ΣΩΤΗΡΗ ΝΤΑΛΗ*

 

Η συζήτηση  για το μέλλον της Ευρώπης, είναι μια πολυεπίπεδη συζήτηση σε μια «δύσκολη» Ευρώπη που πήρε και μια άλλη διάσταση ενόψει και των ευρωεκλογών του Μαϊου του 2019.

Η ευρωπαϊκή ενοποιητική διαδικασία βυθίστηκε σε μια βαθειά πολιτική κρίση μετά το γαλλικό δημοψήφισμα του 2005 και την οριακή επικράτηση του «όχι» για το Ευρωσύνταγμα.

Ακολούθησε η οικονομική και κοινωνική κρίση του 2008 που ήλθε από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού στην οποία προστέθηκε το 2015 και η μεγάλη κρίση του προσφυγικού. Κάπως έτσι η ΕΕ βρέθηκε να βιώνει μια μεγάλη εσωτερική σύγκρουση. Όπου από τη μια πλευρά έχουμε  σήμερα αυτούς που ζητούν μια Ευρώπη «φρούριο» (Όρμπαν,  Σαλβίνι και Κατζίνσκι) και από την άλλη πλευρά έχουμε την πρόταση για μια Ευρώπη φιλελεύθερη  με ενισχυμένη προστασία των εξωτερικών συνόρων, που υποστηρίζεται  κυρίως από τον Μακρόν και την Μέρκελ.

Μετά τη νίκη του Εμμανουέλ Μακρόν στις γαλλικές προεδρικές εκλογές  τον Μάιο του 2017, η συζήτηση για  το μέλλον της Ευρώπης πήρε μια νέα διάσταση  όσον αφορά στην προώθηση της ευρωπαϊκής ενοποιητικής διαδικασίας.

Το γαλλικό λαϊκιστικό κύμα είχε αρχίσει  να υποχωρεί.  Με τη βοήθεια του  εκλογικού συστήματος η «σιωπηλή πλειοψηφία» ενώθηκε στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών πίσω από την υποψηφιότητα Μακρόν.  Ο Μακρόν μιλούσε τότε για την ευρωπαϊκή κλίμακα που θα μας επιτρέψει να έχουμε πρωταθλητές στον τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας, να οικοδομήσουμε μια δυνατή οικονομία, και να φτιάξουμε μια οικονομική δύναμη στον μεταβαλλόμενο κόσμο μας. Το είχε περιγράψει  εύστοχα και στην ομιλία του στην Πνύκα.

Έδωσε έμφαση σε μια άλλη μέθοδο επανίδρυσης της Ευρώπης και  οι παγκόσμιες ελίτ έβγαλαν έναν αναστεναγμό ανακούφισης γιατί πίστεψαν πως το λαϊκιστικό κύμα θα υποχωρούσε οριστικά.

Σήμερα, λίγο πριν από τις ευρωεκλογές, σε μια Γαλλία κοινωνικής αναταραχής,  το «κίνημα των κίτρινων γιλέκων» απειλεί  με μια ιδιαίτερη  πολιτική φθορά τον Γάλλο πρόεδρο. Τους τελευταίους μήνες δεκάδες χιλιάδες γάλλοι πολίτες συνέχιζαν να διαδηλώνουν κάθε  Σάββατο στο Παρίσι και ακολουθούσαν    συγκρούσεις των διαδηλωτών με την αστυνομία στο κέντρο των Παρισίων.  Ενδεικτική ήταν η πρώτη αντίδραση του προέδρου Μακρόν στο Twitter : «Ντροπή σε εκείνους που επιτίθενται στις δυνάμεις ασφαλείας, σε συμπολίτες τους και δημοσιογράφους. Για τέτοιες πράξεις βίας δεν υπάρχει θέση στην χώρας μας». Στη συνέχεια ακολούθησε η πολιτική αναδίπλωση με την απόσυρση των μέτρων που προκάλεσαν τις αντιδράσεις.

Οι διαδηλωτές, που πήραν το όνομα «κίτρινα γιλέκα» από το χρώμα των γιλέκων που είναι υποχρεωμένοι να έχουν οι οδηγοί μεγάλων οχημάτων, επιχείρησαν  να μπλοκάρουν τη χώρα με αφορμή την οικολογική φορολογία που προωθούσε η κυβέρνηση και υποστηρίζουν  ότι ο Μακρόν δεν συμπάσχει με τον μέσο Γάλλο πολίτη και ενσαρκώνει ένα είδος παρισινής, κοινωνικής και πνευματικής ελίτ.

Οι περισσότερες  αναλύσεις παρουσίασαν το “κίνημα των κίτρινων γιλέκων” ως κάτι το ενδιαφέρον που απειλεί τον Μακρόν. Ελάχιστοι  αναγνώρισαν και  μια έντονη μορφή πουζαντισμού που κρύβεται πίσω από αυτό! Το έκανε εύστοχα ο “κόκκινος” Ντάνυ, ο Ντανιέλ Κον –Μπεντίτ.

Ο πρόεδρος Μακρόν ήταν υποχρεωμένος να πορευτεί μέχρι  τις ευρωεκλογές του Μαϊου με στόχο τόσο τις μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό της χώρας όσο  και τη μεταρρύθμιση της ευρωζώνης. Για  τον πρώτο στόχο  χρειαζόταν τη σιωπηλή πλειοψηφία. Για τον δεύτερο είχε  ανάγκη την υποστήριξη της Μέρκελ.

Τα  «εθνικά εγώ»

Σήμερα, η  Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ανάγκη από πολιτικούς  ηγέτες με ξεκάθαρες ευρωπαϊκές θέσεις γιατί αντιμετωπίζει  σοβαρές απειλές. Ηγέτες που δεν θα επικαλούνται διαρκώς το «εθνικό συμφέρον» που εγκλώβισε την ΕΕ στα  «εθνικά εγώ». Σε αυτόν  τον εγκλωβισμό των «εθνικών εγωισμών», εντάσσεται και το βρετανικό δημοψήφισμα που οδήγησε στο Brexit.

Άραγε μπορεί το Brexit, να αφυπνίσει πολιτικά την Ευρώπη και να την κάνει να αλλάξει;

Σήμερα με τη Γερμανία να είναι ο βασικός πρωταγωνιστής  της Ευρωζώνης, είναι προφανής η ανάγκη για ένα πιο λειτουργικό σύστημα  για την Ευρωζώνη, η οποία ούτως ή άλλως αποτελεί  μέρος του προβλήματος γιατί είναι μια ατελής οικονομική και νομισματική ένωση  χωρών –μελών με διαφορετικά χαρακτηριστικά.

Η εμβάθυνση  – ολοκλήρωση της Ευρωζώνης που θα μπορούσε  να συνοδεύεται από τη δημιουργία θέσης υπουργού οικονομικών της Ευρωζώνης, τη μετεξέλιξη του μόνιμου μηχανισμού ΕSM, σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, ανεξάρτητο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (κάποιοι την θεωρούν ευάλωτη σε πολιτικές πιέσεις) ίσως και  Κοινοβουλίου, θα είναι ο βασικός άξονας των θεσμικών συζητήσεων που θα αρχίσουν μετά τις ευρωεκλογές του Μαϊου.

Τις  παραπάνω συζητήσεις πιθανότατα θα συμπληρώνει το σχέδιο ανάπτυξης της ευρωπαϊκής κοινής άμυνας προκειμένου η ΕΕ να είναι σε θέση να εξασφαλίζει τη στρατηγική της αυτονομία, να μπορεί να διαχειριστεί τις διεθνείς κρίσεις μόνη της και να εγγυάται τα εξωτερικά σύνορά της.

Το κλειδί για να ανταποκριθεί η Ευρώπη  στις σημερινές και μελλοντικές προκλήσεις είναι να εξοπλιστεί με την απαραίτητη κυριαρχία. Για να καθορίζει η ίδια η Ευρώπη το μέλλον της χρειάζεται περισσότερη κυριαρχία. Είναι απαραίτητο να αποκτήσει η ΕΕ μια ευρωπαϊκή άμυνα.

Η Ευρωπαϊκή άμυνα απαραίτητη για μια κυρίαρχη Ευρώπη

Αν επιχειρήσει κάποιος  μια αποτίμηση των διεθνών εξελίξεων με γεωπολιτικούς όρους (πάντα  με προσοχή), θα παρατηρήσει πως δυο χώρες η Ρωσία και η Κίνα δείχνουν να ακολουθούν τις νόρμες  του 19ου αιώνα, όταν τα κράτη ανταγωνίζονταν μεταξύ τους συγκεντρώνοντας όλο και περισσότερη στρατιωτική ισχύ σε ένα σύστημα αχαλίνωτου εθνικισμού και άκαμπτης κρατικής κυριαρχίας.

Και οι δυο χώρες  συμπεριφέρονται σαν η ισχύς να είναι ένα  παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Η Μόσχα  επιχειρεί να επανασυναρμολογήσει  τον χάρτη της τσαρικής Ρωσίας του 19ου αιώνα, κυριαρχώντας  στην Κριμαία και διεκδικώντας  τη Νότιο Οσετία, την Αμπχαζία  και άλλες περιοχές της παλαιάς αυτοκρατορίας .

Παρομοίως το Πεκίνο,  επιχειρεί να κατοχυρώσει τη θέση του στη Νότια Κινεζική Θάλασσα, παραβιάζοντας τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας.[1]

Οι  θεωρητικοί της «σκληρής ισχύος» θα  μας συνιστούσαν σήμερα  μια απάντηση του 19ου αιώνα, με πολιτικές ισορροπίας ισχύος και επανεξοπλισμού της Ευρώπης και της Ιαπωνίας.

Όμως σε μια κρίσιμη περίοδο του μεταψυχροπολεμικού κόσμου η διεθνής κοινότητα πρέπει να μείνει μακριά από τους άπληστους εθνικισμούς που οδήγησαν σε δυο καταστροφικούς παγκόσμιους πολέμους.

Η  Ευρώπη από την πλευρά της, έχει υιοθετήσει το μεταπολεμικό διεθνές σύστημα, οικοδομώντας μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης μια πρωτοφανή για την παγκόσμια Ιστορία συνεργασία κρατών, στη βάση της  συνένωσης των εθνικών κυριαρχιών, της αποδυνάμωσης των εθνικών διαχωρισμών και αντικαθιστώντας την επιθετικότητα και την αντιπαλότητα με τη διαπραγμάτευση και τον συμβιβασμό.

Όμως, η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει τα τελευταία χρόνια βυθισμένη σε μια μεγάλη κρίση. Δεν ταλανίζεται μόνο από την κρίση χρέους αλλά  και από μια κρίση υπαρξιακή  που είναι ταυτόχρονα οικονομική, δημογραφική, οικολογική, πολιτική και κρίση θεσμών.

Μπροστά σε αυτήν την πραγματικότητα, η εκλογή Μακρόν στην Προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας και η νίκη του απέναντι στον εθνολαϊκισμό που ήταν μια νίκη του ενσυνείδητου πατριωτισμού απέναντι στον εθνολαϊκισμό,  έδωσε μια νέα διάσταση στη συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης και δημιούργησε νέες προϋποθέσεις για τη γαλλογερμανική συνεργασία που είναι πάντα απαραίτητη για την προώθηση της ευρωπαϊκής ενοποιητικής διαδικασίας. Αμέσως  μετά τη νίκη του, περιέγραψε το όραμά του για μια «άλλη Ευρώπη», κοντά στους πολίτες, τους οποίους θα «προστατεύει». Μακριά από τους πολιτικούς σχηματισμούς «του παρελθόντος», με μεγαλύτερη πολιτική ενοποίηση και με ισχυρή οικονομική αλληλεγγύη. Η αληθινή κυριαρχία οικοδομεί, πρέπει να οικοδομείται μέσα και από την Ευρώπη. Πρέπει  να οικοδομήσουμε μαζί μια ευρωπαϊκή δύναμη ώστε να μπορούμε να αποφασίζουμε,  να μην υπομένουμε εκείνα που οι υπερδυνάμεις θα κάνουν καλύτερα από εμάς, υποστηρίζει ο Μακρόν.

Το κλειδί για να ανταποκριθεί η Ευρώπη  στις σημερινές και μελλοντικές προκλήσεις είναι να εξοπλιστεί με την απαραίτητη κυριαρχία. Για να καθορίζει η ίδια η Ευρώπη το μέλλον της χρειάζεται περισσότερη κυριαρχία. Για  τον Μακρόν είναι απαραίτητο να αποκτήσει η ΕΕ μια ευρωπαϊκή άμυνα.

Η Ευρώπη και στο κέντρο της η γαλλογερμανική συνεργασία έχουν καθήκον και υποχρέωση να μην επιτρέψουν τη διολίσθηση του κόσμου  στο χάος ήταν η πρόταση Μακρόν προς την Μέρκελ.  «Είναι αυτό ακριβώς που αισθάνομαι. Γερμανία και Γαλλία έχουν μεγάλη ευθύνη για την Ευρώπη», απάντησε η γερμανίδα καγκελάριος.  Η γαλλογερμανική συμφωνία του Άαχεν του Ιανουαρίου του 2019, έδειξε πως οι δυο χώρες θα επιχειρήσουν μια επανεκκίνηση της ενοποιητικής διαδικασίας.

Όσο για την Ελλάδα, φαίνεται  πως η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει πειστεί, πως η ελληνική κυριαρχία διασφαλίζεται μέσα από την ενίσχυση της συλλογικής ευρωπαϊκής κυριαρχίας.  Στερείται ευρωπαϊκού   οράματος  για τη χώρα. Δεν πρέπει  να ξεχνάμε πως στις αρχές του 2015 θεωρούσε το ευρώ αιτία της ελληνικής κρίσης και υποστήριζε την αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Η χώρα δεν κατέρρευσε γιατί η Ευρωζώνη λειτούργησε ως δίχτυ ασφαλείας. Ας μην  το ξεχνάμε, ειδικά φέτος που συμπληρώθηκαν 20 χρόνια[2]  λειτουργίας της ευρωζώνης με τις ευρωεκλογές σε δυο μήνες.

*Επικ. καθηγητής διεθνών σχέσεων και ευρωπαϊκής ενοποίησης στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

 

[1] [1] Jamie Metzl: ‘’Back to the Future in Ukraine and Asia’’, The Project Syndicate 10 Μαρτίου 2014

 

[2] Την 1η Ιανουαρίου 1999, αποφασίστηκε από 11 κράτη-μέλη της ΕΕ να χρησιμοποιούν του ευρώ για τις μεταξύ τους χρηματικές συναλλαγές. Η εισαγωγή του ευρώ στη φυσική του μορφή, ως χαρτονόμισμα και νόμισμα, πραγματοποιήθηκε την 1η Ιανουαρίου 2002.