Π.Κ. ΜΑΚΡΗ
Προ αιώνος και πλέον ο αρχισυντάκτης της εφημερίδος «ΚΑΙΡΟΙ», Πέτρος Κανελλίδης, απηύθυνε, δια της επικεφαλίδος κυρίου άρθρου του, την συμβουλή, προς τον Διοικητή των Ρωσικών δυνάμεων κατά την διάρκεια του Ρωσο-Ιαπωνικού πολέμου (1904-1905), «Δεξιώτερα Κουροπάτκιν».
Η έννοια της συμβουλής του Έλληνος αρθρογράφου –η οποία παρέμεινε έκτοτε παροιμιώδης ως έκφρασις νεοελληνικής θρασείας παντογνωσίας–, ήταν διττή : ότι ο Ρώσος Στρατηγός έπρεπε να μετακινήσει δεξιώτερα τις δυνάμεις του και να επιτύχει την περικύκλωση του αντιπάλου, αλλά και γενικώς, να βελτιώσει τις στρατηγικές επιδόσεις του –«δεξιώτερα» εσήμαινε και επιδεξιώτερα κατά τους γλωσσικούς τύπους της εποχής εκείνης καλών Ελληνικών–, διότι η μέχρι τότε αδεξιότητα και η σειρά αποτυχιών του έβλαπτε την Ελληνική οικονομία λόγω του μεγάλου αριθμού Ελλήνων ομολογιούχων κατόχων συνεχώς υποτιμουμένων Ρωσικών κρατικών χρεογράφων.
Η βαθμολόγησις των επιδόσεων του Κου Ζάεφ κατά την μεθόδευση της εφαρμογής, από της πλευράς του, της Συμφωνίας των Πρεσπών, υπήρξε, μέχρι στιγμής, σχεδόν αρίστη· παρέλκει, συνεπώς, οποιαδήποτε παρότρυνσις βελτιώσεώς τους. Όχι, όμως και η ευχή μεγίστης δυνατής επιταχύνσεώς της. Ευχής, αναμφιβόλως, πολλών ξένων φίλων, Εταίρων και Συμμάχων, χάριν πολλών και διαφόρων λόγων, αλλά θα έπρεπε –κατά την κρίση του υπογράφοντος τουλάχιστον– και Ελληνικής ευχής.
Ευχής, πρωτίστως, όσων συμπολιτών επιθυμούν, την έκλειψη ενός μείζονος περισπασμού της εξωτερικής πολιτικής της χώρας, ο οποίος αν και εντοπίζεται επί θέματος περιορισμένης σημασίας –όπως θα είχε φανεί υπό την οπτική οποιουδήποτε κράτους εχομένου αυτοπεποιθήσεως, και ελευθέρου μανιών καταδιώξεως– έχει επιφέρει σπατάλη δυνάμεων, καταρράκωση κύρους και δεινή ήττα· ήττα, διότι τα 4/5 των μελών της διεθνούς κοινότητος και του Συμβουλίου Ασφαλείας των Η.Ε. την «Μακεδονία», ήδη, αναγνωρίζουν. Αλλά και εκτός αυτών, ενός περιττού περισπασμού, της προσοχής από την Τουρκική απειλή· την μόνη πραγματική απειλή κατά της χώρας, η οποία θα διαρκεί και θα κλιμακώνεται, διότι ο de facto αναθεωρητισμός της Συνθήκης της Λωζάννης και προς τα νότια και προς τα δυτικά σύνορα της Τουρκίας συνιστά ένα των συστατικών και συνεκτικών στοιχείων του μεταλλαγέντος εις προσωπική αυταρχία Τουρκικού πολιτεύματος.
Ευχής όμως και εκείνων οι οποίοι προσβλέπουν την εκκαθάριση, ή μάλλον την πλήρη –και όσον το δυνατόν ενωρίτερα–, ανατροπή του εσωτερικού Ελληνικού πολιτικού τοπίου. Εκείνων οι οποίοι ελπίζουν ότι η επίσπευσις των διαδικασιών εις τα Σκόπια και της ελεύσεως του… πικρού ποτηρίου της συμφωνίας εις τα χείλη της Ελληνικής Βουλής, θα αποτελέσει και καταλύτη λυτρωτικών εσωτερικών εξελίξεων, ούτως ώστε να αρχίσει να καθίσταται δυνατή η αντιμετώπισις απειλής χειροτέρας κάθε εξωτερικής : εκείνης μιας ραγδαίας νέας επιδεινώσεως των «μεταμνημονιακών» οικονομικών δεδομένων, υπό όρους κορυφώσεως παροχών και περαιτέρω καθυστερήσεως δομικών μεταρρυθμίσεων.
Κάθε νηφάλιος παρατηρητής τρομοκρατείται από διάφορες Κυβερνητικές, επ’ αυτού, γλαφυρές ρήσεις –π.χ., «μένουν 12 ολόκληροι μήνες συνεχής (sic) υιοθέτησις μέτρων με καθαρά κοινωνικό πρόσημο, μακριά πια από μνημόνια». Η αντιμετώπισις της υπαρξιακής, αυτής απειλής δεν θα είναι νοητή εφ’ όσον η κυβέρνησις –οποιαδήποτε κυβέρνησις– θα επιθυμεί να διατηρήσει την πλασματική επινόηση –παραμυθία, αφήγημα ή και απλώς ψεύδος–, της «καθαρής εξόδου από τα μνημόνια».
Η αποκόλλησις της Ελληνικής οικονομίας από το τέλμα εντός του οποίου εξακολουθεί να βυθίζεται και να αγωνιά, δεν θα αρχίσει παρά μόνον μετά την έλευση κυβερνήσεως η οποία θα είναι αποφασισμένη να τηρήσει και να «οικειοποιηθεί» χωρίς αναθεωρητισμούς και εκπτώσεις όλες τις μνημονιακές δεσμεύσεις τις οποίες η χώρα έχει αναλάβει, αλλά και να προχωρήσει στην καταστολή, έστω και τραυματική, παθογενειών εις τομείς όπως της δημοσίας τάξεως και της δημοσίας εκπαιδεύσεως· τομέων οι οποίοι αν και αφημένοι εκτός μνημονίων συνιστούν κρίσιμα, στρατηγικής σημασίας, προκρίματα οικονομικής αναπτύξεως.
Αυτό το διάστημα παραμονής της Ελλάδος εντός τέλματος, θα εσυντόμευε, ίσως, κατά λίγους, αλλά εν δυνάμει μοιραίους, μήνες, ο Κος Ζάεφ, αν επετύγχανε να επισπεύσει και να ολοκληρώσει την διαδικασία αναθεωρήσεως του Συντάγματος της χώρας του πριν το τέλος του έτους και να φέρει τους διαφόρους πλανοδίους ακροβάτες της δικής μας χώρας επί της εξέδρας των δικών τους –εναλλακτικώς–, αλμάτων εις το κενό, μικρών πηδημάτων και κυβιστήσεων, εμπροσθοβαρών ή οπισθοβαρών…
Τούτο είναι ό,τι περισσότερο θα έπρεπε να ενδιαφέρει τους νοήμονες νεο-Έλληνες : ότι η συμφωνία των Πρεσπών ίσως καταλήξει καταλύτης λυτρωτικών εσωτερικών εξελίξεων.
Ως προς την ουσία της, η σημασία της συμφωνίας έγκειται εις το ότι η παρουσία της Βορειο-Ατλαντικής Συμμαχίας (βλ. Υ.Γ.1) στην Βορ. γείτονα, θα περιορίσει τις Τουρκικές βλέψεις αναπτύξεως, εκεί, ανεξελέγκτου στρατιωτικής πολυπραγμοσύνης. Ρυθμίσεις περί την ονομασία, την εθνικότητα κλπ., ελαχίστη σημασία έχουν διότι –το έχομε ad nauseam επαναλάβει– υπό τους συγχρόνους όρους διεθνούς «πολιτικής ορθότητος», υποκριτικής ή όχι, το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού δεν επιδέχεται πρακτικούς περιορισμούς. Πρέπει να κατανοηθεί ότι δια της Συμφωνίας επιχειρείται, απλώς, η απονομή προς την Ελληνική πλευρά τιμών –όχι, πάντως, εντελώς ευκαταφρόνητων–, προς ήδη ηττημένους αντιπάλους.
Ο Κος Ζάεφ δεν θα έσπευδε, βεβαίως, τις διαδικασίες από την δική του πλευρά, απλώς και μόνον χάριν επισπεύσεως Ελληνικών εσωτερικών εξελίξεων –πιθανώς, μάλιστα, ανατρεπτικών των κυρωτικών δυνατοτήτων της Ελληνικής Βουλής.
Πρέπει να βιασθεί διότι όποιους κινδύνους Ελληνικής ασυνεπείας, λόγω πολιτικών ανατροπών και αν προκαλέσει η σπουδή του, τους ιδίους αλλά πολύ πιθανωτέρους θα συνεπάγεται οποιαδήποτε καθυστέρησις της συνταγματικής αναθεωρητικής διαδικασίας, στην Βουλή των Σκοπίων, πολύ πέραν του Ιανουαρίου. Τότε, πλέον, θα παρίσταται η οιονεί βεβαιότης ότι θα εφευρεθεί πρόσχημα Ελληνικής, sine die, κωλυσιεργίας, μέχρι μετά την διεξαγωγή των Ελληνικών εκλογών.
Πρέπει, σχετικώς, να συγκρατηθεί ότι ο μόνος εις τους κόλπους της Ελληνικής Κυβερνήσεως ο οποίος πράγματι ήθελε την απρόσκοπτη, εκατέρωθεν, κύρωση και θέση εις ισχύ της συμφωνίας ήταν ο παραιτηθείς Υπουργός Εξωτερικών, Κος Ν. Κοτζιάς. Η πρωτοβουλία και τα εναύσματα της διαπραγματευτικής μεθοδεύσεως προήλθαν από την Συμμαχική πλευρά. Εντέχνως, όμως, και αφανώς, ώστε την πίστωση της αξιεπαίνου πρωτοβουλίας να λάβουν οι ιθαγενείς, οι τοπικοί, συντελεσταί της. Από εκείνους της Ελληνικής πλευράς, όμως, μόνος ο παραιτηθείς Υπουργός Εξωτερικών είχε φανεί να συγκινείται, να οικειοποιείται ειλικρινώς την πρωτοβουλία και να αναπτύσσει προς αυτήν το ενδιαφέρον και την υπερηφάνεια του συνδημιουργού. Ο Πρωθυπουργός την υιοθέτησε και συνεβάδισε χάριν, κυρίως, εσωτερικών σκοπιμοτήτων. Υπερετίμησε τις επιπτώσεις επί της συνοχής της αντιπολιτεύσεως και υπετίμησε και την σπασμωδικότητα του Κυβερνητικού εταίρου του και τους κινδύνους φθοράς της δικής του δημοφιλίας.
Ελησμόνησε –το εσημειώσαμε και άλλοτε–, ότι οι προ τριετίας ψηφοφόροι του δεν ήταν, όλοι, οι καλοί αριστεροί οι οποίοι τις νύκτες των εκλογών έψαλαν τους ανταρτικούς ύμνους του «Δημοκρατικού Στρατού» –εκείνων δηλαδή, οι οποίοι επί μία τριετία είχαν πολεμήσει μεταξύ άλλων και «για γεωγραφικά ενωμένη και ανεξάρτητη Μακεδονία», εκτός, δηλαδή, της Ελληνικής επικρατείας–, αλλά και ανόητοι μικροαστοί, μεσοαστοί και μεγαλοαστοί οι οποίοι ήθελαν μεν και ήλπιζαν, αφελώς, να καταργηθεί ο ΕΝΦΙΑ, αλλά διατηρούντες, κατά τα άλλα, όλα τα νέο-Ελληνικά, μανιο-καταδιωκτικά συμπλέγματά τους, παρέμεναν αμετανοήτως επιρρεπείς εις εθνικιστικές και θρησκευτικές/εκκλησιαστικές εξάρσεις.
Όλοι, όμως, πλέον, αντιλαμβανόμενοι την νευροψυχική κατάσταση του εκλογικού σώματος και την συνακόλουθη εκλογική τοξικότητα της συμφωνίας των Πρεσπών, εύχονται ή προσεύχονται, «απελθέτω απ’ εμού το ποτήριον». Προεκλογικώς απελθέτω εύχεται –σιωπηρώς–, η Κυβέρνησις και μετεκλογικώς απελθέτω εύχεται –σιωπηρότερα–, η Αντιπολίτευσις.
Εφ’ όσον, λοιπόν, ο Κος Ζάεφ βιασθεί και συντομότερα ολοκληρώσει τις διαδικασίες από την δική του πλευρά, θα περιορισθεί, μέχρις ενός σημείου, η ευχέρεια ακροβατικών επιδείξεων και κωλυσιεργίας της Ελληνικής κυβερνήσεως, η οποία και θα τεθεί τότε προ των ευθυνών της, πριν την προσέγγιση οποιασδήποτε των υποτιθεμένων, προσφόρων ημερομηνιών διεξαγωγής εκλογών –αυξανομένων, αντιστοίχως και αναλόγως, των πιθανοτήτων της ολοκληρώσεως της κυρωτικής διαδικασίας. Την ανάγκη φιλοτιμία ποιούμενος, ο Έλλην Πρωθυπουργός θα είναι, προς το παρόν, ελλείψει οδών ευσχήμου υπαναχωρήσεως, πειθαναγκασμένος να ακολουθήσει–, όπως και ο ελάσσων Εταίρος του να κάμει και εκείνος ό,τι αποφασίσει και όπως πάντοτε, να ψυχαγωγήσει.
Εις επίμετρον, ο Πρωθυπουργός της Π.Γ.Δ. της Μακεδονίας στερείται παντελώς κοινοβουλευτικών εφεδρειών. Δεν είναι εις θέση να απωλέσει ούτε έναν των οκτώ προσηλύτων βουλευτών τους οποίους επέτυχε να αλιεύσει από την αντιπολίτευση. Επ’ αυτού δεν πρέπει να του διαφεύγει ότι, η διάρκεια του βίου οποιουδήποτε έχει προκαλέσει την ενόχληση του Κρεμλίνου, όπως αυτοί, έχει επανειλημμένως αποδειχθεί άκρως αβεβαία. Η Ρωσική ηγεσία έχει καταδείξει ότι διαθέτει και την τεχνογνωσία και τα μέσα και τους περιοδεύοντες «τεχνικούς» ψεκασμού.. των ενοχλητικών, ακόμη και στην Βρετανία. Μάλλον δεν θα την απέτρεπαν επί πολύ όποια μέτρα ασφαλείας θα ήταν δυνατόν να ληφθούν εις τα Σκόπια.
Εξ όλων αυτών, χάριν του κοινού καλού και των δύο χωρών, και η παρότρυνσις του τίτλου, «Ταχύτερα Ζάεφ».
Επειδή, όμως, η εναλλακτική σκέψις, η εναλλακτική θεώρησις των πραγμάτων δεν πρέπει να αποθαρρύνεται, ας τεθεί και το ερώτημα : πόση ζημία θα προκαλούσε, εκατέρωθεν, η τελική κατάρρευσις της συμφωνίας εξ υπαιτιότητος του ενός ή του άλλου.
Αν η αποτυχία προέλθει από την αιφνιδία ανατροπή της συνταγματικής αναθεωρητικής διαδικασίας στην Βουλή των Σκοπίων και η μία και η άλλη πλευρά θα συνεχίσουν να ταλαιπωρούνται· εις διαφορετικούς, όμως, βαθμούς. Οι μεν υπαίτιοι γείτονες θα εξακολουθήσουν να παραμένουν εκτός Β.Α. Συμμαχίας –μόνον προς το παρόν, όμως, διότι η Ενδιάμεση Συμφωνία προβλέπει την δυνατότητα εντάξεώς τους, αν την δεχθούν και την ζητήσουν, υπό την «διεθνή ονομασία» τους και το δικαίωμά τους αυτό έχει επιβεβαιωθεί και από την καταδικαστική της Ελλάδος απόφαση του Α. Δικαστηρίου της Χάγης (Απριλίου 2012). Η δε Ελλάς θα εξακολουθήσει να επιτίθεται κατά ανεμομύλων διότι θα παραμένει προ των απαραλλάκτων δεδομένων της διεθνούς πραγματικότητος. Δηλαδή, ότι κατά την συντριπτική πλειοψηφία τους τα μέλη της Γενικής Συνελεύσεως των Η.Ε. και όλα τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, πλην της Γαλλίας, μόνη την «Δημοκρατία της Μακεδονίας», άνευ γεωγραφικών ποικιλμάτων της ονομασίας της, αναγνωρίζουν –όπως, άλλωστε, την αναφέρουν και τα μέσα ενημερώσεως της οικουμένης όλης.
Αν αντιστρόφως, η συμφωνία καταλήξει να βυθισθεί στην λίμνη επί της οποίας υπεγράφη, λόγω απορρίψεώς της από την Ελληνική Βουλή, ενώ η άλλη πλευρά θα έχει πλήρως εκτελέσει τα συμπεφωνημένα επί της αναθεωρήσεως του Συντάγματός της, τότε εντός ελαχίστου χρονικού διαστήματος, η παρ’ ολίγον «Βόρειος Μακεδονία» θα γίνει παντού και από όλους, δεκτή και τυπικώς, υπό την… απλή και απέριττη ονομασία, την οποία, ούτως ή άλλως, όλοι ήδη χρησιμοποιούν.
Αλλά, πόσο κακή θα ήταν παρομοία εξέλιξις ;
Αναμφιβόλως, η επαναφορά των «αλυτρωτικών» άρθρων του σήμερα υπό αναθεώρηση, από την Βουλή εις τα Σκόπια, Συντάγματος, δεν θα είναι, ευχάριστη. Η αναθεώρησίς τους είναι η μόνη πράγματι σοβαρά και κατανοητή Ελληνική αιτίασις και απαίτησις έναντι ενός γειτονικού κράτους, ο καταστατικός χάρτης του οποίου υποδηλοί επεκτατικές βλέψεις. Ίσως, όμως, οι γείτονες, ακόμη και αν η Ελλάς θα τους έχει δώσει, δια της μη κυρώσεως της Συμφωνίας, το ευσταθές πρόσχημα να υπαναχωρήσουν επί όλου του φάσματος των συμπεφωνημένων, να μην θελήσουν, χάριν σοβαρότητος και επιδείξεως μετριοπαθείας, να επαναναθεωρήσουν όλες ανεξαιρέτως, τις διατάξεις του Συντάγματός τους, τις οποίες μόλις θα έχουν αναθεωρήσει.
Κατά τα λοιπά, η πλήρης δικαίωσις της άλλης πλευράς ως προς την ονομασία, η οποία θα επακολουθήσει την καταψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών, είτε από την παρούσα, είτε από μελλοντική Ελληνική Βουλή, θα είναι νέος κόλαφος επί της Ελληνικής παρειάς και θα επιφέρει νέα πτώση του Ελληνικού διεθνούς κύρους.
Αλλά ευτυχώς, και η δεξιά και η αριστερά Ελληνική παρειά έχουν δεχθεί τόσους κολάφους ώστε να έχουν σκληρυνθεί. Ούτε πονούν, ούτε ερυθριούν. Το δε κύρος Πολιτείας η οποία παραχωρεί τακτικές άδειες εξόδου από τις φυλακές σκληρυμένων τρομοκρατών, δραστών πολλαπλών δολοφονιών, ευρίσκεται ήδη αρκετά χαμηλά εν μέσω των Εταίρων της, ώστε οποιαδήποτε περαιτέρω πτώσις του θα είναι από ελαχίστου ύψους και σχεδόν ανώδυνη.
Ας τελειώνομε λοιπόν όσον το δυνατόν ταχύτερα την σπατάλη χρόνου και δυνάμεων επί ζητήματος διογκουμένης σημασίας, του οποίου και η χειροτέρα δυνατή εξέλιξις δεν θα φέρει εθνική καταστροφή.
Υπάρχουν άλλες εστίες, εσωτερικές και εξωτερικές, απειλών αμέσων και υπαρξιακών. Προς αυτές ας στρέψομε την προσοχή.
Π.Κ.Μ.
Υ.Γ.1: Ως προς την ΕΕ η συνέχεια θα είναι μακρά και αβεβαία. Ελπίζει κανείς ότι ο περίεργος ενθουσιασμός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τα Βαλκάνια θα ελεγχθεί την δεδομένη στιγμή. Η απώλεια ενός μεγάλου Εταίρου, όπως η Βρετανία, δεν θα αναπληρωθεί δια της εισόδου ενός εσμού χωρών εξ ίσου προς την Ελλάδα –ή και ακόμη χειροτέρων–, δυσλειτουργικών και πολιτισμικώς αλλοτρίων προς τις ιδρυτικές αξίες της ΕΕ. Η Ευρωπαϊκή προοπτική πρέπει, αναμφιβόλως, να παραμείνει προ των οφθαλμών των λαών τους ως οραματισμός, ως πηγή εμπνεύσεως και δυνάμεως αυτοβελτιώσεως. Όχι όμως, εις προθεσμίες ανάλογες εκείνων της προ 15ετίας διευρύνσεως, τις συνέπειες της οποίας υφιστάμεθα σήμερα επί της συνοχής και ομοιογενείας της Ενώσεως. Η επέκτασις της ΒΑτλαντικής Συμμαχίας εις τα Δυτικά Βαλκάνια θα αρκέσει, εις βάθος αρκετά μακρού χρόνου, να διασφαλίζει την γεωπολιτική σταθερότητα της περιοχής. Η ΕΕ είναι ένωσις αξιών και επιδόσεων. Έχει ανάγκη εμβαθύνσεων των θεσμών της· όχι επεκτάσεως του εδάφους της· πειθαρχήσεως και αναμορφώσεως των ήδη υπαρχόντων εις τους κόλπους της δυσλειτουργικών· όχι αποκτήσεως και άλλων ομοίων τους.
Υ.Γ.2: Διατυπώσεις όπως «τους δώσαμε» ή «τους χαρίσαμε την εθνικότητα», προκαλούν θυμηδία. «Χαρίζει» κανείς ό,τι του ανήκει. Το όνομα μιας γεωγραφικής περιοχής δεν ανήκει παρά μόνον εις το έδαφός της. Αν όσοι διαβιούν, μονίμως εγκατεστημένοι, επ’ αυτού, επιθυμούν να αυτοπροσδιορίζουν την εθνικότητά τους διά του ονόματος της γης τους, δεν έχουν ανάγκη να τους το «δώσει» ή να τους το «χαρίσει» οποιοσδήποτε. Οφείλουν, απλώς, να μην διεκδικούν τεμάχια ομωνύμου εδάφους όμορων χωρών.
**