Πρέπει να είναι αποδεκται ελληνικών αιτημάτων παρεμβάσεως προς την Τουρκιά υπέρ των κρατούμενων Ελλήνων στρατιωτικών

 

Συγχρόνως σχεδόν, ο Πρωθυπουργός και ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως υπέβαλαν, αντιστοίχως, προς τον ηγέτη του Κρεμλίνου και τον Εμίρη του Κατάρ αιτήματα παρεμβάσεώς τους προς την Τουρκία, υπέρ των κρατουμένων, εκεί, Ελλήνων στρατιωτικών. Ο πρώτος, κατά τηλεφωνική −πέραν της εγγράφου−, υποβολή συγχαρητηρίων, επ’ ευκαιρία της άνευ αντιπάλου επανεκλογής του Κου Putin. Ο δεύτερος, κατά επίσκεψή του εις το Κατάρ.

Αμφοτέρων τα διαβήματα ήταν ατυχή· εξ ίσου μειωτικά κύρους και σοβαρότητος. Ταυτόσημος ήταν ο καυστικός σχολιασμός τους εκ μέρους διπλωματικών κύκλων, εντός και εκτός της χώρας. Ούτε ο Κος Putin, ούτε ο Εμίρης του Κατάρ, πρέπει να είναι αποδέκται Ελληνικών αιτημάτων παρεμβάσεώς τους προς την Τουρκία υπέρ των κρατουμένων Ελλήνων στρατιωτικών. Η κακή Τουρκική συμπεριφορά, πρέπει, βεβαίως, αλλά και αρκεί, να επισημαίνεται, προς κάθε κατεύθυνση. Αιτήματα, όμως, υποστηρίξεως και παρεμβάσεων, η Ελληνική πλευρά δεν πρέπει να απευθύνει −και αυτό αρκεί και πάλι−, παρά προς τους Εταίρους και Συμμάχους της και προς αρμοδίους διεθνείς οργανισμούς· δεν επαιτεί παρεμβάσεις urbi et orbi· πρέπει να είναι επιλεκτική και όταν χρειάζεται αθόρυβη. Τούτο θα έπρεπε να είναι προφανές ότι το επιβάλει στοιχειώδης αίσθησις όχι μόνον αξιοπρεπείας και σοβαρότητος, αλλά, κυρίως, σκοπιμότητος, λειτουργικότητος και αποτελεσματικότητος.

Η ψυχραιμία, το φλέγμα και η φραστική λιτότητα, παριστούν την αποφασιστικότητα. Η σπασμωδικότητα, η ευκαιριακή αποσπασματικότητα, η πληθωρικότητα των αντιδράσεων και η κατάχρησις εκφραστικών μέσων παριστούν αδυναμία, αμηχανία επιλογών και σύγχυση. Ομοίως και ο επικοινωνιακός εντοπισμός επί των κρατουμένων και των οικογενειών τους. Ενθαρρύνουν την Τουρκική επιθετικότητα· δεν την αποτρέπουν. Πείθουν την άλλη πλευρά ότι η Ελληνική κοινωνία είναι ανίκανη να ανθέξει απώλειες.

Ούτε, εννοείται, προάγουν οποιαδήποτε σκοπιμότητα, προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, δηλώσεις, όπως εκείνη ότι… οι Έλληνες ενίκησαν τους Τούρκους το 1821… Πέραν του ότι είναι άσκοπες και επιβλαβείς, παριστούν άλλοτε απλοϊκότητα απαγγελίας μαθητού εις σχολική εθνική εορτή και άλλοτε, ήθος παλληκαρίζοντος Ανατολίτου, ασυμβιβάστων προς την ιδιότητα Υπουργών χώρας-μέλους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.

Ιδίως, η συγκεκριμένη εκείνη αναφορά εις το… 1821 ήταν, εις επίμετρον, ανιστόρητη, διότι η εξέγερσις των Ελλήνων κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε πλήρως κατασταλεί και η ανεξαρτησία της Ελλάδος υπήρξε καρπός της επεμβάσεως των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων και του Ναυαρίνου. Όπως αποτέλεσμα Ευρωπαϊκής παρεμβάσεως –χάρις στις προσωπικές, εν πολλοίς, διασυνδέσεις του Βασιλέως Γεωργίου Α΄–, υπήρξε, κατά την Ελληνική συντριβή του 1897, η αποτροπή της καταλήψεως των Αθηνών από τα προελαύνοντα Τουρκικά στρατεύματα, μετά τις ήττες των Φαρσάλων και του Δομοκού.

Όποιοι βασιβαζουκικοί κομπασμοί −π.χ., περί βυθού του Αιγαίου επιστρωμένου από σκελετούς Ελλήνων− και απειλές και αν εκστομίζονται από την άλλη πλευρά, δεν χρειάζεται να προβάλλεται «εν δήμω», προς τρίτους, σύμπτωσις πολιτιστικού επιπέδου ημών και των γειτόνων μας. Αν το «ατύχημα» τελικώς, δεν αποφευχθεί, πρέπει να παραμείνει πέραν αμφιβολιών ότι δεν προεκλήθη κατόπιν Ελληνικών επιλογών.

Εξ ίσου αντιπαραγωγική είναι και η επικοινωνιακή δημοσιότητα η οποία εδόθη εις αμφίβιες ασκήσεις ανακαταλήψεως βραχονησίδων. Αλλοίμονον αν οι επιτελείς της Αγκύρας πεισθούν ότι αναλαμβάνοντες την επιθετική πρωτοβουλία και την επιλογή των ενεργειών θα εξαναγκάσουν την Ελληνική άμυνα να διασπασθεί και να κατακερματισθεί από βραχονησίδα εις βραχονησίδα.

Η στρατιωτική απάντησις εις κατάληψη βραχονησίδος θα είναι, προδήλως, χρήσιμη δημαγωγικώς. Όποιοι όμως και αν είναι οι κυβερνώντες την χώρα, την στιγμή εκείνη, θα πρέπει να αντισταθούν στην φυσική παρόρμηση ενόπλου αμύνης εθνικού εδάφους. Άλλως, θα προσφέρουν τους όρους διηυρυμένης συγκρούσεως, τους οποίους η Άγκυρα θα επεδίωκε προς διασφάλιση μείζονος τετελεσμένου. Μία ή δύο βραχονησίδες δεν αρκούν προς άσκηση τελεσφόρου Τουρκικού εκβιασμού, ικανού να εξαναγκάσει την Ελλάδα να συρθεί εις συνολική επαναδιαπραγμάτευση του καθεστώτος του Αιγαίου εντός ad hoc σχημάτων διαιτησίας, δηλαδή, εκτός των αυστηρών πλαισίων των οργάνων Διεθνούς Δικαιοσύνης.

Η άμυνα των ανατολικωτέρων Ελληνικών βραχονησίδων πρέπει να παραμείνει επί πολιτικού-διπλωματικού επιπέδου, εις τους κόλπους της ΕΕ, του ΝΑΤΟ και των Η.Ε. Τα περιορισμένα μέσα της Ελληνικής αμύνης πρέπει να εντοπισθούν επί των μεγάλων νήσων του Αν. Αιγαίου και του κρισιμωτάτου ως προς την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ συμπλέγματος του Καστελορίζου.

Ως στόχος και πείσμων, προς όλους, διεκδίκησις και αίτημα της Ελληνικής πλευράς πρέπει, προ παντός άλλου, να τεθεί η επαναφορά επί τάπητος της διαιτησίας του Δικαστηρίου της Χάγης. Την είχε προσφέρει και διασφαλίσει η συμφωνία του Helsinki (Δεκέμβριος 1999). Ακατανοήτως –άλλος ίσως θα έπρεπε να είναι ο χαρακτηρισμός−, την απεποιήθη η Κυβέρνησις Καραμανλή (2005) κατόπιν, όπως ελέγετο τότε, εισηγήσεων του στενού Πρωθυπουργικού περιβάλλοντος, παρά αντίθετη υπουργική και υπηρεσιακή εισήγηση.

Ως προς τους κρατουμένους στρατιωτικούς, όσα περισσότερα λέγονται δημοσίως, όσον εντονώτερος κλονισμός και ευαισθησία της Ελληνικής κοινωνίας επιδεικνύονται, αυξάνεται η Τουρκική αποτίμασις του αναμενομένου, από την παράταση της κρατήσεώς τους οφέλους.

 

Π.Κ.Μ.

 

**