ΓΙΑΝΝΗ ΚΤΙΣΤΑΚΙ
Επίκουρου καθηγητού Δ.Π.Θ.
Οι Έλληνες Μουσουλμάνοι δεν είναι ίσοι έναντι των υπολοίπων Ελλήνων: γι’ αυτούς εφαρμόζεται «ιδιαίτερο» οικογενειακό και κληρονομικό δίκαιο (η Σαρία), από έναν «ιδιαίτερο» δικαστή, τον Μουφτή-Ιεροδίκη. Η διπλή αυτή εξαίρεση από τους κοινούς στην Ελλάδα κανόνες είναι υποχρεωτική: κανένας μέχρι σήμερα τακτικός πολιτικός δικαστής (ακόμη και ο Άρειος Πάγος [Γ΄ Τμήμα, 1862/2013]) δεν αναγνωρίζει τον εαυτό του αρμόδιο να δικάσει τις εν λόγω διαφορές σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα και τους παραπέμπει, θέλοντας και μη, στον Μουφτή-Ιεροδίκη και στη Σαρία.
Καμία διάταξη της Συνθήκης της Λωζάννης δεν επιτάσσει ρητά την εφαρμογή του Ιερού Νόμου ή τη λειτουργία των Ιεροδικείων για τα μέλη της μειονότητας. Το κείμενο δεν περιλαμβάνει καν τις λέξεις. Η Συνθήκη αναφέρεται μόνον στα συνολικά «μέτρα», που οφείλει να λάβει το κράτος για να «κανονίσει» την οικογενειακή ή προσωπική κατάσταση των μελών της μειονότητας, σύμφωνα με τα «έθιμα» τους (άρθρο 42§1). Τούτο επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι, ευθύς μετά την υπογραφή της Συνθήκης, η Τουρκία κατήργησε το βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο και τις δικαστικές αρμοδιότητες του Οικουμενικού Πατριαρχείου που αφορούσαν, mutatis mutandis, τους Ρωμιούς. Με βάση τα ανωτέρω, αποκατάσταση της ισονομίας στη Θράκη δεν μπορεί να σημαίνει παρά δύο πράγματα: την κατάργηση των Ιεροδικείων και της Σαρία. Οι Έλληνες Μουσουλμάνοι θα έχουν τον ίδιο δικαστή με τους λοιπούς Έλληνες (τα τακτικά δικαστήρια) και το ίδιο οικογενειακό και κληρονομικό δίκαιο (Αστικό Κώδικα).
Προτείνεται η κατάργηση
(α) της διάταξης που προβλέπει την εφαρμογή της Σαρία, δηλαδή, του άρθρου 4 του νόμου 147/1914 «Περί της εν ταις προσαρτωμέναις χώραις εφαρμοστέας νομοθεσίας και της δικαστικής αυτών οργανώσεως» (ΦΕΚ Α΄ 25),
(β) της διάταξης που προβλέπει τις δικαστικές αρμοδιότητες του Μουφτή, δηλαδή, του άρθρου 5 του νόμου 1920/1991 «Περί κυρώσεως της από 24ης Δεκεμβρίου 1990 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου “περί Μουσουλμάνων Θρησκευτικών Λειτουργών”» (Α΄ 11), όπως ισχύει σήμερα.
Αυτή τη λύση έχουν ήδη υποδείξει η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας (ψηφίσματα της 2.5.2009 και της 3.2.1991), η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου παρά τω πρωθυπουργώ (απόφαση της 19.1.2006), ο Επίτροπος των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του Συμβουλίου της Ευρώπης (CommDH(2009)9, §§60-61) και η Επιτροπή του ΟΗΕ για την Εξάλειψη των Διακρίσεων σε βάρος των Γυναικών (Έκθεση για την Ελλάδα, 2.2.2007, §33).