Π. Κ. ΜΑΚΡΗ

Όπως και αν, τελικώς, αποτιμηθεί η πρόσφατη επίσκεψις του Κου Erdogan φαίνεται να έχει διαψευσθεί η αρκετά προβεβλημένη, κατά την διάρκεια των τελευταίων ημερών, εκτίμησις: ότι ο Τούρκος Πρόεδρος, αντιλαμβανόμενος την απομόνωση στην οποία έχει περιέλθει το καθεστώς του, κατανοεί την χρησιμότητα της Ελλάδος ως «πύλης προς την Ευρώπη» και επιδιώκει την βελτίωση των Ελληνο-Τουρκικών σχέσεων. Η εκτίμησις αυτή είναι, βεβαίως, εσφαλμένη. Εν όψει των ενδο-Τουρκικών προτεραιοτήτων και περισπασμών του, ο Τούρκος Πρόεδρος −ούτως ή άλλως μαξιμαλιστής−, έχει πρωτίστως ανάγκη να επαναλαμβάνει και να αποδεικνύει, διαρκώς, την βασική θέση της παρατάξεώς του: ότι ο Κεμάλ και οι συν αυτώ κοσμικοί μεταρρυθμισταί της Τουρκίας εμειοδότησαν στην Λωζάνη και απεδέχθησαν υπέρμετρες παραχωρήσεις. Είναι, συνεπώς, υποχρεωμένος να μεγιστοποιεί διεκδικήσεις προς κάθε κατεύθυνση και να υψώνει τόνους, κωλυόμενος να προβεί εις μετριασμούς θέσεων οι οποίοι θα επέτρεπαν βελτίωση των Ελληνο-Τουρκικών θέσεων.

Και όμως… Έστω και αν αυτό δεν πρόκειται να επιφέρει πρακτικές συνέπειες, ο Τούρκος Πρόεδρος πρέπει να αντιλαμβάνεται την έμμεση χρησιμότητα, ως προς αυτόν, της σημερινής Ελληνικής Κυβερνήσεως, να ανιχνεύει σημαντικές εκλεκτικές συγγένειές του με αυτήν έναντι της ΕΕ και να την προτιμά από κάθε άλλη προϋπάρξασα.

Τα δεδομένα είναι σαφή. Ο Κος Erdogan ακόμη και αν ήταν αρχικώς αμφίθυμος προς την ΕΕ, ήδη την απεχθάνεται, ευρίσκεται εκτός του πνεύματος των αξιών της και, βεβαίως, αντιλαμβάνεται ότι η απέχθειά του ανταποδίδεται προθύμως και από την Ευρωπαϊκή πλευρά. Άλλωστε, ευρίσκεται, ήδη, υπό την επιρροή του άστρου του Κου Putin και επιχειρεί να αναπτύξει ιδιαίτερους δεσμούς προς όλους τους δυναμένους να διασπάσουν την συνοχή της ΕΕ, ιδιορρύθμους και δυσλειτουργικούς Εταίρους της. Οι προορισμοί των −λίγων− πριν την Ελληνική επίσκεψη μετακινήσεών του, ήταν χαρακτηριστικοί.

Έναντι, λοιπόν, της σημερινής Ελληνικής Κυβερνήσεως ο Κος Erdogan πρέπει, λογικώς, να στρέφει, κατ’αρχάς, προτίμηση, ούτως ειπείν συναισθηματική, «υπαρξιακή»∙ ενός «ανεγγίκτου» (pariah) προς άλλον. Αντιλαμβάνεται ότι και η Ελληνική Κυβέρνησις εχθρική, από μιας αρχής, προς την ΕΕ, και την «νεοφιλελεύθερη θεμελιακή βάση της», εξακολουθεί να την απεχθάνεται, έστω και αν έχει καμφθεί υπό τα κελεύσματά της και ότι χαιρεκάκως, κατά βάθος, υποδέχεται ο,τιδήποτε την αποσταθεροποιεί, ενώ και από την Ευρωπαϊκή πλευρά δεν περισσεύει ούτε εμπιστοσύνη, ούτε συμπάθεια. Κοινή είναι, ακόμη, η έντασις του μένους ειδικώς προς την Γερμανία.

Γνωρίζει, ακόμη, ο Κος Erdogan ότι από αυτήν την Ελληνική Κυβέρνηση δεν θα ακούσει κηρύγματα περί κράτους δικαίου και ελευθερίας των μέσων ενημερώσεως, διότι και η δική της προσέγγισις της εξουσίας είναι καθεστωτική.

Πέραν, όμως, της συγγενείας του θυμικού έναντι της ΕΕ, παρίσταται και πρακτικότερος λόγος προτιμήσεως του Κου Erdogan προς την παρούσα Ελληνική Κυβέρνηση –την οποία συμμερίζεται και η πάντοτε, κατά βάθος, εχθρική προς αυτόν Τουρκική διπλωματική υπηρεσία: δηλαδή, αν η Τουρκία έχει περιέλθει υπό κυβέρνηση την οποία η ΕΕ θεωρεί ως ανυπόληπτη και αναξιόπιστη, τότε, τα Τουρκικά συμφέροντα εξυπηρετούνται καλύτερα εφ’όσον και η Ελλάς θα παραμένει υπό ιδιότυπη Κυβέρνηση, αναλόγου μειωμένης, εν μέσω των Εταίρων της, αξιοπιστίας.

Δεν πρέπει, εξάλλου, να λησμονείται ότι και εκ μέρους πολλών Ελλήνων, η θεώρησις της ελεύσεως στην εξουσία, στην Τουρκία, των Ισλαμικών κυβερνήσεων, του Κου Erbakan και του Κου Erdogan, ήταν θετική υπό την ίδια ακριβώς λογική και προσδοκία: δηλαδή, ότι θα αποσταθεροποιήσουν και θα αποδυναμώσουν την γείτονα. Εκάστη πλευρά, φαίνεται, φευ, να προτιμά και να εύχεται να παραμείνει η άλλη υπό την χειροτέρα δυνατή κυβέρνηση. Υπάρχει καλυτέρα συνταγή διαιωνίσεως των διαφορών τους;

Θα παραμείνουν, όλα αυτά εις επίπεδα υπαρξιακού ψυχοδράματος; Θα έχουν οποιαδήποτε επήρεια επί των διακρατικών σχέσεων; Θα λησμονήσει ο μνησίκακος και εύθικτος ηγέτης της γείτονος την αξιομνημόνευτη Ελληνική πρωθυπουργική ρήση ότι «ο αποτελεσματικός σκύλος δεν γαυγίζει»; Ίδωμεν.

Π.Κ.Μ.