Π.Κ. ΜΑΚΡΗ

Ενώ αρχίζει η εκτύπωσις του φύλλου αυτού, αναγγέλλεται η επίτευξις κατ’αρχήν, συμφωνίας μεταξύ Αθηνών και Σκοπίων, η οποία φαίνεται να παρέχει, εις δόσεις ικανοποίηση επί των κυριωτέρων –και λογικωτέρων– όρων της Ελληνικής πλευράς : την σύνθετη, γεωγραφικώς προσδιοριζόμενη erga omnes ονομασία και δέσμευση επί της αναθεωρήσεως των αλυτρωτικού χαρακτήρος συνταγματικών αναφορών. Ανελπίστως ίσως, η συμφωνία φέρεται να περιλαμβάνει και αποποίηση της αρχαίας Μακεδονικής ιστορικής κληρονομίας, ενώ και η γλώσσα και η εθνικότητα των γειτόνων τίθενται υπό επαρκείς προσδιορισμούς –και είναι μείζων η παραχώρησις οποιουδήποτε δέχεται να συζητήσει πώς θα αποκαλεί την γλώσσα του.

Ο Κος Ζάεφ εφάνη να διαθέτει ανεξάντλητα αποθέματα πολιτικού θάρρους και –προς το παρόν– εντυπωσιακή ικανότητα επιβολής επί των πολιτικών δυνάμεων και των παραγόντων του πολιτεύματος της χώρας του. Ας μην λησμονείται ίσως ότι ο πρωτόγονος εθνικισμός, η μυθολατρεία και η εμμονική ιδεοληψία δεν είναι προϊόντα της Ελληνικής μόνον αγοράς. Διατίθενται εις αφθονία και από την αγορά των Σκοπίων.

Άλλωστε, το έναυσμα της αναζωογοννήσεως της μέχρι προ λίγων μηνών ακινητοποιημένης διαπραγματικής διαδικασίας έδωσε η ανατροπή η οποία επήλθε επί της εσωτερικής πολιτικής σκηνής της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας και η εμφάνισις της Κυβερνήσεως του Κου Ζάεφ. Δική της ήταν η πρωτοβουλία. Εις εκείνη πρέπει να πιστωθεί η διαλλακτικότητα και το θάρρος της αρχικής της προτάσεως συνθέτου ονομασίας erga omnes, όπως και της ήδη γενομένης αλλαγής ονομάτων οδών και αεροδρομίου.

Από την Ελληνική Κυβέρνηση δεν έλειψε, απλώς, ο κοινός νους, ο οποίος επέβαλε να μην κλείσει την θύρα των διαπραγματεύσεων. Κάθε Ελληνική Κυβέρνησις, ιδίως κατά την διανυομένη ακόμη φάση αδυναμίας και μειωμένης βαρύτητος της χώρας, θα είχε ευρεθεί εις δυσχέρεια έναντι Συμμάχων και Εταίρων να απορρίψει, εκ προοιμίου, προτάσεις της άλλης πλευράς προσεγγίζουσες τις τυπικώς δεδηλωμένες θέσεις όλων των Ελληνικών, –πλην της ακροδεξιάς– κομμάτων. Ατυχώς και κάθε Ελληνική αντιπολίτευσις δεν θα έχανε την ευκαιρία ασκήσεως δριμείας κριτικής, προκλήσεως φθοράς του αντιπάλου και αποκομίσεως εκλογικού οφέλους· ιδίως η σημερινή αντιπολίτευσις, η οποία ανατραπείσα όταν ήταν κυβέρνησις από τους νυν κυβερνώντες, δια των μέσων δια των οποίων είχε ανατραπεί, δεν έχει λόγους να είναι ιπποτική προς τους αντιπάλους της και να μην δημαγωγεί επί του «Μακεδονικού», όπως και εκείνοι είχαν δημαγωγήσει επί του ακόμη κρισιμωτέρου –και πράγματι, εκείνου, εθνικού–, θέματος της οικονομίας και του χρέους.

Οπωσδήποτε πολλά παραμένουν ασαφή και απομένουν να διευκρινισθούν. Εξ’ άλλου, εξ’ ίσου αβεβαία είναι και η επίτευξις ικανών, εκατέρωθεν, κοινοβουλευτικών συναινέσεων και θετικού αποτελέσματος του δημοψηφίσματος στην ΠΓΔΜ. Ότι η εφαρμογή της συμφωνίας θα είναι τμηματική δεν την καθιστά ανισοσκελή, εφ’ όσον και η παροχή και η αντιπαροχή θα δίδονται –η πρακτική μεθόδευσις επ’ αυτού δεν θα είναι εύκολη–, εις δόσεις…

Είναι, πάντως, λυπηρά η διαπίστωσις ότι η αντίδρασις του Προέδρου Ιβάνωφ προς την εσωτερική χρήση της συνθέτου ονομασίας και η μείωσις κινητικότητος προς την οποία είχε φανεί να άγεται, ο Κος Ζάεφ, προ εσωτερικών ισορροπιών, προεκάλεσε στεναγμούς ανακουφίσεως όλων των συνιστωσών της Ελληνικής πλευράς. Η έμμονη ιδέα του «πολιτικού» –δηλαδή εκλογικού– κόστους δεσπόζει. Δεν αντιλαμβάνονται ότι η «μη λύσις», προσφιλής συνταγή μαγειρικής της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, ευνοεί, μακροπροθέσμως, επί του προκειμένου –όπως και επί παντός και πάντοτε–, την πλήρη, χωρίς μετριασμούς, επικράτηση των απόψεων του αντιπάλου.

Πριν την αιφνιδία εκδήλωση διαλλακτικότητος της Κυβερνήσεως της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδο­νίας, η Ελληνική θέσις είχε καταστεί –και θα παρέμενε– δεινή. Η αμιγής, «συνταγματική», ονομασία «Μακεδονία» του γειτονικού κράτους έχει ήδη αναγνωρισθεί από τα 4/5 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Εις επίμετρον, η εις βάρος της Ελλάδος απόφασις (Μάιος 2012) του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, δικαιοδοτικού οργάνου των ΗΕ, απετέλεσε βαρύ, δυσμενές, πρόκριμα κάθε περαιτέρω συνεχείας. Η διαλλακτικότητα την οποία επέδειξε ο Κος Ζάεφ είναι κατά μείζονα λόγον αξιέπαινη –και αντιστοίχως εύτρωτη η εσωτερική θέσις του–, διότι η χώρα του ευρίσκετο, ήδη, εις θέση ισχύος.

Προσεφέρθη λοιπόν, ανελπίστως, η διέξοδος από του αδιεξόδου εντός του οποίου έχει περιέλθει η Ελλάς. Συνεπώς, θα έπρεπε –λογικώς τουλάχιστον–, να ευχόμεθα ότι η διέξοδος αυτή θα εξακολουθήσει να προσφέρεται και όχι ότι η προσφορά της θα αρθεί ή ότι η αποτυχία του Κου Ζάεφ κατά το δημοψήφισμα θα επιφέρει διαιώνιση του αδιεξόδου..