Δρ. ΔΗΜΗΤΡΗΣ Α. ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟΣ

Πρέσβυς ε.τ.

 

Με αφορμή πρόσφατο δημοσίευμα του BBC για Μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα, και κυρίως τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν απ’ αυτό, θα ήθελα να υποβάλω μερικά σχόλια με την μορφή υπόμνησης ορισμένων κανόνων που ισχύουν σήμερα στο ζήτημα των εθνικών μειονοτήτων. Πιστεύω ότι μια σύντομη, ψύχραιμη και νηφάλια, ανασκόπηση της σημερινής πραγματικότητας μπορεί να συμβάλει στην αποκατάσταση της συλλογικής μας πνευματικής υγείας.

Η έκφραση εθνική (national) μειονότητα είναι γενικός όρος που καλύπτει τέσσερα είδη μειονότητας: εθνοτική (ethnic), πολιτιστική, γλωσσική, θρησκευτική.

Η έννοια του αλυτρωτισμού δεν αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της έννοιας της εθνικής μειονότητας. Αλυτρωτισμός είναι η ιδεολογία που ζητεί την απελευθέρωση, λύτρωση, ομοεθνών που ζουν «αλύτρωτοι» σε μιαν άλλη χώρα. Αποτελεί διακρατικό θέμα. Μπορεί βέβαια μια εθνική μειονότητα να υπάρχει χωρίς να αισθάνεται αλύτρωτη, επομένως χωρίς να επιδιώκει την απελευθέρωσή της από ομοεθνείς γείτονες, και ως τέτοια παραμένει εσωτερικό θέμα μιας χώρας. Τα μέλη μιας μειονότητας τείνουν να γίνονται ευεπίφορα σε αλυτρωτικές ιδέες, αν παραβιάζονται τα δικαιώματά τους.

Στην χώρα μας, όταν τίθεται θέμα μειονότητας, η συζήτηση μετατρέπεται, σχεδόν νομοτελειακά, σε συζήτηση για αλυτρωτισμό. Αυτό συμβαίνει και σε σχέση με την Συμφωνία των Πρεσπών (ΣτΠ), πιο πρόσφατα με αφορμή το άρθρο του BBC. Τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση στο αντίκρισμα της λέξης «μειονότητα» είδαν αλυτρωτισμό, η μεν πρώτη για να τον εξορκίσει η δε δεύτερη για να τον επισείσει ως κίνδυνο. Και οι δύο εμφανίζονται να συμφωνούν ότι το βήμα από την μειονότητα στον αλυτρωτισμό είναι αναπόφευκτο. Θεωρούν την χώρα μας ανίκανη να έχει μειονότητες που να μη εμφορούνται από αλυτρωτικές ιδέες. Έτσι ως μόνη άμυνα υιοθετούν την άρνηση των μειονοτήτων.

Η ΣτΠ πράγματι δεν επιτρέπει φαινόμενα αλυτρωτισμού και δεν αναγνωρίζει Μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα, χωρίς να μνημονεύει τον όρο μειονότητα. Δίνει αυτό δικαίωμα στην χώρα μας να εμμένει στην άρνησή της να αναγνωρίζει το δικαίωμα ορισμένων πολιτών της να δηλώνουν ότι ανήκουν σε μια εθνική μειονότητα που ονομάζουν Μακεδονική;  Ή μήπως θα έπρεπε να είχε επιμείνει η πλευρά μας σε ρητή άρνηση της ύπαρξης Μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα στο κείμενο της ΣτΠ;

Θεωρώ ότι θα ήταν αδιανόητο να προσπαθούσε μια σύγχρονη διακρατική συμφωνία στην Ευρώπη να επιλύσει θέματα μειονοτήτων στα συμβαλλόμενα μέρη. Μάλιστα, στην καταφανή προσπάθεια αποφυγής της λέξης «μειονότητα» βλέπω μιαν, επιβεβλημένη, συμμόρφωση προς την θεμελιώδη αρχή του νομικού και πολιτικού πολιτισμού της Δύσης, στην οποία ανήκουμε, σύμφωνα με την οποία «το να ανήκει ένα άτομο σε μια εθνική μειονότητα είναι ζήτημα προσωπικής του επιλογής» (ΟΑΣΕ, Κείμενο Κοπεγχάγης, 1990, παρ. 32). Το κράτος δεν παρεμβαίνει, ο ρόλος του συνίσταται μόνο στην υποχρέωση να σέβεται το δικαίωμα των πολιτών του να ανήκουν σε μειονότητες και να τους διευκολύνει στην άσκηση όλων των δικαιωμάτων τους που απορρέουν απ’ αυτό, όπως το δικαίωμα χρήσης της γλώσσας, σύστασης πολιτιστικών σωματείων, κλπ, κλπ.

Σήμερα η χώρα μας υποχρεώνεται ήδη, ως μέλος του νομικού και πολιτικού συστήματος της Δύσης, να σέβεται τα δικαιώματα αυτά των πολιτών της. Οι μειονότητες υπάρχουν αφ’ ης στιγμής πολίτες της χώρας δηλώσουν ότι είναι μέλη τους. Είναι θέμα πολιτών, όχι κρατικό, ακριβώς όπως και η θρησκεία. Τα δικαιώματα αυτά θεωρητικά ισχύουν από χρόνια στην χώρα μας, δεν τα εισάγει τώρα η ΣτΠ. Μάλιστα η χώρα μας βαρύνεται ήδη με σειρά καταδικαστικών αποφάσεων Ευρωπαϊκών δικαστηρίων στα θέματα αυτά.

Όσο για τον αλυτρωτισμό, ούτε αυτός έχει θέση στο νομικό και πολιτικό σύστημα της Δύσης, ακριβώς γιατί αυτό προστατεύει το δικαίωμα των πολιτών να ανήκουν ελεύθερα σε μειονότητες.