Παρά την αποδυνάμωση των χριστιανοδημοκρατών πρέπει να είναι θετική, ως προς τα ουσιώδη, η αποτίμησης των αποτελεσμάτων των γερμανικών εκλογών

Π.Κ. ΜΑΚΡΗ

Παρά την δραστική μείωση των ποσοστών των ψήφων του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος και χωρίς να υποτιμάται η δυσχέρεια συγκερασμού προγραμμάτων προς συγκρότηση τρικομματικής κυβερνήσεως, πρέπει να είναι θετική, ως προς τα ουσιώδη, η αποτίμησις των αποτελεσμάτων των Γερμανικών εκλογών.

Προκαλεί, αναμφιβόλως, δυσάρεστη αίσθηση ότι η αναγωγή εις τρίτη κοινοβουλευτική δύναμη ενός ακροδεξιού κόμματος, ο ηγέτης του οποίου διεκήρυξε ότι οι Γερμανοί πρέπει να είναι υπερήφανοι προ του αγώνος των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας τους κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Όταν, όμως, στην Ελλάδα, χώρα η οποία υπέφερε υπό Γερμανική Κατοχή, σχεδόν 8% του εκλογικού σώματος ψηφίζει κόμμα θαυμαστών του Hitler και του Γερμανικού Εθνικο-Σοσιαλιστισμού, δικαιούται κανείς να εκπλήσσεται ή να τρομάζει προ του εκλογικού ποσοστού 13% του Γερμανικού APD;

Σημειωτέον ότι ακριβώς εν όψει της πρώτης εισόδου ακροδεξιών στις τάξεις του Γερμανικού Κοινοβουλίου, η ανάληψις της Προεδρίας του από τον Κον Schäuble αποκτά ιδιάζουσα σημασία ως προοριζομένη να διασφαλίσει την χαλιναγώγηση, ή μάλλον, την εις το μέτρον του δυνατού «καταστολή» της κοινοβουλευτικής δράσεώς τους.

Λυπηρά, επίσης, είναι η συρρίκνωσις του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Η μετάβασίς του στην αντιπολίτευση συνιστά, παρά ταύτα, θετική εξέλιξη. Όχι μόνον διότι στερεί την ακροδεξιά του ρόλου της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως αλλά, κυρίως, διότι Κεντροδεξιά και Κεντροαριστερά δεν πρέπει να συγκυβερνούν παρά μόνον όταν δεν παρίσταται άλλη δυνατότητα βιωσίμου κυβερνητικού συνασπισμού χωρίς συμμετοχή των άκρων. Άλλως, πρέπει να διατηρούν την ιδεολογική τους ιδιοσυστασία άφθαρτη κατά το δυνατόν, ως εναλλαγή έναντι αλλήλων κατά την ομαλή λειτουργία του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος. Όταν συγκυβερνούν και φθείρονται ταυτοχρόνως, επωφελούνται οι ακραίοι.

Κατά τα λοιπά, όμως, έστω και αυτά τα αποτελέσματα, παρ’όλη την αποδυνάμωση της Κας Merkel συμπληρώνουν τις θετικές ενδο-Ευρωπαϊκές εξελίξεις των τελευταίων μηνών και σταθεροποιούν περαιτέρω την εικόνα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως μετά την σειρά των κλονισμών και τους φόβους της προηγουμένης διετίας.

Ο συνολικός όγκος των φιλο-Ευρωπαϊκών δυνάμεων εις τους κόλπους του Γερμανικού Κοινοβουλίου δεν έχει υποστεί οποιαδήποτε αισθητή μείωση, ενώ η ποιοτική σύνθεσίς τους έχει εμπλουτισθεί· η δυναμική επάνοδος των Φιλελευθέρων, ιστορικού κόμματος, επανειλημμένως ρυθμιστού των πολιτικών ισορροπιών, της μεταπολεμικής Γερμανίας και κατ’εξοχήν εξωστρεφούς, αποκαθιστά την πολυμέρεια και την πληρότητα του ιδεολογικού φάσματος των εκατέρωθεν του Κέντρου κοινοβουλευτικών σχηματισμών· η δημιουργία κενού μετά την προ 4ετίας εκλογική αποτυχία του, ήταν μακροσκοπικώς πολωτική. Ομοίως, οι Πράσινοι συνιστούν, ήδη, κεντρώα δύναμη, η οποία πέραν της ημερησίας διατάξεώς τους επί του συνόλου της περιβαλλοντικής θεματικής, είναι πρόμαχοι μεταρρυθμίσεων και εμβαθύνσεων των δομών της ΕΕ και αδιάλλακτοι έναντι αυταρχικών καθεστώτων, πρωτίστως της Ρωσίας και της Τουρκίας.

Οπωσδήποτε, ο προβαλλόμενος εις τον ορίζοντα κυβερνητικός συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών, Ελεύθερων Δημοκρατών και Πρασίνων, είναι ομοιογενέστερος του προηγουμένου. Ο νέος Φιλελεύθερος κυβερνητικός Εταίρος θα καταστέλλει, μάλλον, ωρισμένες, δαπανηρές δημοσιονομικώς, Χριστιανοδημοκρατικές εξάρσεις «κοινωνικής δεξιάς» –συχνά προσωπικές της Καγκελαρίου, ερήμην του Κου Schäuble. Πέραν τούτου, οι Φιλελεύθεροι, εν όψει, τουλάχιστον, της ιδεολογικής ταυτότητος του κόμματός τους ως Ευρωπαϊκού, φιλικού της οικονομικής παγκοσμιότητος και προμάχου των ατομικών ελευθεριών, προοιωνίζονται αυστηρότεροι έναντι των λαϊκιστικών κυβερνήσεων Πολωνίας και Ουγγαρίας –κατ’εξοχήν εχθρικών προς φιλελεύθερα κόμματα–, των οποίων συνεχίζεται η εκτροπή από τα όρια του Ευρωπαϊκού κεκτημένου και της συνταγματικής τάξεως των ιδίων των χωρών τους. Ακόμη, κατά τα ίδια τεκμήρια ιδεολογικής ιδιοσυστασίας και παραδόσεως, δεν θα κατέληγαν να υποστηρίξουν αποκλιμάκωση των Ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά του καθεστώτος του Κρεμλίνου, παρά προεκλογικές νύξεις, προς επιχειρηματικούς κύκλους, περί των δυσμενών οικονομικών αντικτύπων τους και της θέσεως –προσωπικής όχι κομματικής– του αρχηγού του κόμματος Κου Lindnen ότι πρέπει να αναγνωρισθούν τα τετελεσμένα γεγονότα στην Ουκρανία και η Ρωσσική προσάρτησις της Κριμαίας.

Υπό το φως των προαναφερομένων, η νέα Γερμανική Κυβέρνησις συνασπισμού εμφανίζεται ως συμβατός και εξισορροπητικός άλλος πόλος του Γαλλο-Γερμανικού άξονος, μετά την εκλογή του Κου Macron. Δεν θα είναι εξ ορισμού ή εκ προοιμίου απρόθυμος αποδέκτης των ιδεών και προτάσεων του Γάλλου Προέδρου ως προς την μεταρρύθμιση και εξέλιξη των Ευρωπαϊκών θεσμών, αλλά θα επιμείνει επί αυστηρών όρων δημοσιονομικής πειθαρχίας και θα παραμείνει καχύποπτος επόπτης, ώστε να αποτραπεί η μείωσις, υπό τον μανδύα των μεταρρυθμίσεων, των πιέσεων προς αναμόρφωση των Νοτίων οικονομιών –τουλάχιστον όσων θα παραμείνουν εντός της Ευρωζώνης.

Ο Γάλλος Πρόεδρος έχει αποδείξει ότι διαθέτει θάρρος και φαντασία κατά την διαμόρφωση προτάσεων μεταρρυθμίσεως και μέχρις ενός σημείου και αποφασιστικότητος επιβολής τους. Είναι ανόητος ο ευσεβής πόθος ωρισμένων ότι αποβλέπει εις νέα σχήματα λειτουργίας της Ευρωζώνης τα οποία θα επέτρεπαν εις οποιουσδήποτε χρονίως δυσλειτουργικούς να διαβιούν παρασιτικώς υπό όρους πιστωτικής ασυδοσίας και μεταθέσεως βαρών εις τον κορβανά ενός συνολικού κοινού προϋπολογισμού.

Αν, όμως ο Κος Macron δεν θα έφθανε ποτέ εις παρόμοια άκρα –προσεγγίζοντα διαχρονικούς Ελληνοπρεπείς οραματισμούς–, η χώρα της οποίας είναι Πρόεδρος εξακολουθεί να είναι, συγκριτικώς μεταξύ των μειζόνων και λειτουργικών Εταίρων, η εστία όλων σχεδόν των συνηθειών παλαιότερων κακών εποχών : είναι ακρόπολις κρατισμού και ενός υδροκεφαλικού δημοσίου τομέως · πρόμαχος υπερφορολογήσεων, σπατάλων παροχών και δημοσιονομικών εκτροπών · έπαλξις συνδικαλιστικής τυραννίας, –αν και ίσως, επιτέλους, καμπτομένης. Συνεπώς, είναι νόμιμη η καχυποψία ότι, υπό το πρίσμα εσωτερικών σκοπιμοτήτων, η εκδήλωσις των πρωτοβουλιών της Γαλλικής Προεδρίας –και ειδικώς προς την αναμόρφωση της Ευρωζώνης, την εισαγωγή κοινού προϋπολογισμού κλπ.–, υποκρύπτει μεθόδευση εισαγωγής όρων μετριασμού του επικρατούντος εις τους κόλπους της Ευρωζώνης αυστηρού δημοσιονομικού υποδείγματος.

Η Γερμανική πλευρά δεν θα έχει, εν τούτοις, δυσχέρεια να μείνει ευήκοος αποδέκτης της δημιουργικής φαντασίας του Γάλλου Προέδρου, χωρίς, όμως, όπως προανεφέρθη, να κάμπτεται όταν θα ανιχνεύεται η πρόθεσις μετριασμών και εκπτώσεων κατά την προσπάθεια πειθαρχήσεως και αναμορφώσεως των «ασώτων» του Ευρωπαϊκού Νότου.

Οι νέοι εταίροι της Κας Merkel και γενικώς η μετάλλαξις της συνθέσεως και της ιδιοσυστασίας της Κυβερνήσεώς της, προσφέρουν, υπό αυτήν την έννοια, το άλλοθι στην Γαλλική Προεδρία να στραφεί μεν προς πρωτοβουλίες εμβαθύνσεως των Ευρωπαϊκών θεσμών και αναπτύξεως ομάδων Χωρών-Μελών διαφόρων ταχυτήτων, αλλά να μην επιμένει επί χαλαρώσεων πειθαρχίας και εκπτώσεων εντός της ομάδος του κοινού νομίσματος.

Εις προεκλογική ομιλία του ο Κος Schäuble είπε ότι κάποτε οι Έλληνες θα εγείρουν άγαλμά του. Κατά την διάρκεια προεκλογικών περιόδων οι πολιτικοί τείνουν να υπερβάλλουν, να υπόσχονται και να μεγαλορρημονούν. Αντιθέτως, ο Κος Schäuble υπήρξε μάλλον μετριόφρων. Όχι μόνον οι Έλληνες –αν και κυρίως αυτοί–, αλλά ολόκληρος ο Ευρωπαϊκός Νότος πρέπει να του οφείλει ευγνωμοσύνη, έστω και αν δεν θα του αφιερώσει μνημεία· διότι αν οι Έλληνες έχουν ασχημονήσει κατά την διαχείριση των δημοσιονομικών τους και οι άλλοι Νότιοι –περισσότερο οι Γάλλοι και οι Ιταλοί και λιγώτερο, οι Ισπανοί και οι Πορτογάλοι–, έχουν επαρκώς παραφερθεί. Ελλείποντος του Γερμανικού φοβήτρου, η αποτρεπτική λειτουργία του οποίου έχει αποβεί αποτελεσματικότερη παρά ποτέ επί των ημερών του Κου Schäuble, θα είχαν επιδείξει ακόμη χειροτέρα αίσθηση αυτοπειθαρχίας και ευθύνης και ακόμη μικρότερη προθυμία να αναμορφωθούν.

Την όχι επίζηλη αποστολή του Κου Schäuble, να είναι εκείνος ο οποίος θα εκστομίζει τις δυσάρεστες αλήθειες και θα επαναφέρει στην πραγματικότητα, ο διάδοχός του, όποιος και αν θα είναι αυτός, θα την επιτελεί, υπό την επιρροή των Ελευθέρων Δημοκρατών, με ακόμη μεγαλύτερη σκληρότητα, χωρίς τις έως τώρα προσπάθειες μετριασμών εκ μέρους των απελθόντων Σοσιαλδημοκρατών.

Αυτό είναι και ό,τι, πρωτίστως, πρέπει να συγκρατήσει η Ελληνική πλευρά: ότι, εις το εξής, η δυσμενής προδιάθεσις των Ελευθέρων Δημοκρατών έναντι της Ελλάδος επιβάλλει την μέγιστη δυνατή επίσπευση της επικειμένης αξιολογήσεως και εντελώς άλλους ρυθμούς εκτελέσεως των υπολοίπων μνημονιακών υποχρεώσεων της χώρας, κυρίως εις τους τομείς των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, του εργασιακού, της επιχειρηματικότητος και του αποκρατισμού –αν, εννοείται, δεν επιθυμεί κανείς να ευρεθεί και πάλι προ του φάσματος της εκπτώσεως από την ζώνη του κοινού νομίσματος.

Ο αυστηρός και δυσάρεστος, αλλά και ποτέ μέχρι τέλους αδιάλλακτος, Κος Schäuble και ο ευγενής Κος Gabriel, δεν θα είναι πλέον εκεί…

Π.Κ.Μ.