Π.Κ. ΜΑΚΡΗ

 

Bαθύτατοι στεναγμοί ανακουφίσεως εκβάλλονται από Ελληνικά στήθη καλύπτοντα καρδιακούς μύες παλλομένους εις όλους σχεδόν τους πολιτικούς ρυθμούς, μετά την αφλογιστία του δημοψηφίσματος στην π. Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Σχεδόν όλοι αισθάνονται ότι έχουν απαλλαγεί –εντός, τουλάχιστον, εκλογικώς ενδιαφέροντος χρόνου–, από εφιάλτες δοκιμασιών συνεπείας και διλημματικών επιλογών κόστους –και χρόνου καταβολής του–, κυμαινομένων μεταξύ του κακού και του χειροτέρου.

Πρώτοι, οι δύο εταίροι της Κυβερνήσεως ελπίζουν ότι απαλλάσσονται της ανάγκης νέων επιδείξεων πλανοδίων ακροβατών –κοινώς σαλτιμπαγκισμών–, προς καθυστέρηση ή επίσπευση της λήξεως της αμοιβαίως καρποφόρου συνοδοιπορίας τους και των εκλογών.

Ομοίως και η αντιπολίτευσις, εξ ίσου η μείζων και η ελάσσων, ελπίζει κι αυτή ότι θα απαλλαγεί της ανάγκης να καλυφθούν υπό το πρόσχημα της «εθνικότητος» και της γλώσσας και να λάβουν, οψέποτε η συμφωνία θα έφθανε στην Βουλή, να λάβουν θέση η οποία, αφ’ ενός, θα είναι άρνησις των δικών τους, από 10ετίας και πλέον τεθιμένων προγραμματικών θέσεων και αφ’ ετέρου, θα εκλόνιζε την προς αυτές εμπιστοσύνη των Συμμάχων. Συγχρόνως, θέση, η οποία αν φθάσει να επικρατήσει και να προκαλέσει την κατάρρευση της συμφωνίας των Πρεσπών, ―εφ’ όσον η άλλη πλευρά τηρήσει τα συμπεφωνημένα―, θα καταλήξει, μετά βεβαιότητος και εντός συντομοτάτου χρόνου, στην αποδοχή της γείτονος υπό την αμιγή ονομασία της «Μακεδονία» εις τους κόλπους της Γ.Συνελεύσεως των Η.Ε. και κατά αναπότρεπτη, πλέον, νομική ή πολιτική συνέπεια και οπουδήποτε αλλού…

Η άφεσις αμαρτιών και η παράτασις προθεσμιών την οποία, προς το παρόν, προσφέρει στην Ελληνική πλευρά η αποτυχία του Κου Zaev να επιτύχει επαρκή συμμετοχή των συμπολιτών του εις το δημοψήφισμα, είναι άκρως ευπρόσδεκτη. Οι κακοί και αδιάλλακτοι Σκοπιανοί απέδειξαν την κακία και την αδιαλλαξία τους…!

Όμως, μην προτρέχωμε. Το δημοψήφισμα δεν απετέλεσε, τυπικώς, μέρος του οδικού χάρτου της Συμφωνίας των Πρεσπών. Κατά συνέπεια, η θετική έκβασίς του, δεν έχει τεθεί ως όρος συνεχείας της σταδιακής, εκατέρωθεν, διαδικασίας εφαρμογής της. Είχε προορισθεί να λειτουργήσει ως πρόκριμα πολιτικής πιέσεως υπέρ της αναθεωρήσεως του Συντάγματος, επί των αντιπάλων του Κου Zaev εις τους κόλπους του Κοινοβουλίου -όπου και εξακολουθεί να παραμένει η περεταίρω δια­δικασία κυρώσεως.

Ο φανατισμός, ο ανόητος μεγαλοϊδεατισμός, η ιστορική μυθομανία δεν είναι αρετές συναντώμενες μόνον εις τα συλλαλητήρια των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης. Συναντώνται εις συγκριτικώς ίσες υψηλές αναλογίες και εις τα Σκόπια.

Παρά ταύτα, εξακολουθεί να παραμένει ισχυρά η πιθανότητα, ότι συνδυασμός πιέσεων, υποσχέσεων και κατ’ ιδίαν απειλών και εκβιασμών ―διότι πολλά στελέχη της αντιπολιτεύσεως είναι ευάλωτα εις ποινική δίωξη λόγω οικονομικών ατασθαλειών―, θα αποβεί επαρκής να πειθαναγκάσει 11 των βουλευτών του VMRO να συμβάλουν στην επίτευξη της αναθεωρητικής πλειοψηφίας. Άλλωστε, προς αυτήν την κατεύθυνση στρέφεται και η συνισταμένη των δηλώσεων του Κου Zaev μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος και του ποσοστού της αποχής.

Ως προς την αξιολόγηση, πάντως, των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος, πρέπει να συγκρατηθεί η πονηρία της αντιπολιτεύσεως να καλέσουν εις αποχή από την ψηφοφορία και όχι εις καταψήφιση διότι, επέτυχαν να συμψηφισθούν η αποχή λόγω αποδοκιμασίας της συμφωνόας και η συνήθης, ούτως ή άλλως, υψηλοτάτη αποχή (άνω του 40%), από κάθε προηγουμένη εκλογική διαδικασία, ήδη από την σύσταση του κράτους.

Αν, όμως, η συνταγματική αναθεώρησις δεν καταστεί, τελικώς, δυνατή, θα είναι αυτό ευτυχής εξέλιξις ως προς την Ελλάδα; Βραχυπροθέσμως και υπό στενή, κοντόφθαλμη θεώρηση, ίσως.

Αν μη τι άλλο, η Ελληνική πλευρά αποκτά το δικαίωμα να καταλογίσει, βάσει εκλογικών τεκμηρίων, στην γειτονική χώρα φρόνημα σκληρού αλυτρωτισμού και εδαφικών διεκδικήσεων του μεγαλυτέρου τμήματος του πληθυσμού της, το οποίο υπερ­βαίνει ακόμη και τις Β.Ατλα­ντικές και Ευρωπαϊκές προσδο­κίες του.

Επίσης, ο τρόπος διατυπώσεως του ερωτήματος του δημοψηφίσματος επιτρέπει να αποδοθεί, στρεψοδίκως, έστω, στην απορρι­πτική απάντηση εις αυτό, η οποία εδόθη δια της αποχής, έννοια απορριπτική και της Β.Ατλα­ντικής Συμμαχίας και της Ε.Ε. Αυτά, πράγματι, ισχύουν. Βραχυπροθέσμως, όμως.

Αν θελήσει κανείς να αποβλέψει το μέλλον, οφείλει να διερωτηθεί αν θα είναι ευτυχής εκείνη η τροπή εξελίξεων, η οποία θα διαιωνίσει το ζήτημα και θα προκαλέσει σπατάλη προσοχής και δυνάμεων προς τον Βορρά, ενώ η πραγματική απειλή προέρχεται εξ Ανατολών. Αν πρέπει να είμεθα ικανοποιημένοι ότι η Τουρκία μόνη θα βυσσοδομεί και θα εγκαθιστά βάσεις επί των Βορείων συνόρων μας, χωρίς οποιαδήποτε επιτόπια Συμμαχική εποπτεία –στην οποία θα συμμετείχε, εννοείται και η Ελλάς.

Είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρον –αν και η σιωπή επ’ αυτού, είναι γενική–, ότι η Άγκυρα έχει κατά την διάρκεια των τελευταίων μηνών ασκήσει εντονωτάτη πίεση επί των Τυράννων να ενθαρρύνουν την αποχή του Αλβανικού στοιχείου από το δημοψήφισμα. Πράγματι, τα επίπεδα Αλβανικής συμμετοχής και στην περιοχή των Σκοπίων, αλλά και μεταξύ των πλέον αμιγών Αλβανικών πληθυσμών της χώρας, προέκυψαν, τελικώς, εις αρκετά κατώτερα επίπεδα των αναμενομένων.

Εις κάθε περίπτωση, όλοι όσοι επιχειρούν να αξιολογήσουν την Συμφωνία των Πρεσπών, την φραστική διατύπωση των προνοιών της ή την χρονική προσδοκία τηρήσεώς τους, η οποία είναι όντως, αβεβαία ―δεν περιέχεται καν ρήτρα ότι τα υπό αναθεώρηση άρθρα του Συντάγματος δεν θα υπόκεινται εις μεταγενεστέρα αναθεώρηση―, πρέπει προ πάντων να έχουν προ οφθαλμών την πραγματικότητα: η μάχη είχε ήδη, προ πολλού, χαθεί. Η αναγνώρισις και χρήσις της «Συνταγματικής» ονομασίας «Μακεδονία» είναι ήδη, σχεδόν, οικουμενική.

Η συμφωνία, την οποία μέσω του Κου Ζάεφ προσέφερε στην Ελλάδα η Β.Ατλαντι­κή Συμμαχία, συνιστά, απλώς, απονομή τιμών προς τους ηττημένους ώστε να αποχωρήσουν αξιο­πρεπώς του πεδίου φέροντες τα όπλα τους.

Προηγουμένως, πρέπει να κατανοηθεί ότι το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού εις τους κόλπους της Διεθνούς Κοινότητος, υπό τα σύγχρονα μέτρα και σταθμά πολιτικής ορθότητος, δεν υπόκειται πρακτικώς εις περιορισμούς. Καλώς ή κακώς, υπό αυτά τα μέτρα και σταθμά δικαιούνται, εξ ίσου, να θεωρούν και να αποκαλούν εαυτούς «Μακεδόνες» και οι Σλάβοι και Αλβανοί κάτοικοι του εκτός της Ελληνικής επικρατείας ημίσεως, σχεδόν, του Μακεδονικού εδάφους όπως και οι κάτοικοι του Ελληνικού τμήματός του, είτε είναι γηγενείς είτε πρόσφυγες εκ Μικράς Ασίας. Τις Ελληνικές ευαισθησίες ουδείς θα συμμερισθεί, ίσως, ούτε καν θα κατανοήσει, διότι είναι απόρροια Ελληνικών, αποκλειστικώς, βιωμάτων. Ως απάντηση εις παρόμοιες επικλήσεις της ελληνικής πλευράς, Σύμμαχοι και Εταίροι αναμασούν την Γαλλο-Γερμανική φιλία ως παράδειγμα της δυνατότητος ταχείας επουλώσεως, ακόμη και των βαθυτέρων τραυμάτων, μεταξύ γειτόνων.

Αν οι Έλληνες προτιμούν, όπως προανεφέραμε, να σπαταλούν εκ του υστερήματος δυνάμεις προς την εν πολλοίς φανταστική και όχι προς την πραγματική απειλή, αν θέλουν να παρατείνουν την Τουρκική πολυπραγμοσύνη εις τα Δυτικά Βαλκάνια και την καθυστέρηση της σταθεροποιητικής εκεί ασκήσεως Συμμαχικού ελέγχου, ας είναι, τότε, άξιοι της μοίρας τους.

Εις άλλη στήλη εφίσταται η προσοχή ότι η Κλειώ είναι διαφορετική από τις άλλες οκτώ χαριτωμένες και ανώδυνες αδελφές της. Είναι Μούσα μνησίκακη και αμείλικτη. Δίδει εις όλους ό,τι τους αξίζει.

Π.Κ.Μ.

 

**