιορισμένα αποτελεσματικοί. Θέματα, για τα οποία υπάρχουν σημαντικές διαφορές απαιτούν μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις, που δεν πραγματοποιούνται μόνο στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια αλλά από τις υπηρεσίες των κρατών μελών σε επανειλημμένες συναντήσεις.
Μία τέτοια εξέλιξη ζήσαμε και ζούμε ακόμη με το μεταναστευτικό πρόβλημα. Μια σημαντική κατάκτηση της Ένωσης ήταν η συμφωνία του Σένγκεν η οποία κατάργησε τα εμπόδια για την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών στην Ένωση. Η κατάκτηση αυτή κλονίστηκε όμως όταν διάφορες χώρες της Ένωσης έκλεισαν για τους μετανάστες τα σύνορά τους ακόμη και υψώνοντας συρματοπλέγματα κατά μήκος τους. Η Ελλάδα αρχικά δεν είχε την υποδομή να πραγματοποιήσει ικανοποιητικούς ελέγχους στους δεκάδες χιλιάδες μετανάστες που την κατέκλυσαν, τους διοχέτευσε προς τις άλλες χώρες όσο το δυνατόν ταχύτερα και χωρίς διατυπώσεις παρά του σχετικούς κανόνες. Η αρμόδια υπουργός υποστήριζε μάλιστα ότι οι μετανάστες εξαφανίζονται. Αργότερα μετά από επανειλημμένες συνεννοήσεις προέκυψε μια προσωρινή ρύθμιση για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού. Η Τουρκία συμφώνησε να μη διοχετεύσει τους πρόσφυγες προς την Ένωση έναντι σημαντικής οικονομικής βοήθειας. Η Ελλάδα, η οποία θα αντιμετώπιζε έτσι ένα περιορισμένο μόνο αριθμό μεταναστών συμφώνησε να κρατεί τους πρόσφυγες, στο έδαφός της και να τους επιτρέπει να συνεχίσουν το ταξίδι τους μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Το προσφυγικό κύμα περιορίστηκε έτσι δραστικά για το διάστημα ενός χρόνου περίπου. Σήμερα έχει αρχίσει πάλι να φουντώνει. Αποτέλεσμα των εξελίξεων ήταν η Συνθήκη του Σένγκεν αλλού να μην ισχύει και αλλού να εφαρμόζεται. Μάλιστα έπαψε να εφαρμόζεται μερικά μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας. Αποτέλεσμα ήταν οι κάτοικοι της Ένωσης να ανήκουν τώρα σε διάφορες κατηγορίες ως προς τον έλεγχο που υποβάλλονται στα σύνορα ανάλογα με την γεωγραφική θέση της χώρας και τους προορισμούς των ταξιδιών τους στην Ένωση.
Η συζήτηση για την ενοποίηση ξεκινούν συνήθως από την υπόθεση ότι θα υπάρξει ένα σχέδιο για τον τρόπο που θα πραγματοποιηθεί. Οι υφιστάμενες πολύ μεγάλες διαφορές στο επίπεδο ανάπτυξης και κοινωνικής οργάνωσης των μελών αποκλείουν όμως να υπάρξει ένα γενικό «πλαίσιο ενοποίησης» που θα πραγματοποιείται κατά προσδιορισμένες βαθμίδες με καθορισμένα χρονικά πλαίσια. Η διαπραγμάτευση για τα περαιτέρω βήματα θα συζητούνται σταδιακά και θα εφαρμόζονται επίσης σταδιακά. Οι προτεραιότητες θα επηρεάζονται όχι μόνον από τη σημασία κάθε θέματος αλλά από το βαθμό δυσκολίας επίλυσής τους. Τα πολύπλοκα θα καθυστερούν. Οι λύσεις δεν θα ισχύουν οπωσδήποτε για το σύνολο των μελών. Πολύ σύντομα, υπό τις σημερινές συνθήκες οι υπάρχουσες υστερήσεις ή οι αναπτυσσόμενες δυναμικές θα οδηγήσουν σε διαφορές επιπέδων ενοποίησης, οι οποίες θα απαιτήσουν πλήθος ειδικών ρυθμίσεων. Το όλο σύστημα θα είναι δύσκολα διαχειρίσιμο από ένα μόνο ενιαίο κέντρο και ενιαίους κανόνες.
Παράδειγμα για τις περίπλοκες καταστάσεις που μπορούν να προκύψουν είναι ο κανόνας, που υποχρεώνει όλες τις χώρες της ΟΝΕ να μην έχουν ετήσιο δημοσιονομικό έλλειμμα άνω του 3% του ΑΕΠ. Η Γαλλία έχει υπερβεί το όριο αυτό τα τελευταία χρόνια και παρά τις παροτρύνσεις του Eurogroup δεν μπόρεσε να συμμορφωθεί μέχρι τώρα στον κανόνα. Αυτό είχε επίσης συμβεί και άλλοτε τόσο με τη Γαλλία όσο και με τη Γερμανία. Ορισμένες χώρες ήθελαν τότε να προχωρήσουν στην επιβολή των προβλεπόμενων γι’ αυτή την περίπτωση ποινών. Τελικά ποινές δεν επιβλήθηκαν τότε ούτε στη Γερμανία ούτε στη Γαλλία. Στην Ελλάδα όμως η οικονομική πολιτική της χώρας ήδη το 2010 έπρεπε να εγκρίνεται από το Eurogroup προτού εφαρμοσθεί. Αν δεν ακολουθήσουμε τα συμφωνηθέντα υπάρχουν σημαντικές αρνητικές συνέπειες π.χ. δεν μας καταβάλλονται οι δόσεις των συμφωνηθέντων δανείων. Αλλά και σε άλλα θέματα υπάρχουν στην πράξη ανισότητες. Παράδειγμα η κατανομή των προγραμμάτων έρευνας. Η μερίδα του λέοντος ανήκει στις προηγμένες χώρες γιατί διαθέτουν τις καλύτερες υποδομές. Είναι η απόδειξη ότι στην Ένωση ισχύουν δύο μέτρα και δύο σταθμά, δύο κανόνες, άλλοι για τους αναπτυγμένους και άλλοι για τις μικρότερες χώρες.
Η ιστορία της Ένωσης μας διδάσκει ότι η ενοποίηση είναι μια διαρκής διαδικασία. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν λυθεί μέχρι τώρα πολλά και σημαντικά προβλήματα. Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1980 ένα από τα κύρια θέματα συζήτησης ήταν η κοινή αγροτική πολιτική. Τα Συμβούλια των Υπουργών Γεωργίας για τον προσδιορισμό των επιδοτήσεων διαρκούσαν μέρες. Σήμερα αν και υπάρχουν προβλήματα, π.χ. υπερπαραγωγή γάλακτος και πτώση της τιμής του, το θέμα της αγροτικής πολιτικής δεν είναι πια επίκαιρο. Το πιο επίκαιρο θέμα τώρα είναι η αντιμετώπιση του κύματος της μετανάστευσης προς την Ευρώπη, ένα πρόβλημα που δεν υπήρχε καν πριν μερικά χρόνια.
Ερωτήματα που απαιτούν απαντήσεις έχουν προκύψει σήμερα και σε σχέση με την «ενιαία αγορά», έναν θεσμό που όλοι θεωρούσαν ως ολοκληρωμένο. Όμως τώρα απαιτούνται νέα μέτρα που αφορούν τον όλο και πιο σημαντικό τομέα της πληροφορικής. Τα παραδείγματα αυτά δείχνουν ότι η κυριαρχούσα υπόθεση εργασίας, ότι η ευρωπαϊκή ενοποίηση έχει ήδη προσδιορισμένους στόχους και βαθμιαία θα τους επιτύχει στο σύνολό τους δεν είναι ορθή. Θα υπάρχουν πάντα προβλήματα. Οριστικές λύσεις σε όλα τα θέματα δεν είναι δυνατές. Το περιβάλλον συνεχώς αλλάζει και απαιτεί νέους στόχους και νέες προσπάθειες. Και η ενοποίηση θα παίρνει διαφορετικές μορφές, θα χρειάζεται νέα σχήματα και διαφορετική έκταση.
Η επιδίωξη της όλο και στενότερης συνεργασίας θα αποτελεί εφεξής ένα σημαντικό θέμα στην εξέλιξη της Ένωσης. Θα επηρεάζει ιδίως τις λύσεις που σχετίζονται με την αποτελεσματική παρουσία της σε διεθνές επίπεδο. Όσο μεγαλύτερο ενδιαφέρον υπάρχει για μια σημαντική παρουσία στο διεθνές επίπεδο τόσο πιο έντονη θα είναι η προσπάθεια. Η τραπεζική ενοποίηση είναι ένα παράδειγμα. Η ενοποίηση διευρύνοντας τις δυνατότητες της Ένωσης δεν θα επιφέρει μόνο μια αλλαγή στη μορφή της Ένωσης. Θα έχει και σημαντικά αποτελέσματα στη προώθηση της ανάπτυξης, την διεύρυνση της δημοκρατίας, την συνεχή πολιτιστική πρόοδο και την ισχυροποίηση της διεθνούς θέσης της.
Έντονες αντιρρήσεις υπάρχουν ήδη σε πολλές χώρες, ιδίως εκείνες με συντηρητικές εθνικιστικές κυβερνήσεις που καλλιεργούν το φόβο της αποξένωσης της χώρας τους από τις παραδόσεις της. Παραδείγματα αποτελούν οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία.
Η Ελλάδα είναι ενταγμένη στη διεθνή συνεργασία σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από άλλες ευρωπαϊκές χώρες λόγω της ιστορίας της, της γεωγραφικής της θέσης και της συνεχούς επαφής της αστικής της τάξης με εκείνες των δυτικοευρωπαϊκών χωρών. Επηρεάζεται όμως σήμερα από εθνικολαϊκιστικές απόψεις.
Ο φόβος της Ευρώπης και της ενοποίησης καλλιεργείται σκόπιμα για να παρεμποδισθεί από κατεστημένες κοινωνικές δομές και συμφέροντα ο εκσυγχρονισμός της χώρας η προσαρμογή της στις διεθνείς εξελίξεις, η δημιουργία ενός περιβάλλοντος ανοιχτού σε νέες διαφορετικές ιδέες και πρωτοβουλίες. Η κωλυσιεργία αυτή δεν είναι χωρίς συνέπειες. Περιορίζει δραστικά τις δυνατότητες ανάπτυξης και ενισχύει την καθυστέρηση. Εθίζει την κοινωνία στον καιροσκοπισμό, στην ιδιοτέλεια, στις αντιφάσεις, στην επίκληση οποιουδήποτε ασχέτου ή ανοήτου επιχειρήματος επενδεδυμένουμε τον κατάλληλο ιδεολογικό ή «εθνικό» μανδύα.
Η Ελλάδα θα πρέπει στη διαδικασία ενοποίησης να μην απομακρυνθεί από την πρώτη ομάδα, τον εσωτερικό πυρήνα, θέση που κατέκτησε με την ένταξη της στην ΟΝΕ, αλλά και να εξασφαλίσει βαθμιαία ρυθμίσεις που θα επιτρέψουν την ομαλή προσαρμογή της στο επίπεδο της ομάδας αυτής. Είναι μια εξαιρετικά δύσκολη προσπάθεια που απαιτεί γνώση, σχεδιασμό και στενή συνεργασία τόσο με τις υπηρεσίες της Ένωσης όσο και με τους υπεύθυνους των κυρίων κρατών μελών. Χρειάζεται και η συνεργασία με την κοινωνία, η ειλικρίνεια και η κατατόπιση για τους περιορισμούς που υπάρχουν.
Η ειλικρίνεια σπανίζει. Ένα ιδιαίτερα ενοχλητικό παράδειγμα είναι οι διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης, ότι «με το τέλος των μνημονίων τον Αύγουστο του 2018» θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα. Η Ελλάδα θα απελευθερωθεί από τους υπάρχοντες δεσμούς. Θα αποφασίζει πια ελεύθερα την πολιτική της και θα δανείζεται ό,τι επιθυμεί από τις αγορές. Πρόκειται για παραμύθι.
Πρώτα απ’ όλα: Ο κανονισμός της ΕΕ 472/2013 ορίζει: «Τα κράτη μέλη παραμένουν υπό εποπτεία μετά το πρόγραμμα εφόσον δεν έχει εξοφληθεί το 75% της χρηματοδοτικής συνδρομής που έχει ληφθεί». Με απλά λόγια συνεχίζονται οι έλεγχοι και οι παρεμβάσεις διότι η Ελλάδα θα χρειαστεί ακόμη πολύ καιρό, χρόνια, να αναπληρώσει το 75% των δανείων της.
Είναι ήδη γνωστό ότι η Ελλάδα κατά την τελευταία «αξιολόγηση» αποδέχθηκε να επιτυγχάνει πρωτογενή πλεονάσματα σε μια πρώτη φάση 3,5% του ΑΕΠ και μετά ύψους 2% του ΑΕΠ για απροσδιόριστο ακόμη χρόνο. Η συμφωνία αυτή συνεπάγεται την ουσιαστική εφαρμογή «μνημονιακής πολιτικής» παρά το τέλος των μνημονίων. Βέβαιο είναι επίσης ότι η λήξη του δανεισμού και των μνημονίων θα συνδυασθεί με μια «πιστωτική γραμμή» (δανεισμό) από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας ώστε η Ελλάδα να μπορεί να ανταποκριθεί στις άμεσές της ανάγκες. Ο δανεισμός αυτός θα συνδέεται με όρους που θα αφορούν την οικονομική πολιτική της χώρας.
Οι όροι που θα επιδιώξει και θα επιτύχει ίσως η Ελλάδα το 2018 για τη μείωση του χρέους, θα συνδυαστούν αναπόφευκτα με προϋποθέσεις. Οι αλλαγές–μειώσεις του χρέους που θα συμφωνηθούν θα είναι αιρέσιμες. Η αιρεσιμότητα αυτή αποσιωπάται από την κυβέρνηση. Ήδη Ευρωπαίος αξιωματούχος διευκρίνισε ότι η Ένωση θα παρακολουθεί την υλοποίηση των μεταρρυθμιστικών στόχων που θα έχουν συμφωνηθεί ως προϋπόθεση για την ελάφρυνση του χρέους.
Κατά το δανεισμό από τις αγορές, τέλος, δεν θα ισχύει η αρχή, όπως υπονοείται από την κυβέρνηση, «ότι θα μπορούμε να δανεισθούμε ό,τι ποσό θέλουμε με όποιο επιτόκιο θέλουμε». Τα επιτόκιο δεν θα κυμαίνεται από 1-2%, όπως συμβαίνει στα δάνεια που παραχωρήθηκαν στο πλαίσιο των μνημονίων. Θα είναι ανώτερο, ίσως και 4%, και σύμφωνα με τις εξελίξεις μπορεί να καταστεί απαγορευτικό για δανεισμό, 6% και περισσότερο. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρείται βέβαιο, ότι η Ελλάδα μετά το 2018, θα προσφύγει γρήγορα στο δανεισμό από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Αναπόφευκτη συνέπεια θα είναι η επιβολή νέων όρων στην οικονομική πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης.
Η επίσημη Ελλάδα δηλώνει με αυταρέσκεια ότι η χώρα παρά την κρίση συμμετέχει στον «σκληρό πυρήνα της Ένωσης». Η αλήθεια είναι αρκετά διαφορετική και ορατή σε όλους. Ανήκουμε μεν στην ΟΝΕ αλλά υπό πολλούς ειδικούς όρους, που έχουν περιορίσει δραστικά τις δυνατότητές μας και μας έχουν σχεδόν οδηγήσει σε ακραία εξάρτηση από τον πραγματικό σκληρό πυρήνα της Ένωσης. Στην Ευρώπη των διαφορετικών ταχυτήτων και των διαφορετικών επιπέδων ενοποίησης που έρχεται θα επιβιώσουμε με κόπο και προσπάθεια στα κατώτερα σκαλιά. Φαντασιώσεις, ιδεολογικές εξάρσεις αντιφατικές στάσεις, άγνοια των εξελίξεων στο σύγχρονο κόσμο και κυρίως πολιτική που καθορίζεται από κομματικές προτεραιότητες και γνώμονα τον έλεγχο της εξουσίας είχαν και θα έχουν αυτό το αποτέλεσμα της συνεχούς υστέρησής μας. Είναι μια εξέλιξη που έχουμε υποχρέωση να προλάβουμε με έναν αποτελεσματικό σχεδιασμό της ανάπτυξης, με μια σε βάθος χρόνου ρεαλιστική μείωση/ελάφρυνση του χρέους και με ολοκληρωμένη Ευρωπαική πολιτική.
*Ομιλία στον ΟΠΕΚ Ιωαννίνων στις 13 Δεκεμβρίου 2017