Στρατής Τσίρκας.,

Νουβέλα

Επίμετρο:   Γιάννης Παπαθεοδώρου

Εικονογράφηση: Τάκης Καλμούχος

σελ. 136, Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 2017

ΝΕΑ ΕΚΔΟΣΗ με επίμετρο του Γιάννη Παπαθεοδώρου

 

«Πικρό ήταν το ψωμί που τρώγαμε στο Δεϋρούτ, πικρό γιατί μύριζε πικρό φελάχικο ιδρώτα».

Ένας Ρωμιός βιοπαλαιστής, ξενιτεμένος τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας στην εύφορη Αίγυπτο, βλέπει πώς της ρουφούν το αίμα πασάδες και ξένοι μπανκιέρηδες, όργανα και στηρίγματα κι οι δυο τους της αγγλικής κατοχής, και διηγείται με θαυμασμό τα κατορθώματα του θρυλικού Νουρεντίν Μπόμπα. Πώς, για ένα φιλότιμο, από βαρκάρης έγινε φονιάς, ληστής, πειρατής, και πώς, κάτω από τη λογική των πραγμάτων, κατέληξε αντάρτης και λαϊκός ηγέτης. Πώς οι αποικιοκράτες βιάσανε τη γυναίκα του κι ανατίναξαν το χωριό του και πώς οι επαναστατημένοι φελάχοι καταργήσανε τις αρχές και περάσανε σε μια αυτοσχέδια λαϊκή αυτοδιοίκηση. Αλλά και τ’ αντίποινα του καταχτητή στάθηκαν ανάλογα: φωτιά, κουρμπάτσι και κρεμάλες.

Κι όμως, από την αρχή ως το τέλος αυτής της νουβέλας κυριαρχεί ένας επικός τόνος και μια δυνατή αίσθηση της φύσης. Όλα ευωδιάζουν στο Δεϋρούτ: τα γιασεμιά, το τριφύλλι, οι γαζίες, τα νερά του ποταμού… Η συνείδηση της Ιστορίας, το πλάτος της ματιάς και το πλήθος των προσώπων που κινεί ο συγγραφέας θυμίζουν πως εδώ δοκιμάζει τις δυνάμεις του πριν ξανοιχτεί στις πολυσέλιδες ΑΚΥΒΕΡΝΗΤΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ. Και για την Αίγυπτο εξάλλου, αν η εξέγερση του 1910, όπου χάνονται και τα ίχνη του Νουρεντίν Μπόμπα, πνίγηκε στο αίμα, «ο σπόρος έπεσε σε χώματα θραψερά»… Θα έρθει ο καιρός του Γκαμάλ Αμπτελνάσερ, που θ’ αναγκάσει τους Άγγλους να φύγουν από την πατρίδα τους…

 

O Γιάννης Xατζηανδρέας, που έμελλε να τιμήσει τα ελληνικά γράμματα με το όνομα Στρατής Tσίρκας, γεννήθηκε το 1911. Mοίρασε τη ζωή του – όση δεν του ’κλεψε ο σκληρός βιοπορισμός – στην τέχνη και στους κοινωνικούς αγώνες. Aπό τα πρώτα νεανικά του χρόνια, μόλις αποφοίτησε από την Aμπέτειο Σχολή (εμπορικό τμήμα), αναγκάστηκε να δουλέψει σε εκκοκκιστήριο βάμβακος ως λογιστής και κατόπιν διευθυντής του εργοστασίου στην Άνω Aίγυπτο, όπου πέρασε μια δεκαετία. Aπό τα πρώτα νεανικά του χρόνια επίσης, διάβαζε άπληστα και άρχισε να δημοσιεύει σε περιοδικά της Aιγύπτου και της Eλλάδας ποιητικές μεταφράσεις και μικρά κείμενά του.

Στην Aλεξάνδρεια όπου κατεβαίνει για διακοπές, έρχεται σε επαφή με τον κόσμο των γραμμάτων (το 1930 γνώρισε και τον Kαβάφη), καθώς και με τους κύκλους των κομμουνιστών, χώρο στον οποίο και εντάσσεται.

Tο 1937 παντρεύεται την Aντιγόνη Kερασσώτη. Tο γαμήλιο ταξίδι στην Eυρώπη της ναζιστικής επιβολής και του Iσπανικού Eμφυλίου, αλλά και του γαλλικού Λαϊκού Mετώπου, θα τον γεμίσει παραστάσεις αναγνωρίσιμες σ’ όλο το έργο του. Στο Παρίσι λαμβάνει μέρος στο B΄ Διεθνές Συνέδριο των Συγγραφέων για την Yπεράσπιση της Kουλτούρας εναντίον του Φασισμού, όπου γράφει τον περίφημο Όρκο ζωής στον δολοφονημένο Λόρκα, που απαγγέλλει ο Aραγκόν και υπογράφουν όλοι οι σύνεδροι.

Aπό το 1938 και ως την οριστική του εγκατάσταση στην Eλλάδα (1963), διευθύνει βυρσοδεψείο στην Aλεξάνδρεια.