Π.Κ. ΜΑΚΡΗ
Η συγκρότησις «Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας» έχει προβληθεί κατά την διάρκεια δύο, τουλάχιστον, δεκαετιών, ως εμμονικός οραματισμός όλων των Ελληνικών κομμάτων και ως ειλημμένη προγραμματική θέσις όσων εξ αυτών θεωρούν εαυτά εν δυνάμει φορείς εξουσίας. Την υπόσχονται ως πανάκεια της εξωτερικής πολιτικής της χώρας όταν ευρίσκονται εις τα έδρανα της αντιπολιτεύσεως, την λησμονούν κατά τα πρώτα έτη της εκάστοτε διακυβερνήσεώς τους και την επαναφέρουν επί τάπητος, όταν προσεγγίζει εκλογική αναμέτρησις την οποία δεν προσδοκούν να κερδίσουν ―χωρίς, μέχρι στιγμής, παρομοία, όψιμη σπουδή οποιουδήποτε των κυβερνησάντων να έχει προφθάσει να τελεσφορήσει· ευτυχώς..
Ευτυχώς, διότι εκ προοιμίου, άλλοτε λόγω αγνοίας και άλλοτε εξ ιδιοτελούς κουτοπονηρίας επικρατεί ή επιχειρείται, σύγχυσις εννοιών περί την υφή του επιμάχου θεσμού.
Η υπό το κράτος αξιεπαίνων ευσεβών πόθων πλάνη των καλοπροαιρέτων, όπως και η εσκεμμένη παραπλάνησις εκ μέρους των πονηροτέρων, συνίστανται εις το ότι την ίδρυση και λειτουργία Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας και οι μεν και οι δε την ευαγγελίζονται ως πανάκεια εθνικής ομοψυχίας· ως εγγύηση χαράξεως εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής και πολιτικής διεθνούς ασφαλείας της χώρας εις βάθος χρόνου, προς σταθερούς και διαχρονικώς προσδιοριζομένους στόχους, από κοινού και κατά συναίνεση από όλες τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας, υπό όρους ισότητος, υπεράνω κομματικών ανταγωνισμών και άλλα συναφή θεάρεστα.
Συνήθως, μάλιστα, προστίθεται ότι παρόμοια Συμβούλια Εθνικής Ασφαλείας υπάρχουν και λειτουργούν «παντού, σε όλες τις χώρες που σέβονται τον εαυτό τους». Στην πραγματικότητα, βεβαίως, παρόμοια όργανα εθνικής ασφαλείας, ούτε υπάρχουν, ούτε είναι δυνατόν να υπάρξουν οπουδήποτε πλην της φαντασίας Ελλήνων πολιτικών ―, εκτός εξουσίας ή προσεχώς απερχομένων, όπως προανεφέρθη, οι οποίοι επιθυμούν, αναλόγως, την εισπήδηση ή την παραμονή τους εις διαδικασίες λήψεως αποφάσεων.
Ας είμεθα σοβαροί· ούτε εφικτά είναι, ούτε πρέπει ποτέ να επιχειρηθεί να αναπτυχθούν παρόμοια συλλογικά όργανα «πανεθνικού (sic) πολιτικού φάσματος», προς λήψη συναποφάσεων επί των τομέων επί των οποίων εκτείνεται το πλέγμα των διεθνών σχέσεων και της εν γένει ασφαλείας της χώρας.
Ο χώρος της εξωτερικής πολιτικής, της αμύνης και της ασφαλείας οποιασδήποτε χώρας, είναι εκ των πραγμάτων, εκ της φύσεώς του, κατ’ εξοχήν απόρρητος ―ως προς τις καθοριστικές, τουλάχιστον, επιλογές―, και πρέπει να παραμένει στεγανός και αποκλειστικώς κυβερνητικός, χάριν, ακριβώς, περιφρουρήσεως της εθνικής Ασφαλείας.
Είναι αληθές, βεβαίως, ότι εις όλες τις γεωπολιτικώς δραστήριες χώρες ―και πράγματι, όχι στην Ελλάδα―, λειτουργούν μικτά διυπουργικά/διυπηρεσιακά όργανα συνθετικού σχεδιασμού εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής εθνικής ασφαλείας διαφόρων προθεσμιών. Η αρμοδιότητά τους περιλαμβάνει, πέραν του σχεδιασμού και της παραγωγής πολιτικής, την κριτική εποπτεία και διαρκή αξιολόγηση της εφαρμογής της και όταν χρειάζεται, την διόρθωση ή την αναπροσαρμογή της. Η ιδιομορφία των οργάνων αυτών έγκειται ότι εις αυτά συνυπάρχουν, αφ’ ενός, οι πολιτικοί προϊστάμενοι των επί μέρους αρμοδίων κυβερνητικών τομέων και αφ’ ετέρου, κορυφαία υπηρεσιακά στελέχη και εμπειρογνώμονες.
Τα όργανα, όμως, αυτά είναι παντού αμιγώς ενδοκυβερνητικά και η λειτουργία τους παραμένει πάντοτε υπό την κάλυψη αυστηρού απορρήτου. Επιλεγόμενα πορίσματά τους, καταλλήλως διασκευαζόμενα ώστε να απαλλάσσονται των πλέον ευαισθήτων και απορρήτων στοιχείων τους και να καθίστανται επιδεκτικά χαμηλών διαβαθμίσεων ασφαλείας, διαβιβάζονται κατά καιρούς και προς ενημέρωση των εκτός κυβερνήσεως κοινοβουλευτικών δυνάμεων.
Δεν είναι, εν τούτοις, νοητή η παρουσία εις αυτά οποιουδήποτε πέραν πολιτικών και υπηρεσιακών λειτουργών ―μετακλητών ή μονίμων―, όλων απολύτως δεσμευομένων πειθαρχικώς και ποινικώς επί της τηρήσεως του απορρήτου των εργασιών εις τις οποίες συμμετέχουν και των παραγομένων κειμένων και εισηγήσεων.
Εξ’ άλλου, όργανα και διαδικασίες κυβερνητικής ενημερώσεως όλων των συνιστωσών των πολιτικών δυνάμεων επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής και αμύνης, όπως και διακομματικής διαβουλεύσεως επ’ αυτών, ήδη υπάρχουν. Είναι, αναμφιβόλως ―είναι σκόπιμη αυτή η επανάληψις―, επιδεκτικά θεσμικής ενισχύσεως, οργανωτικής βελτιώσεως και εισαγωγής ειδικωτέρων κανόνων τακτικής περιοδικής λειτουργίας τους. Πέραν, όμως, του ευκταίου παρομοίας αναβαθμίσεώς τους, η παρεχομένη εις τους κόλπους τους κυβερνητική ενημέρωσις θα παραμένει, εκ της φύσεως των πραγμάτων και των θεμάτων, επιλεκτική, «μεμετρημένη», «διυλισμένη» και υπό μία έννοια, πρακτικώς ανώδυνη έναντι του κινδύνου διαρροής ευαισθήτων απορρήτων πληροφοριών και προθέσεων.
Π.χ., ήδη υπάρχει και είναι λειτουργικός ―αναλόγως, εννοείται και των διαθέσεων των συμμετεχόντων―, ο θεσμός του «Ανωτάτου Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής» (ΑΣΕΠ). Το συγκαλεί, κατά τακτά διαστήματα, ο Υπουργός Εξωτερικών ο οποίος και προεδρεύει πλαισιούμενος από ανώτατα υπηρεσιακά στελέχη του Υπουργείου Εξωτερικών, οι Αρχηγοί όλων των πολιτικών κομμάτων και οι επικεφαλής των τομέων τους εξωτερικών σχέσεων. Ο θεσμός αυτός δύναται, κατά τα προηγηθέντα, να βελτιωθεί ως προς την προετοιμασία της ημερησίας διατάξεώς του ή ενδεχομένως και να επεκταθεί ―διευρυνομένης αντιστοίχως, της συνθέσεώς του― και επί άλλων τομέων εθνικής ασφαλείας, εσωτερικής και διεθνούς, καταλλήλως προσαρμοζομένου και του τυπικού προσδιορισμού του.
Οι μετά περισσής λαγνείας ομιλούντες περί πολυδυνάμου και κομματικώς πολυσυλλεκτικού «Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας», πέραν του ότι πιθηκίζουν, ως προς την ονομασία, το υπόδειγμα του ομωνύμου οργάνου των ΗΠΑ ―ουδεμία άλλη χώρα της Δύσεως δεν διατηρεί ομοειδής όργανα υπό παρομοία ονομασία―, λησμονούν ή αγνοούν, προ παντός άλλου, ότι ο θεσμός αυτός έχει, πολλαπλώς, ειδική αντιστοιχία στην Αμερικανική συνταγματική τάξη, διότι τελεί ευθέως υπό την εκτελεστική εξουσία του Προέδρου επί θεμάτων εξωτερικών και αμύνης, η οποία υπέρκειται της εξουσίας ασκήσεως ελέγχου των νομοθετικών σωμάτων. Επίσης, προτιμούν να αποσιωπούν ότι η λειτουργία του Αμερικανικού Συμβουλίου Ασφαλείας, τελεί πάντοτε υπό την κάλυψη δρακοντείου, ενδοκυβερνητικού απορρήτου.
Θα ήταν ασφαλές, λοιπόν, να λειτουργήσει προς όλες τις κατευθύνσεις, προς όλα τα κόμματα και προς όλα τα άκρα της Βουλής των Ελλήνων ένας θεσμός πραγματικού σχεδιασμού πολιτικής , ο οποίος, ακόμη και εις χώρα όπου η αίσθησις και η παιδεία προστασίας του απορρήτου είναι μάλλον ισχυροτέρα (…) απ’ ότι «παρ’ υμίν», κρίνεται ανασφαλές να λειτουργεί εκτός αυστηρώς και αμιγώς κυβερνητικού πλαισίου;
Αν θελήσει κανείς να διευρύνει και να εμπλουτίσει, κατά τα προαναφερόμενα, το υπάρχον ΑΣΕΠ, να επεκτείνει την αρμοδιότητα και την εμβέλεια της θεματικής αντί «εξωτερικής πολιτικής», να το αποκαλέσει «Εθνικής Ασφαλείας», ομονοίας, ομοψυχίας, συνεργασίας ή και ο,τιδήποτε άλλο εθνικώς ευκταίον, δύναται να το πράξει. Η ουσία, παρά ταύτα, του σκοπού και της λειτουργίας του δεν θα μεταβληθεί. Σκοπός του θα παραμείνει η διυλισμένη ενημέρωσις των πολιτικών δυνάμεων και όχι η κοινοποίησις οποιωνδήποτε, πράγματι ευαισθήτων και απορρήτων, πληροφοριών και προθέσεων κυβερνητικής δράσεως.
Τίποτε το ουσιώδες εντός του χώρου της εξωτερικής πολιτικής και της εθνικής ασφαλείας μιας χώρας δεν προσφέρεται εις σκοπιμότητες επικοινωνιακής πολιτικής. Καμία σημαντική πρωτοβουλία δεν προαναγγέλλεται ακινδύνως, πριν την στιγμή της αναλήψεώς της. Ουδεμία κυβέρνησις θα αναλάβει ―δεν πρέπει―, την ευθύνη διοχετεύσεως απορρήτων πληροφοριών προς κομματικούς αντιπάλους της, όσον έντιμοι και αν είναι, διότι και αυτοί αισθάνονται το καθήκον να είναι συνεπείς προς τις δικές τους θέσεις και απόψεις και να μην αποσιωπούν ό,τι απορρίπτουν, υπό οποιουσδήποτε όρους εμπιστευτικότητος και διαβαθμίσεως ασφαλείας και αν τους έχει περιέλθει (βλ. Υ.Γ.).
Η θεσμική κατοχύρωσις της ίσης διανομής απορρήτων πληροφοριών εθνικής ασφαλείας συνιστά, ουσιαστικώς, εκχώρηση κυβερνητικών ευθυνών. Η κοινοβουλευτική και αντιπροσωπευτική δημοκρατία δεν είναι συλλογική. Απόρρητη παραγωγή πολιτικής κατά συναίνεση μεταξύ αντιπάλων πολιτικών σχηματισμών δεν τίθεται ως ορθολογική υπόθεσις. Ο μη συναινών δεν θα σιωπήσει· όχι κατ’ ανάγκην κακοβούλως ή κακοπίστως, αλλά, εκ καθήκοντος και χάριν συνεπείας προς τας θέσεις του.
Προ 5ετίας, κατά την διάρκεια, ακόμη, του υπηρεσιακού βίου του, ο συντάκτης του κειμένου, αυτού, είχε την υπαλληλική αρμοδιότητα προετοιμασίας και συντονισμού ―υπό την εποπτεία του προεδρεύοντος Υπουργού Εξωτερικών―, των συνόδων του ΑΣΕΠ. Η εμπειρία της πρώτης συνόδου υπήρξε άκρως διαφωτιστική. Αμέσως μετά τις εισαγωγικές επισημάνσεις του Υπουργού επί της ημερησίας διατάξεως και περί του άκρως εμπιστευτικού χαρακτήρος της συζητήσεως η οποία επρόκειτο να επακολουθήσει, ο εκπρόσωπος ενός εκ των παρισταμένων κομμάτων εδήλωσε ότι δεν δεσμεύεται επί του απορρήτου οποιασδήποτε πληροφορίας «που μπορεί να παραπέμπει σε αντιλαϊκές μεθοδεύσεις ξένων επικυρίαρχων και ντόπιων τοποτηρητών τους». Ακολούθησε, από την διαμετρικώς αντίθετη πλευρά, ανάλογη, δήλωσις ότι έχει «καθήκον, πάντοτε και σε κάθε περίπτωση, να καταγγέλλει τα σχέδια των απάτριδων στα διάφορα διεθνή συνωμοτικά κέντρα που απεργάζονται την καταστροφή των εθνικών κρατών».
Ο εκπρόσωπος της τότε αξιωματικής αντιπολιτεύσεως ήταν γενικώτερος και είπε ότι «τι είναι και τι δεν είναι απόρρητο και τι είναι εθνικά επιζήμιο ή αντίθετα, επιβεβλημένο να δημοσιοποιηθεί και να καταγγελθεί, θα το κρίνει κάθε εκλεγμένος λαϊκός αντιπρόσωπος κατά την συνείδηση, τις αρχές και την πεποίθησή του, χωρίς να δεσμεύεται από διαβαθμίσεις απορρήτου, που τις αποφασίζουν, βασικά, υπάλληλοι».
Εις το τέλος εκείνης της συνόδου, όλοι σχεδόν, οι συμμετασχόντες, πλην των υπηρεσιακών, έσπευσαν προ τους αναμένοντες εκτός του Υπουργείου, δημοσιογράφους. «Ακούσαμε και τρομάξαμε. Ακούστε για να τρομάξετε κι εσείς», ήταν η αναφώνησις ενός των κομματικών αντιπροσώπων προς τους ανταποκριτάς των μέσων ενημερώσεως, ενώ άλλοι, ευπειθώς, τους εδιάβαζαν, σχολιασμένες σημειώσεις τους, μεγαλοφώνως και εις ρυθμούς υπαγορεύσεως.
Τα σχόλια, μάλλον, περιττεύουν.
Άρα, ότι ήδη υπάρχει είναι ότι πρέπει και αρκεί εν όψει των Ελληνικών πολιτικών ηθών; Όχι βεβαίως. Όλα, μέχρις ενός βαθμού, είναι επιδεκτικά βελτιώσεων.
Παραμένει, όμως, εκτός πραγματικότητος και πέραν παντός ορίου πολιτικής αφελείας, ότι θα ήταν ποτέ νοητή η λειτουργία ―όχι μόνον στην βεβαρυμμένη, πολιτιστικώς, περίπτωση της χώρας μας, αλλά οπουδήποτε―, ενός διακομματικής συνθέσεως, στρατηγικού οργάνου ουσιαστικού σχεδιασμού και παραγωγής πολιτικής εθνικής ασφαλείας.
Ό,τι είναι πρακτικώς επωφελές και ασφαλές να επιχειρηθεί προς την κατεύθυνση αυτή, δεν υπερβαίνει την διαμόρφωση βελτιωμένων, πληρέστερα και ειδικώτερα θεσμοθετημένων, πλαισίων κυβερνητικής, αρτίας αλλά λελογισμένης, ενημερώσεως των κοινοβουλευτικών σχηματισμών ―η ενδεχομένως και μόνον της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως― και εννοείται, διαβουλεύσεως και ανταλλαγής απόψεων. Όχι, όμως την εισαγωγή διαδικασιών θεσμικώς υποχρεωτικής εκμυστηρεύσεως κυβερνητικών σχεδίων και ευαισθήτων πληροφοριών, ούτε λήψεως μειζόνων αποφάσεων κατά συναίνεση.
Όπως έχει και προηγουμένως επισημανθεί, ό,τι πράγματι ελλείπει και πρέπει επειγόντως να αναπτυχθεί ―διότι αυτό πράγματι όλοι, Σύμμαχοι, Εταίροι και πολέμιοι το έχουν―, είναι η ανάπτυξις και η λειτουργία ενός πραγματικού μικτού οργάνου απορρήτου σχεδιασμού και παραγωγής πολιτικής εθνικής ασφαλείας και διαρκούς κριτικής αξιολογήσεως της, υπό την άμεση εποπτεία του Πρωθυπουργού και των αρμοδίων Υπουργών. Αυτονόητη προϋπόθεσις είναι η πραγματική ―και όχι μόνον τυπική―, σύστασις και λειτουργία υπηρεσιακών οργάνων σχεδιασμού πολιτικής, στενωτέρας αρμοδιότητος, υπό την στέγη 2-3 άλλων κρισίμων υπουργείων και πάντως, του Υπουργείου Εξωτερικών .
Σχετικές προσπάθειες ανελήφθησαν κατά το παρελθόν από Υπουργούς τους οποίους δεν κατεπίεζαν σύνδρομα ανασφαλείας. Όλες, τελικώς, αφλογίστησαν. Ατυχώς, οι μεν πολιτικοί αισθάνονται ότι δεσμεύονται όταν ευρίσκονται προ ολοκληρωμένων και συνθετικών προτάσεων πολιτικής επί ολοκλήρου του φάσματος της δικαιοδοσίας τους και προτιμούν, πάντοτε την αποσπασματική προσέγγιση των θεμάτων· οι δε υπηρεσιακοί δεν επιθυμούν την λειτουργία ενός κλιμακίου συγκροτουμένου από συναδέλφους τους, αλλά απευθυνομένου απ’ ευθείας προς τους Υπουργούς και εξερχομένου της τακτικής υπηρεσιακής ιεραρχίας.
Παρά ταύτα, σοβαρές προτάσεις αφιστάμενες λαϊκισμών και ουτοπικών σχημάτων διακομματικής κοινοπραξίας ήδη υπάρχουν. Σχετικώς, στην σελίδα 3 δημοσιεύεται υπό τύπον ειδικού, θεματικού αφιερώματος ολοκληρωμένη σχετική εισήγησις του Πρέσβεως ε.τ. Κου Γεωργίου Σαββαΐδη, διατελέσαντος Πρέσβεως στην Ουάσιγκτον και Γενικού Γραμματέως του Υπουργείου Εξωτερικών.
Π.Κ.Μ.
Υ.Γ.: Παρεμπιπτόντως, εδώ, να λεχθεί ότι η επέκτασις των χωρικών υδάτων της χώρας, οπουδήποτε, ακόμη και των νήσων του Ιονίου, όπου, υποτιθεμένως, δεν ανακύπτουν μείζονα ζητήματα και δυσχέρειες, δεν είναι επιδεκτική κουτοπονήρων προαναγγελιών, μεταξύ χαριεντισμών, κατά την διάρκεια τελετών παραδόσεως Υπουργικών καθηκόντων και διαδικασιών πολιτικών διαζυγίων. Στοιχειώδης σοβαρότητα μεθοδεύσεως επιβάλλει κάθε σημαντική απόφασις εξωτερικής πολιτικής να μην ανακοινώνεται πριν την κατάθεση των σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων.
**