ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Πρώην Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας
Το 1992 είχαμε φτάσει στα πρόθυρα της λύσης. Από τότε πέρασαν 25 ολόκληρα χρόνια και λύση δεν έχει επιτευχθεί ακόμα. Οι ουσιαστικές συγκλίσεις Αναστασιάδη-Ακιντζί ζωντάνεψαν ξανά τις ελπίδες για κατάληξη σε μια τελική διευθέτηση. Η δυστοκία όμως σε μερικά ζητήματα που αφορούν στην ασφάλεια και τις εγγυήσεις, καθώς και σε μερικά επιμέρους ζητήματα, επαναφέρουν πάλι το κλίμα της καχυποψίας και του φόβου. Η κρίση στις συνομιλίες, ως εκ της απόφασης της Βουλής για εορτασμό του ενωτικού δημοψηφίσματος του 1950, ξεπεράστηκε μεν ως αποτέλεσμα της υπεύθυνης στάσης των δυο μεγάλων κομμάτων, ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, φαίνεται όμως να έχει τρωθεί το κλίμα εμπιστοσύνης και να έχει πληγεί η ειρηνευτική διαδικασία. Έχει ήδη χαθεί πολύτιμος χρόνος και η προσοχή πολλών, αν όχι όλων, στρέφεται προς τις προεδρικές εκλογές του 2018. Είναι ήδη ορατή η πιθανότητα αποτυχίας να καταλήξουμε σε συμφωνία και ολικής κατάρρευσης της ειρηνευτικής διαδικασίας.
Όπως έχουν τα πράγματα και ασχέτως των όσων λέγονται για εσωτερική κατανάλωση, θα είναι απίθανο η διεθνής κοινότητα να επιρρίψει τις ευθύνες της κατάρρευσης στην τουρκική πλευρά. Υπό το φως των ουσιαστικών συγκλίσεων που έχουν επιτευχθεί, τόσο τα Ηνωμένα Έθνη όσο και η διεθνής κοινότητα θα συνεχίσουν να υποδεικνύουν και στις δυο πλευρές την ανάγκη ενίσχυσης της πολιτικής βούλησης ώστε να υπάρξει κατάληξη σε συνολική συμφωνία. Θα συνεχίσουν να στηρίζουν τη βασική τους θέση ότι κανένα πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί χωρίς την επιθυμία και ετοιμότητα για συμβιβασμό. Η επίκληση θεωρητικών αρχών δικαίου δεν είναι αρκετή. Εκείνο που πρωτίστως χρειάζεται είναι η ορθή πραγματιστική διάγνωση των ευκαιριών και των δυνατοτήτων. Στη βάση μιας τέτοιας διάγνωσης να οριοθετηθούν οι στόχοι και ένα πλαίσιο εναλλακτικών επιλογών, ώστε, εκεί που παρουσιάζονται προβλήματα στη διαπραγμάτευση, να έχουμε εναλλακτικές προτάσεις που να πείθουν, αν μη τι άλλο τους τρίτους ανεξάρτητους παρατηρητές, για τη δημιουργική μας προσέγγιση.
Δεν υπάρχει δυσκολία που δεν μπορεί να υπερπηδηθεί εάν και οι δύο πλευρές είναι έτοιμες να συμβιβαστούν. Η δική μας πλευρά έχει πολλαπλούς λόγους να επιδιώκει τον συμβιβασμό σε μια βιώσιμη ομοσπονδιακή λύση. Αν η τόσα πολλά υποσχόμενη προσπάθεια καταρρεύσει οριστικά, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι η πόρτα θα είναι πάντα ανοικτή για λύση επανένωσης ή ότι το στάτους κβο θα παραμείνει ως έχει επί μακρόν. Το ρευστό περιφερειακό περιβάλλον, οι εσωτερικές εντάσεις στην Τουρκία και το απρόβλεπτο των εξελίξεων και πολιτικών συμπεριφορών σε συνάρτηση με την έξαρση του εθνικιστικού λαϊκισμού στη χώρα αυτή, επισωρεύουν θανάσιμους κινδύνους για την Κύπρο σε περίπτωση που η παρούσα θετική συγκυρία εκπνεύσει χωρίς την επίτευξη λύσης.
Όταν μιλούμε για θετική συγκυρία, εννοούμε τη σύγκλιση συμφερόντων όλων των εμπλεκόμενων παραγόντων στο Κυπριακό -και οπωσδήποτε της Τουρκίας ως του ισχυρότερου παράγοντα- προς την κατεύθυνση λύσης. Τέτοια συγκυρία υπήρξε το 1968, όταν η ένταση του Ψυχρού Πολέμου αποτελούσε για την Τουρκία έμμεση απειλή η οποία υπαγόρευε ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Αυτό προϋπέθετε επίλυση της κυπριακής διένεξης. Η εμμονή, τότε, του Μακάριου σε θέσεις που υπερέβαιναν τα όρια του εφικτού ματαίωσε την προοπτική μιας λύσης που θα προλάμβανε την καταστροφή που επακολούθησε έξι χρόνια αργότερα με τη συρροή γεγονότων που κορυφώθηκαν στο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974.
Μετά την τουρκική εισβολή και τη συγκλονιστική τραγωδία του εκτοπισμού και της κατοχής, η πρώτη θετική συγκυρία για έναν έντιμο συμβιβασμό παρουσιάστηκε επί της προεδρίας μου (1989-1993), όταν ο Τουργκούτ Οζάλ, έχοντας αποφασίσει την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, κι έχοντας βρει μπροστά του ανυπέρβλητο εμπόδιο το Κυπριακό, στράφηκε στην επιδίωξη μιας συμβιβαστικής διευθέτησης. Εμείς, έχοντας διαγνώσει ορθά τη συγκυρία, κάναμε το παν για να επιτύχουμε τον αναγκαίο συμβιβασμό αρχίζοντας με την υποβολή των ομόφωνων προτάσεων του Εθνικού Συμβουλίου (1989) με τις οποίες πείσαμε τους πάντες ότι γνοιαζόμασταν για τις ανησυχίες και τις προσδοκίες όχι μόνο των Ελληνοκυπρίων αλλά και των Τουρκοκυπρίων. Έχοντας πείσει τους πάντες για την ειλικρίνεια των προθέσεών μας κι έχοντας αποκαταστήσει άμεση λειτουργική επικοινωνία με τα Ηνωμένα Έθνη όσο και με τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, επιτύχαμε την ενεργό ανάμειξη του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών (πρώτα του Πέρεζ ντε Κουεγιάρ κι ύστερα του Μπούτρος Γκάλι), η οποία κορυφώθηκε στην υποβολή της Δέσμης Ιδεών (Αύγουστος 1992). Το έγγραφο της Δέσμης Ιδεών Γκάλι και ο συνημμένος σε αυτήν χάρτης εδαφικών αναπροσαρμογών αποτέλεσαν το πρώτο ολοκληρωμένο πλαίσιο για βιώσιμη λύση μετά την τουρκική εισβολή. Ο Ντενκτάς αντέδρασε λυσσωδώς στη Δέσμη Ιδεών και τον Χάρτη Γκάλι και, μέσω υπόγειων διασυνδέσεων με το βαθύ κράτος, ενίσχυσε τις αντιστάσεις κατά της πολιτικής Οζάλ στην Τουρκία. Στη δική μας πλευρά, η στροφή Κληρίδη προς τις μαξιμαλιστικές θέσεις του απορριπτικού μετώπου, ως τακτικός ελιγμός ενόψει των προεδρικών εκλογών του Φεβρουαρίου 1993, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία σύγχυσης και αβεβαιότητας μέσα στην ελληνοκυπριακή κοινότητα. Η διαδοχή Κληρίδη στην προεδρία της Δημοκρατίας και η διακηρυγμένη δέσμευσή του στην απόρριψη της Δέσμης Ιδεών οδήγησαν σε τελικό ναυάγιο τη σημαντική εκείνη πρωτοβουλία. Ο θάνατος του Προέδρου Οζάλ, λίγο αργότερα (Απρ. 1993), σήμανε και την οριστική εκπνοή εκείνης της συγκυρίας.
Η επόμενη θετική συγκυρία για τη λύση ήρθε δέκα χρόνια αργότερα με το Σχέδιο Ανάν το οποίο αποτελούσε, στην ουσία, μετεξέλιξη και λεπτομερή επεξεργασία της Δέσμης Ιδεών. Η θετική στάση της Τουρκίας έναντι του Σχεδίου υπαγορευόταν και πάλι από την επαναφορά της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας, την οποία το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του σημερινού Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν έβλεπε, μεταξύ άλλων, και ως μέσο επικράτησης έναντι των στρατηγών. Ο παραγκωνισμός του Ντενκτάς και η αποδοχή του Σχεδίου από την Τουρκία και την τουρκοκυπριακή κοινότητα προσέκρουσαν στην απόρριψή του από την ελληνοκυπριακή κοινότητα μέσα στο κλίμα της μαξιμαλιστικής υστερίας που δημιούργησε ο τότε Πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος.
Στη σημερινή συγκυρία, ενώ η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας διολισθαίνει, ένα σημαντικό θετικό κίνητρο που έχει για επιδίωξη λύσης του Κυπριακού είναι τα τεράστια οικονομικά συμφέροντα που συνδέονται με την προοπτική, σε συνάρτηση με τη λύση, για ενεργό ρόλο της Τουρκίας στα δίκτυα αγωγών του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου. Αν εμείς αξιοποιήσουμε σωστά αυτή τη συγκυρία ενόσω είναι ζωντανή, μπορούμε, με βάση τις συγκλίσεις που έχουν επιτευχθεί, να επιτύχουμε την απομάκρυνση των κατοχικών στρατευμάτων, την επιστροφή εδαφών και περιουσιών και χιλιάδων προσφύγων, την ευημερία σε ένα περιβάλλον ασφάλειας η οποία θα ενισχύεται περαιτέρω από την ενεργειακή αλληλεξάρτηση, σε μια βιώσιμη και λειτουργική ομοσπονδία που θα επανενώνει την Κύπρο και τον λαό της. Η βιωσιμότητα της λύσης, στηριγμένη στα κοινά συμφέροντα, θα υπερβαίνει τα ελλείμματα δημοκρατίας στη γείτονα χώρα, προβλήματα που, αργά ή γρήγορα, θα επιλύσει ο ίδιος ο τουρκικός λαός.
Αν αφήσουμε να καταρρεύσει η ειρηνευτική διαδικασία λόγω εσωτερικών εκλογικών υπολογισμών ή μαξιμαλιστικών επιδιώξεων πέραν των ορίων του εφικτού, ας μην είμαστε βέβαιοι ότι η επόμενη ευκαιρία διαπραγμάτευσης θα έχει αντικείμενο την επανένωση της Κύπρου. Αν αφήσουμε και αυτή τη συγκυρία να εκπνεύσει χωρίς λύση, βλέπω να διαγράφεται ένα ζοφερό μέλλον για την Κύπρο με κύριο χαρακτηριστικό την επαναφορά της αντιπαράθεσης και της αντιπαλότητας με μιαν απρόβλεπτη και ανεξέλεγκτα επιθετική Τουρκία. Εκεί που, με τη λύση, οι αγωγοί νερού προς την Κύπρο και φυσικού αερίου προς την Τουρκία θα αποτελούσαν ισχυρούς συνδετικούς κρίκους, τώρα θα έχουμε μια μονόδρομη κίνηση από την Τουρκία προς την κατεχόμενη Κύπρο που θα οδηγεί στον πλήρη οικονομικό, πολιτισμικό, και πολιτικό έλεγχο των κατεχόμενων περιοχών. Οπότε η Κυπριακή Δημοκρατία θα είναι αντιμέτωπη με έναν ασύγκριτα ισχυρότερο και επιθετικό –εφόσον θα έχει εκλείψει η προοπτική της λύσης- τουρκικό στρατό επί κυπριακού εδάφους. Μέσα στο κλίμα έντασης και ανασφάλειας που θα είναι πια μια ενδημική κατάσταση, η πιο πιθανή άμεση συνέπεια θα είναι η ματαίωση της προοπτικής εξόρυξης φυσικού αερίου, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα ο οικονομικός μαρασμός και, συνακόλουθα, η μετανάστευση των νέων μας στην Ευρώπη και αλλού με σκοπό να ζήσουν και να εργαστούν μέσα σε ένα ασφαλές περιβάλλον. Αν, στα τρία χρόνια της οικονομικής κρίσης 2013-2015 μετανάστευσαν από την Κύπρο περί τις 10 χιλιάδες άνθρωποι, μπορούμε εύκολα να φανταστούμε τις συνέπειες μιας μακράς ύφεσης σε καθεστώς ανασφάλειας.
Με τη ζοφερή εικόνα που συνιστά η συνέχιση της τουρκικής κατοχής να ταλανίζει τη σκέψη μου, νιώθω την ανάγκη να καταθέσω κάποια συμπεράσματα και τις βασικές αρχές πάνω στις οποίες στήριξα, ως Πρόεδρος, τον αγώνα για επανένωση της Κύπρου.
Ο Πρόεδρος, αλλά και ο κάθε ένας που βρίσκεται σε θέση που απαιτεί τη λήψη αποφάσεων, πρέπει να έχει την ικανότητα να διαμορφώνει πολιτική μέσα στα όρια των πραγματικών δυνατοτήτων. Ο ελληνισμός πλήρωσε ακριβά την ανικανότητα που επέδειξε στη σύγχρονη ιστορία του να συμπορευθεί με τις πραγματικές του δυνατότητες. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι αναδιαμόρφωνε τις θέσεις του μόνο ύστερα από εθνικές ήττες ή καταστροφές. Η διακήρυξη εθνικών προθέσεων, όταν συγκρούεται με τη λογική των διεθνών δεδομένων, δεν αποτελεί πατριωτισμό. Στην πολιτική δεν είναι οι προθέσεις που μετρούν αλλά το τελικό αποτέλεσμα. Όπως ο Kennedy είπε: «Πραγματικός πολιτικός είναι αυτός που ξέρει πώς να κρατήσει τα ιδανικά του εγκαταλείποντας τις ψευδαισθήσεις του». Το γεγονός ότι εμείς οι Κύπριοι δεν ήμασταν έτοιμοι να αντικρύσουμε τις πραγματικότητες, ξεκινώντας από το 1963 μέχρι σήμερα, μας στοίχισε ακριβά και θα μας στοιχίσει ακόμα πιο πολύ αν δεν συνέλθουμε έστω και την υστάτη.
Διαπραγμάτευση σημαίνει ετοιμότητα για συμβιβασμό. Δεν μπορείς ποτέ να αναμένεις ότι ο απέναντί σου θα δεχθεί όλα όσα λες, όλα όσα επιθυμείς. Η δική σου πολιτική πρέπει να στηρίζεται πάνω σε αυτή τη διάγνωση και να επιδιώκεις το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Να συνειδητοποιήσουμε τη σημασία της άγονης παρέλευσης του χρόνου. Η ιστορία μας διδάσκει ότι το status quo λειτουργεί πάντοτε υπέρ του ισχυρότερου. Με το πέρασμα του χρόνου και τη συνέχιση της κατοχής, δημιουργούνται νέα τετελεσμένα. Στήνεται ένας ολόκληρος μηχανισμός υπηρεσιών και επιμέρους συμφερόντων που καθιστούν τη συνολική επίλυση του προβλήματος όλο και πιο δύσκολη. Η ζωή έχει αποδείξει ότι δεν υπάρχει στάσιμο στάτους κβο. Η ιστορία δεν γνωρίζει άλυτα προβλήματα. Μπορεί να παραμένουν άλυτα για μια περίοδο αλλά τελικά ο χρόνος επιβάλλει τις δικές του λύσεις.
Κενά περιεχομένου συνθήματα που άγονται από εθνικιστικό λαϊκισμό όχι μόνο δεν οδηγούν στην επίτευξη των στόχων αλλά εγκλωβίζουν τους ηγέτες που τα χρησιμοποιούν σε επικίνδυνα αδιέξοδα.
Για να έχει προοπτική ο αγώνας ενός λαού χρειάζεται η μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση τόσο των οργανωμένων πολιτικών δυνάμεων όσο και των ανέντακτων πολιτών. Εκεί που αποτυγχάνει η καθολική συναίνεση, ο εκλεγμένος ηγέτης αναλαμβάνει την ηγετική ευθύνη για τη λήψη ιστορικών, αν χρειάζεται, αποφάσεων. Αυτή είναι μια στοιχειώδης αρχή της δημοκρατίας την οποία όμως το αυτοκαλούμενο «πατριωτικό μέτωπο» ποτέ δεν δέχθηκε και ποτέ δεν αναγνώρισε στον εκλεγμένο και εκφραστή της λαϊκής εντολής Πρόεδρο της Δημοκρατίας να αποφασίζει επί του πρακτέου όταν αυτό δεν υποτάσσεται στις ουτοπικές και μαξιμαλιστικές του επιδιώξεις.
Χρειάζεται θάρρος και αποφασιστικότητα για να μπορείς να λες όχι στους άπιαστους στόχους που μπορεί να προβάλλει η αντιπολίτευση. Οφείλεις να είσαι σταθερός και συνεπής στην πολιτική που ακολουθείς. Και όταν ακόμα έχεις να αντιμετωπίσεις δυσκολίες ή την αρνητικότητα της άλλης πλευράς, να μη δίνεις την εντύπωση ότι θεωρείς την αρνητικότητα τελική. Το πιο σημαντικό, μη διακόπτεις ποτέ τον διάλογο. Για να πετύχεις στην προώθηση των στόχων σου, οφείλεις να είσαι σταθερός στην υποστήριξη των θέσεών σου, και να προβάλλεις συνεχώς την ετοιμότητα να διαπραγματευτείς. Η εμπειρία της πενταετίας καταδεικνύει ότι ορθά παραμείναμε σταθεροί στην πολιτική του διαλόγου. Με την επιμονή μας αυτή και την ετοιμότητά μας για εναλλακτικές προτάσεις που στόχευαν στην υπέρβαση αδιεξόδων, κατορθώσαμε, αν όχι να κάμψουμε την αδιαλλαξία του Ντενκτάς, να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη και τη συμπαράσταση του διεθνούς παράγοντα. Αυτό ήταν ένα πολύτιμο όπλο που μας έδωσε τη δυνατότητα να αντεπεξέλθουμε σε δύσκολες στιγμές όπως όταν, με τις παρεμβάσεις Θάτσερ και Μιτεράν αποσοβήσαμε τον απειλούμενο εποικισμό της Αμμοχώστου με Τούρκους που έφευγαν από τη Βουλγαρία, όταν εξασφαλίσαμε τη συνεπή υποστήριξη όλων των χωρών της ΕΟΚ στην υποβολή αίτησης και, στη συνέχεια, την υποστήριξη της αίτησής μας από μέρους της ΕΟΚ, όταν πετύχαμε την κινητοποίηση της διεθνούς κοινότητας και όλων των Μονίμων Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας για να συμβάλουν στην επίτευξη λύσης.
Πηγαίνοντας σε μία διαπραγμάτευση, οφείλεις να γνωρίζεις και να έχεις επεξεργαστεί λεπτομερώς τις θέσεις που θα υποστηρίξεις και τους στόχους που θέλεις να επιτύχεις. Δεν μπορείς όμως να είσαι άκαμπτος στο ενδεχόμενο διαφοροποίησης που δεν σε απομακρύνει από βασικούς στόχους. Είναι λάθος να μιλάς συνέχεια για κόκκινες γραμμές. Αυτή η τακτική, πέρα από το ότι σε αιχμαλωτίζει σε μαξιμαλιστικές θέσεις που δηλώνεις δημόσια, σου στερεί τη δυνατότητα ουσιαστικής διαπραγμάτευσης. Να μην ξεχνάς ποτέ ότι κινήσεις τακτικής πρέπει να εξυπηρετούν τον στρατηγικό στόχο. Μη δίνεις ποτέ την εντύπωση ότι σε ενδιαφέρει περισσότερο η επίτευξη άμεσων κερδών για το εσωτερικό ακροατήριο και όχι το τελικό αποτέλεσμα που δεν μπορεί να είναι άλλο παρά η συμφωνία για λύση.
Σύμφωνα με αυτές τις αρχές και πρακτικές, θα πρέπει να έχεις υπόψη σου ότι μόνο εκείνες οι διαπραγματεύσεις επιτυγχάνουν στις οποίες και οι δύο πλευρές αντιλαμβάνονται ότι δεν είναι δυνατό να υπάρξει βιώσιμη συμφωνία με το να επιβληθεί ο ένας στον άλλο. Όποτε παρουσιαστεί κρίση, η απόφαση που θα πάρεις δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να στηρίζεται σε συναισθηματικούς λόγους. Χρειάζεται απλώς να θέτεις το ερώτημα στον εαυτό σου κατά πόσο η διατήρηση της αβεβαιότητας και της στασιμότητας εξυπηρετεί ή ζημιώνει την υπόθεση που υπερασπίζεσαι. Εκείνο που πρέπει να προέχει πάντα στη σκέψη σου είναι η ανάγκη να αντιμετωπίζεις την πραγματικότητα και να αναλαμβάνεις την ευθύνη των αποφάσεών σου.
Το βιβλίο αυτό θα παρουσιαστεί μερικούς μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές. Η ελπίδα και επιθυμία μου ήταν, χρησιμοποιώντας και την πείρα του παρελθόντος, να καταδείξω ότι, με την επανένωση της πατρίδας μας μπορεί να διασφαλιστεί το μέλλον. Να μην ξεχνούμε ποτέ ότι εκείνο που προέχει δεν είναι να κερδηθούν οι εκλογές αλλά η χώρα . Μόνο μέσα από μια τέτοια προσέγγιση μπορεί να επιτευχθεί μια βιώσιμη λύση που να διασφαλίζει το μέλλον του λαού μας.
*Το κείμενο αυτό αποτελεί το επίμετρο από τον δεύτερο τόμο της αυτοβιογραφίας του Γιώργου Βασιλείου (Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2017)