Π. Κ. ΜΑΚΡΗ
Ήταν, χωρίς αμφιβολία, ευγενής η προ καιρού –27η/2ου , κατά συνάντηση στην Ρώμη του Ιταλού ομολόγου του–, δήλωσις του Γερμανού Υπουργού Εξωτερικών, Σοσιαλδημοκράτου Κου Gabriel, ότι πρέπει να επιδειχθεί περισσότερη κατανόησις και αλληλεγγύη προς τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, την Γαλλία, την Ιταλία και την Ελλάδα. Ακόμη ευγενέστερα ήταν όσα, υπό την ίδια έννοια και ειδικώς ως προς την Ελλάδα, είπε ο Κος Gabriel κατά την επίσκεψη στη Γερμανική πρωτεύουσα (23/3) του Έλληνος Υπουργού Εξωτερικών και επίσης, όσα ανταπήντησε προς τον Κον Schäuble, ο οποίος είχε σπεύσει να τον επιπλήξει, λέγων ότι απορρίπτει τις απόψεις του. Ευγενή, και μάλιστα, μέχρις αυταπαρνήσεως, διότι, όπως προκύπτει δημοσκοπικώς, ο,τιδήποτε λέγουν υπό το πνεύμα αυτό πολιτικοί των ευπορωτέρων χωρών-μελών της ΕΕ, ούτε εκείνους ωφελεί εκλογικώς, ούτε τα κόμματά τους. Είναι, ατυχώς, προφανές ότι τις πραγματικές διαθέσεις του Γερμανικού εκλογικού σώματος, ακόμη και του Σοσιαλδημοκρατικού τμήματός του, δεν εξέφρασε ο Κος Gabriel αλλά η θυμώδης αντίδρασις, προς αυτόν, του Κου Schäuble. Βεβαίως, η εκτίμησις εκλογικών αναλυτών ότι η σειρά των εν προκειμένω δηλώσεων του Σοσιαλδημοκράτου Υπουργού συνέβαλε στην επακολουθήσασα επώδυνη ήττα του SPD κατά τις τοπικές εκλογές του Saar, είναι εξεζητημένη αλλά δεν παύει να είναι και χαρακτηριστική.
Αν, όμως, εκτιμάται ως εύλογη η υπόθεσις ότι δηλώσεις συμπαθείας προς την Ελλάδα ή προς οποιαδήποτε άλλη χώρα του Ευρωπαϊκού Νότου, εκ μέρους Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών, βλάπτουν, εκλογικώς, τους ιδίους, είναι απολύτως βέβαιον ότι βλάπτουν, υπό άλλην έννοια, αλλά ακόμη περισσότερο, εκείνους προς τους οποίους εκδηλώνεται η συμπάθεια : εντείνουν τις ψευδαισθήσεις τους ενώ, μάλιστα, ωρισμένων, είναι ήδη δεδομένη η μειωμένη αίσθησίς τους της πραγματικότητος· ενθαρρύνουν την αναβλητικότητα, την ληθαργική απραξία και την άρνηση αποδοχής των απτών δεδομένων, τα οποία η άπρακτη πάροδος του χρόνου, συνεχώς, επιδεινώνει· δυσχεραίνουν όσους έχουν διδαχθεί από την πικρά εμπειρία των λαθών τους και διευκολύνουν τους ανεπιδέκτους μαθήσεως και τους αμετανοήτους.
Εν ολίγοις, κάθε εκδήλωσις συμπαθείας εκ μέρους Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών, προς όσους υφίστανται την αυστηρότητα των Χριστιανοδημοκρατών κυβερνητικών εταίρων τους, καταλήγει να ενθαρρύνει την αναμονή, από αυτούς, της ελεύσεως του Κου Shultz ως Καγκελαρίου ως εμφάνιση, επί της σκηνής, σωτήρος από μηχανής θεού, όταν αυτή, όπως έδειξε το αποτέλεσμα των τοπικών εκλογών του Saar, είναι άκρως αβεβαία –αβεβαία, άλλωστε, είναι και η θέλησις, όπως και η πρακτική δυνατότητα των Σοσιαλδημοκρατών να μεταβάλουν ο,τιδήποτε– και κυρίως, όταν η ημερομηνία των Γερμανικών εθνικών εκλογών είναι αρκετά απομακρυσμένη ώστε να παρέχονται, εν τω μεταξύ, άνετα περιθώρια χρόνου να επέλθει εκ της κωλυσιεργίας των προσδοκούντων, όχι, απλώς, «ατύχημα», αλλά και η πλήρης καταστροφή.
Η καλυτέρα υπηρεσία προς τους Νοτίους Εταίρους και πάντως, προς την Ελλάδα, την οποία μπορούν, προς το παρόν τουλάχιστον, να προσφέρουν οι εκπρόσωποι του Γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, είναι να άρουν ψευδαισθήσεις και ευσεβείς πόθους και να μην συμβάλουν στην επικίνδυνη σύγχυση πνευμάτων, ιδεολογικών παρορμήσεων και τακτικισμών της άλλης πλευράς. Ας αρχίσουν –προ πάντων, ο ίδιος ο Κος Shultz–, να χρησιμοποιούν την απερίφραστη φρασεολογία όλων όσων αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα του σπαταλωμένου χρόνου και την αμεσότητα των κινδύνων.
Κάθε Ελληνική προσδοκία καθοριστικής μεταβολής των διαθέσεων του Βερολίνου και των συνακόλουθων γενικών συνειρμών μετά την διεξαγωγή των Γερμανικών εκλογών –ούτως ή άλλως, αυτοδυναμία του SPD εκφεύγει, προς το παρόν, των ορίων κάθε αληφοφανούς προγνώσεως–, θα αποβεί επικίνδυνη όχι μόνον κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων και μέχρι την κατάληξή τους, αλλά και κατόπιν –ίσως, κυρίως τότε–, κατά την εφαρμογή όσων συμφωνηθούν, η καρκινοβασία της οποίας θα είναι εξίσου μοιραία προς την παρέλκυση της διαπραγματεύσεως.
Αν και όταν ο Κος Shultz και το κόμμα του ευρεθούν να προΐστανται κυβερνητικού συνασπισμού, διατεθειμένοι και ικανοί να αναλάβουν το κόστος οποιωνδήποτε ελαφρύνσεων και παραχωρήσεων επί όσων θα έχουν, έως τότε, συμφωνηθεί, θα τους οφείλεται, αναμφιβόλως, μεγίστη και ευγνώμων αναγνώρισις της αισθήσεώς τους αλληλεγγύης. Έως, όμως, την στιγμή εκείνη, κάθε εξαγγελία καλών προθέσεών τους, όπως εκείνη του Κου Gabriel, βλάπτει και τους ιδίους, αλλά και εκείνους τους οποίους υποτίθεται ότι επιθυμούν να βοηθήσουν.