Δρ. Χρήστος Α. Μπαξεβάνης*

Υπότροφος ΙΚΥ («Ενίσχυση μεταδιδακτορικών ερευνητών/ερευνητριών–ΕΣΠΑ 2014-2020»)

 

Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

 Το πρωτόγνωρο επίπεδο του παγκόσμιου εκτοπισμού από τους πολέμους και τις συγκρούσεις στη Συρία, το Ιράκ, το Κέρας της Αφρικής και σε άλλες περιοχές της υποσαχάριας Αφρικής, σε συνδυασμό με την ανασφάλεια στη Λιβύη και των κλειστών χερσαίων οδών για τις μικτές μεταναστευτικές ροές σε άλλες περιοχές, έχει πυροδοτήσει τα τελευταία χρόνια την ραγδαία αύξηση του αριθμού των προσφύγων. Το 2015 αποτέλεσε έτος – ορόσημο για το προσφυγικό/μεταναστευτικό στην Ε.Ε. Η μαζική εισροή προσφύγων από τη Συρία κατέληξε στην κατάρρευση του ευρωπαϊκού εξωτερικού συνόρου. Η μαζική έλευση προσφύγων επηρεάζει έντονα τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και την εσωτερική πολιτική κατάσταση σε όλες σχεδόν τις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θέτει σε δοκιμασία τη Συνθήκη Σένγκεν και τους κανόνες του Δουβλίνου, όπως επίσης, αναδεικνύει τα όρια και τις ανεπάρκειες της εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας της Ευρώπης, αλλά και των αντίστοιχων εθνικών πολιτικών των κρατών-μελών της Ε.Ε.

Η Τουρκία από το 2011 φιλοξενεί τον μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων από τη Συρία (πάνω από 3 εκατομμύρια Σύροι πρόσφυγες). Την ίδια στιγμή, στο Λίβανο, μια χώρα με πληθυσμό περίπου 4,8 εκατομμύρια φιλοξενούνται 1.055.984 καταγεγραμμένοι πρόσφυγες. Η Ιορδανία κατέχει το τρίτο μεγαλύτερο ποσοστό προσφύγων από τη Συρία (642.868), ενώ το Ιράκ και η Αίγυπτος φιλοξενούν, σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία, 246.123 και 119.665 καταγεγραμμένους πρόσφυγες, αντίστοιχα (http://data.unhcr.org/syrianrefugees/regional.php. Τελευταία πρόσβαση 19-11-2017)

Η Ευρωπαϊκή ατζέντα για την μετανάστευση που παρουσιάστηκε τον Μάιο του 2015 αποτέλεσε την πρώτη άμεση απάντηση της Ε.Ε. στο δράμα των χιλιάδων μεταναστών που με κίνδυνο της ζωής τους επιχειρούν να διασχίσουν τη Μεσόγειο, εισάγοντας για πρώτη φορά έννοιες όπως αυτή της μετεγκατάστασης (relocation) και επανεγκατάστασης (resettlement). Η ατζέντα προβλέπει άμεσα αλλά και μακροπρόθεσμα μέτρα για την αντιμετώπιση των σοβαρών μεταναστευτικών ρευμάτων που αντιμετωπίζει η ΕΕ, ιδιαίτερα οι χώρες της Μεσογείου, και των προβλημάτων τα οποία δημιουργούνται από τη διαχείριση τέτοιου είδους φαινομένων. Στο πλαίσιο διαχείρισης και αντιμετώπισης των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών εντάσσονται επίσης τα ευρωπαϊκά προγράμματα μετεγκατάστασης και επανεγκατάστασης, η λειτουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO) και του ευρωπαϊκού οργανισμού FRONTEX για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ε.Ε., η θέσπιση μηχανισμού ταχείας επέμβασης στα σύνορα με στόχο την ενίσχυση της αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης, καθώς και η δημιουργία Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (European Border Coast Guard – EBCG). Ιδιαίτερη μάλιστα αναφορά αξίζει να γίνει στην Οδηγία 2001/55/ΕΚ για την παροχή προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων και τη λήψη μέτρων για τη δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά στην υποδοχή και την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτών των ατόμων. Τελευταία εξέλιξη συνιστά η συμφωνία της Ε.Ε. και Τουρκίας της 18ης Μαρτίου 2016 για τον τερματισμό της παράτυπης μετανάστευσης από την Τουρκία προς την Ε.Ε. και την αντικατάσταση της με νόμιμους διαύλους επανεγκατάστασης προσφύγων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

 

* Ο Χρήστος Μπαξεβάνης είναι Διδάκτωρ Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου (Α.Π.Θ.) και Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας με υποτροφία του ΙΚΥ («Ενίσχυση μεταδιδακτορικών ερευνητών/ερευνητριών – ΕΣΠΑ 2014-2020»).

 

Η Ευρώπη μεταξύ φόβου και αλληλεγγύης

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετωπίζει η Ε.Ε. σήμερα είναι αυτός της εσωτερικής κατάρρευσης λόγω της αδυναμίας ή της έλλειψης βούλησης των κυβερνήσεων των κρατών-μελών να λάβουν έγκαιρα εκείνες τις αποφάσεις που επιβάλλουν οι νέες συνθήκες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η  προσφυγική κρίση που βρήκε την Ένωση απροετοίμαστη, χωρίς ενότητα και αλληλεγγύη. Η προσφυγική κρίση συζητήθηκε στη σύνοδο των G-20 στην Αττάλεια τον Σεπτέμβριο του 2015, καθώς και στη δεύτερη διεθνή διάσκεψη για το συριακό πρόβλημα, που έλαβε χώρα  στη Βιέννη την ίδια χρονική περίοδο. Δύο μήνες μετά, το προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα επανήλθε στο τραπέζι των συζητήσεων κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης Κορυφής της Ε.Ε και χωρών της Αφρικής στη Βαλέττα. Καθοριστικής σημασίας για το προσφυγικό αλλά και την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας υπήρξε η Σύνοδος ΕΕ-Τουρκίας στις Βρυξέλλες τον Νοέμβριο του 2015, όπου αποφασίστηκε σχέδιο δράσης για το προσφυγικό με κεντρικούς άξονες τη διάθεση τριών δισ. ευρώ για τους Σύρους πρόσφυγες εντός Τουρκίας και «ξεπάγωμα» της τελματωμένης ενταξιακής διαπραγμάτευσης, σε αντάλλαγμα τουρκικής βοήθειας για την ανάσχεση των προσφυγικών ροών προς την Ευρώπη. Η μείωση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών και ιδιαίτερα η εφαρμογή του Σχεδίου Δράσης Ε.Ε.-Τουρκίας βρέθηκαν εκ νέου  στο επίκεντρο της εξαμερούς συνάντησης για την προσφυγική κρίση στο περιθώριο της Διάσκεψης Δωρητών για τη Συρία, όπου έλαβε χώρα τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους στο Λονδίνο. Μεταξύ άλλων, ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην εφαρμογή της συμφωνίας επανεισδοχής Ελλάδας-Τουρκίας, καθώς και στην προώθηση ενός αξιόπιστου μηχανισμού επανεγκατάστασης προσφύγων απευθείας από την Τουρκία στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Οι αποτρόπαιες, ωστόσο, επιθέσεις στο Παρίσι από την εξτρεμιστική οργάνωση ISIS, οι οποίες έλαβαν χώρα τη στιγμή που συνεχιζόταν η απεγνωσμένη προσπάθεια εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών να προσεγγίσουν ευρωπαϊκά εδάφη, επιβεβαίωσαν με τον χειρότερο τρόπο τις ανησυχίες των Ευρωπαίων ηγετών, σχετικά με την προστασία των εξωτερικών συνόρων της Ε.Ε. Οι τρομοκρατικές επιθέσεις στην γαλλική πρωτεύουσα επανέφεραν μνήμες των πληγμάτων σε Νέα Υόρκη, Ουάσινγκτον, Μαδρίτη και Λονδίνο, και ταυτόχρονα, αποτέλεσαν, ψυχολογικά και πολιτικά, το ευρωπαϊκό ισοδύναμο της αμερικανικής 11ης Σεπτεμβρίου. Η ισχυρή πιθανότητα αξιοποίησης των μεταναστευτικών ροών από τρομοκρατικές οργανώσεις, και κυρίως το ISIS, με στόχο την είσοδο στο ευρωπαϊκό έδαφος, δίχασε τα κράτη-μέλη και οδήγησε την ΕΕ σε μεταβολή των αρχικών θέσεών της επί του μεταναστευτικού. Από το φθινόπωρο του 2015 μια σειρά κρατών αποφάσισαν να επαναφέρουν προσωρινά τους ελέγχους στα εσωτερικά τους σύνορα (Αυστρία, Δανία, Γερμανία, Σουηδία). Στα κράτη αυτά προστέθηκε η Γαλλία τον Νοέμβριο του 2015 μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις. Ακολούθως, τα κράτη της λεγόμενης ομάδας «Βίζενγκραντ», επικαλούμενα την κυριαρχία τους και λόγους εσωτερικής ασφάλειας σφραγίζουν τα σύνορα, κατασκευάζουν φράκτες και τοποθετούν συρματοπλέγματα στα σύνορά τους. Την ίδια στιγμή, η άνοδος ευρωσκεπτικιστικών και αντιευρωπαϊκών κομμάτων διαφορετικών μεταξύ τους ιδεολογικών αποχρώσεων και εν πολλοίς αντιφατικών απόψεων, αλλά με κοινό παρονομαστή και βασικό πρόσημο τον λαϊκισμό και την ξενοφοβία, προκαλεί έντονη ανησυχία. Η κρίση με το ευρώ, η ραγδαία αύξηση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών και το BREXIT έχουν ενισχύσει φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό της Ένωσης και ταυτόχρονα απειλούν τους βασικούς πυλώνες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Τα κράτη μέλη μέχρι σήμερα δεν έχουν καταλήξει σε μια κοινή στρατηγική για την αντιμετώπιση της κρίσης, ενώ την ίδια στιγμή δείχνουν απροθυμία όσον αφορά στην εφαρμογή των μέτρων, όπως τα σχέδια μετεγκατάστασης. Επαναφέρουν προσωρινά τους ελέγχους στα εσωτερικά τους σύνορα, ενώ άλλοι φτάνουν μέχρι το σφράγισμα των συνόρων και την ύψωση φρακτών, πρωτοβουλίες οι οποίες χωρίς αμφιβολία θέτουν σε αμφισβήτηση το θεσμικό οικοδόμημα της Ε.Ε., την ισχύ της ενωσιακής έννομης τάξης και την πολιτική οντότητα της Ευρώπης. Πλην, όμως, ένα από τα λίγα σημεία στο οποίο συμφώνησαν όλοι οι ευρωπαίοι ηγέτες ήταν η ανάγκη να ενισχυθεί η συνεργασία με την Τουρκία, με στόχο την μείωση της ροής των μεταναστών και των αιτούντων άσυλο που μετακινούνται από ή μέσω της χώρας προς την ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό, εντάσσεται η συμφωνία της Ε.Ε. και Τουρκίας της 18ης Μαρτίου 2016 για τον τερματισμό της παράτυπης μετανάστευσης από την Τουρκία προς την Ε.Ε. και την αντικατάσταση της με νόμιμους διαύλους επανεγκατάστασης προσφύγων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

 

 Η Συμφωνία της 17ης Μαρτίου 2016 για το Προσφυγικό

Το σχέδιο που συμφωνήθηκε στις 18 Μαρτίου 2016 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Τουρκίας, έχει τον φιλόδοξο στόχο να σταματήσει τις προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές από την Τουρκία στην Ελλάδα/ΕΕ μέσα από ένα επικίνδυνο θαλάσσιο ταξίδι που έχει οδηγήσει χιλιάδες ανθρώπους στον θάνατο, και την ίδια στιγμή να αποτρέψει την κατάρρευση της ζώνης Σένγκεν. Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ότι η εφαρμογή της συμφωνίας που ξεκίνησε στις 4 Απριλίου 2016 αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υλοποίησης για μια σειρά από νομικούς, πολιτικούς και υλικοτεχνικούς λόγους, καθώς πρόκειται για μια συμφωνία που χαρακτηρίζεται ως ιδιαίτερα πολύπλοκη, τεχνικά εξαιρετικά δυσχερής με ασάφειες και αμφιλεγόμενα σημεία.

Η Τουρκία αναλαμβάνει να παίρνει πίσω όλους τους παράνομα εισελθόντες στην Ελλάδα από την Τουρκία. Ακούγεται εντυπωσιακό, όμως στην πράξη δεν είναι, διότι στην Τουρκία επιστρέφουν μόνο όσοι δεν ζητούν άσυλο, ενώ για αυτούς που ζητούν γίνεται ατομική εξέταση και σε περίπτωση απόρριψης διατηρούν το δικαίωμα προσφυγής με ότι αυτό σημαίνει σε χρονική διάρκεια αλλά και την υποχρέωση του Κράτους για εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης. Επιπλέον, προτεραιότητα δίνεται σε εκείνους που δεν έχουν μπει ή δεν έχουν προσπαθήσει να μπουν παράτυπα στην Ε.Ε.. Συνεπώς αποκλείονται  εκ προοιμίου όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελλάδα και επομένως θα πρέπει να βρεθεί τρόπος για να αποδεχτούν την επιστροφή τους στην Τουρκία, άνθρωποι που ρίσκαραν την ζωή των οικογενειών τους  και ξόδεψαν όλη την περιουσία τους για να περάσουν στα ελληνικά νησιά. Αξίζει δε να αναφερθεί ότι στην εν λόγω συμφωνία δεν προβλέπεται μηχανισμός ελέγχου και υλοποίησης των συμφωνηθέντων (verification mechanism) προκειμένου να ελέγχεται η Τουρκία ως προς την συμμόρφωσή της. Θα ήταν εντελώς διαφορετικά τα πράγματα εάν η Τουρκία δεχόταν την παρουσία της FRONTEX στα παράλια της προκειμένου να καθίσταται αποτρεπτική η μετάβαση μεταναστών στην Ελλάδα καθώς και εάν προβλεπόταν η ίδρυση πλωτών hotspots στις τουρκικές ακτές. Την ίδια στιγμή, δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για τους 50.000 και πλέον πρόσφυγες και παράτυπους μετανάστες που βρίσκονται ήδη εντός  της ελληνικής επικράτειας. Αντίθετα, η μετεγκατάσταση προσφύγων στην Ευρώπη εξακολουθεί να είναι σε εθελοντική βάση και η απόφαση των πρώην Ανατολικών κρατών για το κλείσιμο του βαλκανικού διαδρόμου δεν αλλάζει.

Σοβαρά ερωτήματα έχουν ανακύψει ως προς την νομική φύση της συμφωνίας και τη συμβατότητά της με το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο, ιδιαιτέρως δε σε ό,τι αφορά τον χαρακτηρισμό της Τουρκίας ως «ασφαλούς τρίτης χώρας», καθώς και το γεγονός ότι, μολονότι έχει επικυρώσει τη Σύμβαση της Γενεύης για τους πρόσφυγες και το Πρωτόκολλο του 1967, η εν λόγω Χώρα διατηρεί έναν γεωγραφικό περιορισμό για τους μη Ευρωπαίους αιτούντες άσυλο. Παρά τις σημαντικές προσπάθειες των τουρκικών αρχών να βελτιώσουν το σύστημα ασύλου στην εν λόγω χώρα, Διεθνείς και Εθνικοί Φορείς και Οργανώσεις με αντικείμενο την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (όπως είναι η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, η Διεθνής Αμνηστία, οι Γιατροί του Κόσμου, ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής, το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, η Εθνική Επιτροπή για τα δικαιώματα του Ανθρώπου και η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ο Συνήγορος του Πολίτη και ο Έλληνας Διαμεσολαβητής) έχουν επισημάνει συχνά σε διεθνείς εκθέσεις τους τα ανωτέρω ζητήματα, καθώς και ελλείμματα που παρουσιάζονται στην Τουρκία μέχρι σήμερα, παρά τις όποιες σημαντικές βελτιώσεις έχουν σημειωθεί, σε ό,τι αφορά την πρόσβαση στην εργασία, καθώς και σε βασικές υπηρεσίες, όπως είναι η υγειονομική περίθαλψη και η πρόνοια, η εκπαίδευση και γενικότερα οι διαδικασίες ένταξης στην κοινωνία.

Περαιτέρω, η υλοποίηση της συμφωνίας από την ελληνική πλευρά απαιτεί την κινητοποίηση ενός τεράστιου  γραφειοκρατικού μηχανισμού (δικαστικοί, αστυνομικοί, μεταφραστές διερμηνείς) που θα μπορούν στα ελληνικά νησιά να εξετάζουν την κάθε περίπτωση μετανάστη  ατομικά, να μπορούν να διεκπεραιώνουν  σε σύντομο διάστημα τις αιτήσεις ασύλου  αλλά και τις διαδικασίες έφεσης στις απορριπτικές  αποφάσεις. Θα πρέπει να διαπιστώνεται ποιοι από τους μετανάστες δεν υπόκεινται στους διεθνείς νόμους προστασίας ,ότι έχουν πράγματι φθάσει από την Τουρκία και μάλιστα μετά την συγκεκριμένη ημερομηνία. Με νέα σύνθετα καθήκοντα και δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες να παραμένουν εγκλωβισμένοι στην Χώρα, η Ελλάδα καλείται να φέρει εις πέρας ένα πρωτόγνωρο διοικητικό, νομοθετικό και επιχειρησιακό εγχείρημα, που όμοιο του δεν έχει αναληφθεί μέχρι σήμερα.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι από την υπογραφή της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας μέχρι σήμερα είναι σημαντική και διαρκής η μείωση του αριθμού των ατόμων που διασχίζουν παράτυπα τα ευρωπαϊκά σύνορα ή χάνουν τη ζωή τους στο Αιγαίο. Εγκυμονεί, ωστόσο, σοβαρός κίνδυνος η ενεργοποίηση της εν λόγω συμφωνίας να υποκαταστήσει τις δεσμεύσεις των προηγούμενων συνόδων κορυφής για κατανομή και επανεγκατάσταση των εισρεόντων πληθυσμών σε όλα τα μέρη με βάση ορισμένη ακριβοδίκαιη αναλογία, και σύμφωνα με την αρχή της αλληλεγγύης και τη δίκαιη κατανομή ευθυνών/βαρών. Με άλλα λόγια, ενδέχεται η συγκεκριμένη συμφωνία να αξιοποιηθεί από τις ευρωπαϊκές ηγεσίες, ώστε να μεταθέσουν έτι περαιτέρω το μερίδιο ευθύνης τους, αυτή τη φορά από τις χώρες πρώτης γραμμής του Μεσογειακού Νότου σε τρίτες χώρες, όπως είναι η Τουρκία, την στιγμή μάλιστα που οι επιδόσεις σχεδόν του συνόλου των κρατών μελών της Ε.Ε. τόσο στην επανεγκατάσταση όσο και στην μετεγκατάσταση εξακολουθούν να είναι απογοητευτικές. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία, όπως αυτά προκύπτουν από την 14η Έκθεση της Επιτροπής για τη μετεγκατάσταση αιτούντων άσυλο εντός της ΕΕ και την επανεγκατάσταση προσφύγων εκτός της ΕΕ, η οποία δημοσιεύθηκε στις 26 Ιουλίου 2017, από τους 63.302 πρόσφυγες που προβλεπόταν να έχουν μετεγκατασταθεί από την Ελλάδα, μόλις 16.804 έχουν μεταφερθεί σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τρεις χώρες (Αυστρία, Ουγγαρία, Πολωνία) δεν έχουν πάρει κανέναν και μόλις 4 χώρες έχουν πάρει πάνω από 1.000 πρόσφυγες (Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία, Πορτογαλία), ενώ καμία διαδικασία επιβολής κυρώσεων δεν έχει ξεκινήσει μέχρι τώρα  .

Η Επιτροπή, ωστόσο, κίνησε στις  26 Ιουλίου 2017 το επόμενο στάδιο των διαδικασιών επί παραβάσει κατά της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Ουγγαρίας και της Πολωνίας στέλνοντας αιτιολογημένες γνώμες στην Τσεχική Δημοκρατία, την Ουγγαρία και την Πολωνία λόγω μη συμμόρφωσης με τις νομικές υποχρεώσεις που υπέχουν στον τομέα της μετεγκατάστασης. Συγκεκριμένα,  στις 15 Ιουνίου 2017 η Επιτροπή κίνησε διαδικασίες επί παραβάσει και απέστειλε προειδοποιητικές επιστολές στην Τσεχική Δημοκρατία, την Ουγγαρία και την Πολωνία. Οι απαντήσεις που δόθηκαν δεν κρίθηκαν ικανοποιητικές, διότι καμία από αυτές δεν συνοδευόταν από ένδειξη ότι τα εν λόγω κράτη μέλη θα ξεκινήσουν σύντομα τις μετεγκαταστάσεις στο έδαφός τους. Κανένα από τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν —είτε πρόκειται για την εκκρεμούσα δικαστική υπόθεση κατά του Συμβουλίου που δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, για την επίδειξη αλληλεγγύης με άλλον τρόπο, ή για δυσκολίες κατά τη διενέργεια των ελέγχων ασφάλειας— δεν δικαιολογεί τη μη ανάληψη δέσμευσης για διαθέσιμες θέσεις. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει το επόμενο στάδιο της διαδικασίας επί παραβάσει.

Θετική εξέλιξη συνιστά η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 6 Σεπτεμβρίου 2017 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-643/15 και C-47/15, όπου απέρριψε τις προσφυγές της Σλοβακίας και της Ουγγαρίας κατά του μηχανισμού μετεγκατάστασης αιτούντων άσυλο από την Ελλάδα και την Ιταλία προς τα άλλα κράτη μέλη της Ένωσης. Με την εν λόγω απόφαση το ΔΕΕ αποδοκιμάζει ευθέως τη συμπεριφορά συγκεκριμένων κρατών να δεχτούν πρόσφυγες στο έδαφος τους γεγονός που αντιβαίνει, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το Δικαστήριο, στην υποχρέωση αλληλεγγύης και δίκαιης κατανομής βαρών την οποία υπέχουν τα κράτη μέλη της Ένωσης στον τομέα της πολιτικής ασύλου.

Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκε και ο Γενικός Εισαγγελέας του Δικαστηρίου ο οποίος με τις προτάσεις του στις 26 Ιουλίου 2017 υποστήριξε ότι ο μηχανισμός αυτός συμβάλλει, κατά τρόπο αποτελεσματικό και σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας, στην αντιμετώπιση από την Ελλάδα και την Ιταλία των συνεπειών της μεταναστευτικής κρίσης του 2015. Επιπλέον, ο Γενικός Εισαγγελέας υπογράμμισε ότι η περιορισμένη αποτελεσματικότητα του μηχανισμού εξηγείται από ένα σύνολο στοιχείων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η μη εκτέλεση, εν μέρει ή εν όλω, της προσβαλλόμενης αποφάσεως από ορισμένα κράτη μέλη (όπως η Σλοβακία και η Ουγγαρία), γεγονός που αντιβαίνει στην υποχρέωση αλληλεγγύης και δίκαιης κατανομής των ευθυνών την οποία υπέχουν τα κράτη μέλη στον τομέα της πολιτικής ασύλου.

  

Η Προσφυγική Κρίση στη σκιά του Συριακού Πολέμου και του ISIS

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η προσφυγική κρίση είναι απότοκος των μεγάλων κρίσεων και συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Η ραγδαία αύξηση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών το τελευταίο διάστημα συνδέεται άρρηκτα με την γεωπολιτική διαμάχη για τις επαναπροσδιοριζόμενες σφαίρες επιρροής σε Συρία και Ιράκ, ενώ στον δισεπίλυτο γρίφο του προσφυγικού έρχεται να προστεθεί το ISIS. Καθίσταται πλέον σαφές ότι το ζήτημα έχει διαστάσεις τέτοιες που καθίσταται αδύνατη η αντιμετώπισή του χωρίς τη συμμετοχή του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και ιδίως των μόνιμων μελών του, χωρίς την πλήρη συνεργασία της Τουρκίας και χωρίς τη συμμετοχή τόσο των αραβικών όσο και των αφρικανικών χωρών. Ο σημαντικότερος και μακροπρόθεσμος στόχος της διεθνούς και ευρωπαϊκής πολιτικής για την αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών παραμένει η αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης στις πηγές της. Χωρίς την επίλυση των μεγάλων κρίσεων και συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική δεν μπορεί να αναμένεται αποτελεσματική αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης και των μεταναστευτικών ροών. Καθίσταται πλέον σαφές ότι το ζήτημα έχει διαστάσεις τέτοιες που καθίσταται αδύνατη η αντιμετώπισή του χωρίς τη συμμετοχή του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και ιδίως των μόνιμων μελών του, χωρίς την πλήρη συνεργασία της Τουρκίας και χωρίς τη συμμετοχή τόσο των αραβικών όσο και των αφρικανικών χωρών.

Ο επαναπροσδιορισμός των σφαιρών επιρροής σε Συρία και Ιράκ, στο πλαίσιο αναζήτησης μιας νέας ισορροπίας δυνάμεων στη Μ. Ανατολή (Ιράν, Τουρκία, Σαουδική Αραβία, Ρωσία, Η.Π.Α.), θα είναι μακρύς και δύσβατος. Στο πλαίσιο, αυτό η διεθνής κοινότητα παράλληλα με τις όποιες αναγκαίες στρατιωτικές δράσεις για την αντιμετώπιση του ISIS, θα πρέπει να δεσμεύει σε μια σειρά μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων πολιτικών για τον εκδημοκρατισμό των χωρών της Μέσης Ανατολής με κανονιστικό υπόβαθρο τις οικουμενικές αξίες της ελευθερίας, της ισότητας και της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι αρχές αυτές δεν είναι μόνο αρχές της Δύσης αντίθετα, το κύρος τους εκτείνεται πολύ πιο μακριά. Γιατί αυτές οι αρχές είναι η πηγή μιας δίκαιης, ανθρώπινης και ευπρεπούς κοινωνίας, οποιασδήποτε θρησκείας ή πολιτισμικής παράδοσης.

 

Η επόμενη ημέρα

Η Ευρώπη οφείλει να μετατρέψει με αποφασιστικότητα τη σημερινή κρίση σε ευκαιρία για τη μακροχρόνια ανάπτυξή της, αντιμετωπίζοντας έτσι την επιταχυνόμενη δημογραφική επιδείνωση, δημιουργώντας κοινό παρονομαστή πολιτικής δράσης και κοινωνικής ένταξης, ενώ παράλληλα θα διατηρεί τις ανθρωπιστικές της αξίες και θα παραμένει μια ανοιχτή κοινωνία. Αναγκαία και επιτακτική για όλα αυτά είναι φυσικά η προώθηση της πολιτικής και οικονομικής ολοκλήρωσης της Ευρώπης. Η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα σε ένα σταυροδρόμι: Μεταξύ μιας ηπείρου στην οποία θα μας χωρίζουν πάλι σύνορα και εθνοκεντρικοί εγωισμοί από τη μία, και από την άλλη μιας ηπείρου η οποία κατορθώνει να βρει από κοινού απαντήσεις στα προβλήματά της: με μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου, με τον κοινό αγώνα κατά των βαθύτερων αιτίων της προσφυγικής κρίσης. Έχει γίνει πλέον σαφές ότι για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης απαιτείται η λήψη μιας σειράς βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων στη βάση των δύο αλληλένδετων αρχών της ευθύνης και της αλληλεγγύης. Ενδεικτικά αναφέρονται: 1) η αναθεώρηση των προβλέψεων για εξέταση των αιτημάτων ασύλου από τη χώρα πρώτης εισόδου (Κανονισμός Δουβλίνο) υπέρ ενός συστήματος κεντρικής διαχείρισης των αιτήσεων ασύλου που κατατίθενται ανά την Ευρώπη, υπό την επιμέλεια μιας ισχυρής Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Ασύλου, με στοιχεία από το ΑΕΠ, το ποσοστό ανεργίας, ο αριθμός κατοίκων, το ποσοστό αιτούντων άσυλο που ήδη κατοικούν εκεί και το μέγεθος επικράτειας, 2) η καθιέρωση μηχανισμού υποχρεωτικής ανακατανομής στο εσωτερικό της Ε.Ε. τόσο αναγνωρισμένων προσφύγων όσο και αιτούντων άσυλο με δίκαιο και αναλογικό τρόπο, 3) η θέσπιση Ευρωπαϊκού Ασύλου ώστε οι αλλοδαποί να ζητούν άσυλο από την Ε.Ε. συνολικά και να κατανέμονται αναλογικά στα κράτη μέλη, 4) η ενίσχυση του εθελοντικού επαναπατρισμού παράτυπων οικονομικών μεταναστών σε συνεργασία με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης και την Ε.Ε, 5) η δημιουργία hot spots στα κράτη πρώτης γραμμής, όπως η Ιορδανία, ο Λίβανος και η Τουρκία, 6) η παροχή αναπτυξιακής βοήθειας στις χώρες προέλευσης υπό την προϋπόθεση ότι θα πρέπει να δέχονται πίσω τους πολίτες τους που δεν γίνονται δεκτοί στην Ε.Ε, 7) η ανάπτυξη νόμιμων εναλλακτικών οδών για την αναζήτηση της προστασίας στην Ευρώπη.

Οι νέες μορφές συγκρούσεων και οι σύγχρονες πηγές παγκόσμιας ανασφάλειας καταδεικνύουν ότι μέσα σε ένα περιβάλλον αλληλεξάρτησης καμία κοινωνία δεν είναι απομονωμένη από τις άλλες, αντίθετα όλοι οι πολίτες είναι αντιμέτωποι με κοινούς κινδύνους και παγκόσμια προβλήματα. Οι προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές αποτελούν ένα τέτοιο παράδειγμα. Πριν από δύο και πλέον αιώνες, ο Immanuel Kant διαπίστωνε πως οι κοινωνίες βρίσκονται αναπόφευκτα δίπλα-δίπλα. Μια βίαιη πρόκληση ενάντια στο Νόμο και τη Δικαιοσύνη σε ένα συγκεκριμένο τόπο έχει συνέπειες σε πολλούς άλλους τόπους και μπορεί να βιωθεί παντού, σημείωνε ο Γερμανός φιλόσοφος, για να συμπληρώσει ότι δεν ζούμε, πλέον, αν ζούσαμε ποτέ, σε έναν κόσμο απομονωμένων εθνικών κοινοτήτων. Αντίθετα ζούμε σε έναν κόσμο, όπου οι τροχιές των χωρών συμπλέκονται βαθιά μεταξύ τους. Το στοίχημα της Ευρώπης είναι να αντιμετωπίσει την προσφυγική/μεταναστευτική κρίση, μαζί με τους μουσουλμάνους, υποδεχόμενη πρόσφυγες και διαφυλάσσοντας την ελευθερία και τα δικαιώματα στο εσωτερικό της, γιατί μόνο έτσι μπορεί να εξασφαλίσει την  συνεκτικότητα, την βιωσιμότητά και φυσικά την επανασύνδεσή της με την ανθρωπιστική παράδοση του ευρωπαϊκού διαφωτισμού.