Π. Κ. Μακρή
Δικαιολογημένος, αναμφιβόλως, είναι ο στεναγμός ανακουφίσεως μετά το αποτέλεσμα και του δευτέρου γύρου των Γαλλικών Προεδρικών εκλογών. Τα εν δυνάμει χειρότερα, ως προς την Γαλλία και την ΕΕ, απεφεύχθησαν προς το παρόν. Απολύτως δικαιολογείται, όμως και σκεπτικισμός προς τα ήδη πεπραγμένα της εκλογής και συνακόλουθοι φόβοι έναντι του μέλλοντος της Γαλλίας και συνεπώς, του κεντρικού πυρήνος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.
Κατ’ αρχάς, η Γαλλία είχε ανάγκη των ριζικών μεταρρυθμίσεων τις οποίες είχε εξαγγείλει ο υποψήφιος του Γκωλικού κόμματος, Κος Fillon. Αξίζουν αναγνωρίσεως το θάρρος του και η ικανότητά του πειστικής παρουσιάσεως, χωρίς εξωραϊσμούς, ενός συνεπούς προγράμματος περαιτέρω απαλλαγής της Γαλλικής οικονομίας από δυσβάστακτα, πλέον, βάρη· επειγόντως μεν αναγκαίας, αλλά και συνεπαγομένης την εχθρότητα, ευρέων, δυσαναλόγως ευνοημένων κατά το παρελθόν, τμημάτων της εργατικής τάξεως και των εργαζομένων του υδροκεφαλικού Γαλλικού δημοσίου τομέως. Είναι ατυχές ότι η πολιτική τόλμη του δεν είχε αντιστοιχία στην προσωπική συνέπεια και ακεραιότητα του ιδίου. Το έλλειμμα αυτό, όπως και οι απροκάλυπτοι φιλικοί δεσμοί του Κου Fillon προς το καθεστώς του Κρεμλίνου, δεν επιτρέπουν, πάντως, έντονη αίσθηση απωλείας προ της εκλείψεώς του.
Ο Κος Macron, διασφαλίζει την συνέχεια του Γαλλικού πολιτεύματος, της Γαλλικής ορθοδοξίας έναντι της ΕΕ και των μεταρρυθμίσεων της Γαλλικής οικονομίας –τουλάχιστον το ελπίζει κανείς–, έστω και αν θα είναι επιφυλακτικώτερος και λιγώτερο ριζοσπαστικός του Κου Fillon κατά την άσκηση της οικονομικής πολιτικής του. Εξ άλλου, δεν πρέπει να λησμονείται ότι ακόμη και αν η μεταρρυθμιστική ρητορική του ήταν συγκρατημένη, τα ήδη πεπραγμένα του δεν είναι αμελητέα. Πράγματι, δεν υπόσχεται την λαίλαπα των μέτρων απελευθερώσεως της Γαλλικής οικονομίας από τα δεσμά της εργασιακής, προνοιακής, κρατικιστικής νομοθεσίας, την οποία είχε υποσχεθεί ο Κος Fillon. Υπήρξε, όμως, ο τεχνοκράτης Υπουργός του Κου Holland –αξιέπαινη, βεβαίως και η αποφασιστικότητα του Σοσιαλιστού Προέδρου–, ο οποίος επέτυχε να επιβάλει, εις πείσμα μαζικών κινητοποιήσεων, ριζική μεταρρύθμιση του εργασιακού πλαισίου. Ο Πρόεδρος Sarkozy την είχε προτείνει, αλλά δεν την είχε προωθήσει.
Ακόμη, πέραν των καλών δειγμάτων γραφής του, καθησυχαστική είναι και η διακεκριμένη σταδιοδρομία του Κου Macron εις τους κόλπους του ιδιωτικού τομέως. Συγχρόνως, η δεδηλωμένη άποψίς του επί της ανάγκης εμβαθύνσεως των μηχανισμών της Ευρωζώνης και κεντρικής οικονομικής διακυβερνήσεως, ενισχύει την δυναμική της στρατηγικής της εμμονής επί της πορείας προς τα ιδρυτικά οράματα –έστω και από περιορισμένους κύκλους Εταίρων–, έναντι εναλλακτικών προτάσεων επιβραδύνσεως και κατευνασμού των Ευρωσκεπτικιστών.
Σκέψεις, ενδεχομένως, προκαλεί η υποτιθεμένη πρόθεσις του Κου Macron να επιχειρήσει να εκτρέψει την ΕΕ από την δημοσιονομική ορθοδοξία και αυστηρά πειθαρχία. Μέχρι στιγμής, δεν φαίνεται να τεκμηριώνεται ούτε από τα δεδομένα ούτε από την υπουργική θητεία του, ότι θα επιδιώξει να καταστεί η Γαλλία πρόμαχος των ελλειμμάτων και των ανισοσκελών προϋπολογισμών και να δοκιμάσει τα όρια αντοχής του Γαλλο-Γερμανικού άξονος – έστω και αν δεν επιδοκιμάζει την σώρευση πλεονασμάτων Γερμανικών διαστάσεων.
Η κατά καιρούς συνηγορία του νεοεκλεγέντος Προέδρου υπέρ της εισαγωγής ευρω-ομολόγων, δεν πρέπει να απομονώνεται, αλλά να προσλαμβάνεται εν συνδυασμώ προς τις δεδηλωμένες θέσεις του υπέρ της κεντρικής οικονομικής διακυβερνήσεως και κοινής δημοσιονομικής πολιτικής της Ευρωζώνης, η οποία και θα απέκλειε την παρασιτική εκμετάλλευση των ομολόγων από τους ασώτους και δυσλειτουργικούς εις βάρος των άλλων.
Μένει να αποδειχθεί αν η παντελής, μέχρι στιγμής, απουσία τυπικής κοινοβουλευτικής βάσεως της Προεδρίας του Κου Macron μέλλει να αποβεί περιοριστική της αυτοδυναμίας της ή –ανεπλπίστως–, να αναχθεί εις πλεονέκτημα υπερκομματικής οντότητος του νεοπαγούς κινήματος. Το αποτέλεσμα των προσεχών κοινοβουλευτικών εκλογών θα είναι μείζονος σημασίας ως προς την συνέχεια.
Εις κάθε περίπτωση, η σημασία της εκπτώσεως του Γκωλικού κόμματος από τον Β΄ γύρο της εκλογής δεν πρέπει να υπερβάλλεται, διότι επήλθε εκ του απροσδοκήτου γεγονότος της αποκαλύψεως της αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς του Κου Fillon και οπωσδήποτε, η δύναμις την οποία διετήρησε δεν είναι αμελητέα. Πολύ περισσότερο ανησυχητική, υπό την έννοια της ανατροπής ερεισμάτων της Γαλλικής καθεστυκυΐας πολιτικής τάξεως πραγμάτων, είναι η καταβαράθρωσις του Σοσιαλιστικού κόμματος.
Πρωτίστως, όμως, πρέπει να συγκρατηθεί ως κάκιστος οιωνός έναντι του μέλλοντος ότι κατά τι λιγώτεροι του ημίσεως (47%) των ψηφοφόρων του πρώτου γύρου των εκλογών και κατά τι περισσότεροι του ενός τρίτου (34%), του δευτέρου, επέλεξαν υποψηφίους εξ ίσου εχθρικούς προς την ΕΕ, προς την ζώνη του κοινού νομίσματος και προς την δαιμονοποιημένη παγκοσμιότητα, των οικονομικών σχέσεων.
Ότι ακροαριστεροί οπαδοί του Κου Melanchon προσέφεραν, εις ικανά ποσοστά, κατά την τελική αναμέτρηση την υποστήριξή τους προς την κα Le Pen, δεν εκπλήσσει. Εμφανής ή αφανής, η στρατηγική στήριξις της νέας ακροαριστεράς προς την λαϊκιστική ακροδεξιά, συνιστά την πραγματικότητα σχεδόν παντού, στην Ευρώπη. Ίσως, κατ’ εφαρμογή της διδαχής του Lenin, ότι η καλύτερη επιλογή όσων επιθυμούν την ανατροπή μιας τάξεως πραγμάτων, είναι η επιλογή του χειροτέρου («καλύτερο είναι το χειρότερο») και της Μαοϊκής ρήσεως «μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση», η οποία, μάλιστα, περιέργως, παρεισέφρησε και στις ιστορικές γνώσεις Έλληνος πολιτικού.
Η στρατηγική συμμαχία μεταξύ των πεπεισμένων οπαδών των αντικοινοβουλευτικών άκρων, είναι ευνόητη: η ταξική μοχθηρία τους είναι κοινή, όπως και η προτεραιότητα την οποία αποδίδουν στην φθορά των ιστών του φιλελευθέρου πολιτισμού. Δεν ήταν τυχαία, άλλωστε, η συνεύρεσις των Ελληνικών ψήφων της «Χρυσής Αυγής» και του κυβερνώντος κόμματος μεταξύ των ελαχίστων ψήφων υποστηρίξεως της δικτατορίας Μαδούρο, κατά την πρόσφατη ψηφοφορία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Αν, όμως, η προθυμία περιστασιακής υποστηρίξεως ακροδεξιών σχηματισμών αναμένεται από τις τυχοδιωκτικώτερες παραφυάδες της άκρας αριστεράς, προκαλείται πραγματικός φόβος όταν διαπιστώνεται –όπως διεπιστώθη από τα τελικά αποτελέσματα των Γαλλικών εκλογών–, ότι και αρκετοί κεντροδεξιοί, κατ’ αρχήν, ψηφοφόροι, τιθέμενοι προ διλλήματος, στρέφονται προς την αντιΕυρωπαϊκή ακροδεξιά.
Ούτως ή άλλως, ο Γαλλικός ψυχισμός ουδέποτε διεκρίθη ως αποστρεφόμενος την πολιτική ακρότητα. Η Γαλλία υπήρξε συχνά, κατά την μακρά ιστορία της, η πρώτη εστία πανΕυρωπαϊκών εντάσεων και ανατροπών. Πάντοτε, όμως, επέτυχε να τις ελέγξει και να τις στρέψει προς ασφαλείς κατευθύνσεις ή να τις καταστείλει. Το τραύμα, εν τούτοις, επί των αναπτυσσομένων ιστών της ΕΕ το οποίο προεκάλεσε όταν κατεψήφισε (δημοψήφισμα 2004) το Σύνταγμα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, άφησε σοβαρά αναπηρία. Τα υποκατάστατα κείμενα της Λισσαβώνος δεν ήρκεσαν να διασφαλίσουν την ιδία λειτουργικότητα και συνοχή των θεσμών της Ενώσεως, ούτε την δυναμική διαρκούς εμβαθύνσεώς τους. Παρ’ όλες τις γενόμενες, μέχρι στιγμής, εξορθολογιστικές μεταρρυθμίσεις η Γαλλική οικονομία παραμένει η μεγαλύτερη εστία κινδύνου αποσταθεροποιήσεως της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και της Ευρωζώνης.
Όπως προανεφέρθη, παραμένουν ως σκοτεινοί οιωνοί έναντι του μέλλοντος, τα αποτελέσματα αμφοτέρων των φάσεων της εκλογικής διαδικασίας. Σκοτεινότερος, βεβαίως, ήταν εκείνος του πρώτου γύρου – οπότε ο ψηφοφόρος ήταν ελεύθερος να ακολουθήσει την ιδεολογική παρόρμησή του χωρίς να περιορίζεται από διλλήματα. Δεν πρέπει να λησμονηθεί, αλλά, πάντοτε να συγκρατείται και να καλεί εις εγρήγορση το γεγονός ότι το ήμισυ σχεδόν του Γαλλικού εκλογικού σώματος επέλεξε υποψηφίους εχθρικούς προς την ΕΕ και ακόμη εχθρικωτέρους προς την ελευθερία των διεθνών οικονομικών συναλλαγών. Σημειωτέον ότι και η σχετικώς καλυτέρα εικόνα των τελικών αποτελεσμάτων επισκευάζεται αρκετά από την συγκριτικώς ηυξημένη αποχή του Β΄ γύρου.
Συνεπώς, η τελική εκλογή του Κου Macron δικαιολογεί να αφεθεί στεναγμός ανακουφίσεως, αυτός δεν πρέπει να είναι βαθύς. Η συστράτευσις των δυνάμεων του μέσου του Ευρωπαϊκού πολιτικού ιδεολογικού φάσματος, κατά των δυνάμεων των άκρων του επείγει.
Ευτυχώς, ό,τι δεν επιτυγχάνουν προειδοποιήσεις και νουθεσίες εχεφρόνων πολιτικών, το επιτυγχάνει η βιωμένη πείρα, ο κολασμός, των δυσμοίρων, οι οποίοι υπερψηφίζοντες ομοϊδεάτες του Κου Melanchon και της Κας Le Pen, έχουν την ατυχία η επιλογή τους να επικρατήσει στις κάλπες και εκείνοι να καταλήξουν να υποστούν τελικώς, ό,τι επέλεξαν και άρα ό,τι τους αξίζει και να μετανοούν, εντός ελαχίστου χρόνου (αλλά τι πταίουν οι άλλοι συμπολίται τους;), πικρότατα.
Μια χώρα-μέλος της ΕΕ είχε ήδη αυτήν την τύχη και μάλιστα, εις ενισχυμένη δόση: να έχει τους ομόφρονες και του Κου Melanchon και της Κας Le Pen –μειωμένης, ευτυχώς, σοβαρότητος–, να την συγκυβερνούν, εν συνασπισμώ. Η ευεργετική, σωφρονιστική επίδρασις του παραδείγματος επί άλλων χωρών, δεν ήταν αμελητέα.
Αλλά, παρομοία, ανώδυνη ως προς την ΕΕ, έκβασις αναλόγου εκλογικού ατυχήματος δεν είναι νοητή, παρά μόνον αν η χώρα-μέλος η οποία το υφίσταται είναι περιφερειακή. Αν το ατύχημα συμβεί εγγύς του σκληρού πυρήνος των ιδρυτικών Εταίρων, τα περιθώρια ελέγχου και περιορισμού των ζημιών πιθανότατα δεν θα υπάρξουν.
Τέλος, μία ακόμη φορά διεπιστώθη κατά την διάρκεια της Γαλλικής προεκλογικής εκστρατείας συντονισμένη Ρωσική παρέμβασις εις πολλαπλά επίπεδα υπέρ των πολεμίων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Μία ακόμη φορά, επιβεβαιώνεται η ανάγκη αποτελεσματικής και εξ ίσου επιθετικής Ευρωπαϊκής αμύνης κατά των απροκαλύπτων και συνεχώς κλιμακουμένων μεθοδεύσεων του καθεστώτος του Κρεμλίνου να επιφέρει την κατάρρευση της ΕΕ δια της υποστηρίξεως των πλέον ακραίων –συχνά, οιωνεί εγκληματικών–, περιθωριακών σχηματισμών. Δεν επιχειρείται, απλώς, παρενόχλησις. Σκοπεύεται η αορτή της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Αναλόγως πρέπει να υψωθεί και η Ευρωπαϊκή στόχευσις. Οι δικτάτορες δεν είναι επιδεκτικοί κατευνασμού.
Π. Κ. Μ.